«Αποδείξαμε πως η μικρή Ελλάδα μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά μια χώρα σαν την Κίνα», λέει ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών, Δημ. Δόλλης. Στη φωτογραφία, Κινέζοι αποβιβάζονται στο λιμάνι του Ηρακλείου, στις 24 Φεβρουαρίου 2011. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΡΑΠΑΝΗΣ
Ενόψει της επίσκεψης του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στην Ελλάδα, στα μέσα Νοεμβρίου, η Πελαγία Καρπαθιωτάκη έλαβε ένα τηλεφώνημα με ένα κατεπείγον αίτημα. Μόνιμος κάτοικος Πεκίνου, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο εκεί και δραστήρια στα ελληνοκινεζικά δρώμενα, είχε αναλάβει να φέρει στην Ελλάδα μια κρατική κινεζική εταιρεία παραγωγής με σκοπό να γυριστεί μια ταινία βασισμένη σε αληθινή ιστορία. Στο τηλεφώνημα, της είπαν πως θα έπρεπε να επισπευσθούν όλες οι διαδικασίες ώστε να ανακοινωθεί επίσημα η ταινία την 1η Νοεμβρίου. Μία εβδομάδα πριν από την τελετή, η «Κ» μιλάει με όλους τους εμπλεκομένους και τους πρωταγωνιστές της επικίνδυνης, σχετικά άγνωστης αποστολής που θα μεταφερθεί σύντομα στη μεγάλη οθόνη.
Η ιδέα για την ταινία υπήρχε εδώ και καιρό. Η πολύπλοκη επιχείρηση εκκένωσης Κινέζων από τη Λιβύη, που οργανώθηκε με απόλυτη επιτυχία από την Ελλάδα, είχε εντυπωσιάσει στελέχη της κινεζικής κυβέρνησης. Ο φάκελος, όμως, με την πρόταση είχε για κάποιο λόγο καταχωνιαστεί σε ένα συρτάρι του υπουργείου Πολιτισμού στο Πεκίνο. Οταν τυχαία η Πελαγία Καρπαθιωτάκη το έμαθε, ενθουσιάστηκε. Συμπτωματικά, πριν από οκτώ χρόνια, την ημέρα που οι πρώτοι Κινέζοι επιβιβάζονταν σε ελληνικά πλοία, εκείνη έφτανε στην Κίνα για να εγκατασταθεί μόνιμα. Εν μέσω της δικής της προσαρμογής είχε παρακολουθήσει την εξέλιξη της ιστορίας και θυμάται ότι είχε εισπράξει από τον κόσμο ευγνωμοσύνη για το τι είχε κάνει η Ελλάδα. Ισως γι’ αυτό όταν έμαθε για την πιθανότητα μιας ταινίας, ήταν αποφασισμένη να βοηθήσει ώστε να πραγματοποιηθεί. «Ηξερα πως θα ήταν τεράστια προβολή για τον τόπο μας. Δεν σας κρύβω πως, ως Κρητικιά, όταν μου έκαναν μια παρουσίαση και είδα φωτογραφίες της Κρήτης συγκινήθηκα», λέει στην «Κ».
Προσφέρθηκε να κάνει εκείνη τις επαφές με τη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας. Αρχικά έδειξαν ενδιαφέρον, αλλά μετά αυτό ατόνησε. Χρειάστηκε να φτάσει στον τότε επικεφαλής Λευτέρη Κρέτσο, για να του εξηγήσει την κατάσταση: «Εάν δεν δράσουμε άμεσα, η ταινία δεν θα γίνει. Είναι σοβαρή πρόταση», τον διαβεβαίωσε. Ο Κρέτσος πείστηκε και, λίγες ημέρες αργότερα, ξημερώματα έφτασε στο Πεκίνο. Αγουροξυπνημένος βγήκε από το αεροπλάνο και με έκπληξη αντίκρισε τηλεοπτικές κάμερες και τους ομολόγους του να τον υποδέχονται με λουλούδια. Μίλησαν για την ταινία, τα κίνητρα που θα είχαν και τους εγγυήθηκε πως θα είχαν την υποστήριξη της κυβέρνησης σε ό,τι χρειάζονταν.
Σε λιγότερο από 24 ώρες είχε μπει στο αεροπλάνο της επιστροφής. Η επίσκεψη εξπρές από έναν κυβερνητικό αξιωματούχο ήταν αυτό που περίμεναν οι Κινέζοι για να ξεκινήσουν: Τους επόμενους μήνες, ήρθαν στην Ελλάδα τρεις φορές και πήραν συνεντεύξεις από όλους τους πρωταγωνιστές της αποστολής. Στις αρχές του χρόνου, το σενάριο ήταν έτοιμο.
Η ιστορία ξεκινάει τον Φεβρουάριο του 2011. Εν μέσω εμφυλίου στη Λιβύη, 13.500 Κινέζοι εργάτες βρίσκονταν εγκλωβισμένοι σε διάφορα σημεία της χώρας. Η Ελλάδα σίγουρα δεν ήταν η πρώτη χώρα που είχε προσεγγίσει η Κίνα για βοήθεια και άγνωστο εάν θεωρούσαν πως πράγματι θα καταφέρναμε κάτι. Οταν όμως ενημερώθηκε ο Δημήτρης Δόλλης, τότε υφυπουργός Εξωτερικών, είδε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Βρήκε πλοία ελληνικών συμφερόντων που ήταν διατεθειμένα να ταξιδέψουν σε μια εμπόλεμη ζώνη και μίλησε με τον τότε αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., Λευτέρη Οικονόμου, για το πώς θα γινόταν η επιχείρηση με ασφάλεια, αλλά και τις λύσεις για να ξεπεραστεί το βασικό πρόβλημα: οι χιλιάδες αυτοί Κινέζοι δεν είχαν ταξιδιωτικά έγγραφα.
Η μυστική αποστολή
Πριν όμως τεθεί οποιοδήποτε σχέδιο σε εφαρμογή, θα έπρεπε να πάρουν το πράσινο φως από τη Λιβύη. Χωρίς να το ξέρει κανείς, ο κ. Δόλλης ταξίδεψε μόνος στην Τρίπολη. Μια αυτοκινητοπομπή με τις θρυλικές Harley-Davidson του Καντάφι τον συνόδευσε σε έναν άγνωστο προορισμό. Με τον γιο του Καντάφι και κάποιους στενούς συνεργάτες του σχεδίασαν τη μεταφορά των Κινέζων σε διάφορα λιμάνια της Λιβύης και από εκεί στην Κρήτη. Φεύγοντας, του έδωσαν ένα χαρτάκι με ένα νούμερο τηλεφώνου. Χωρίς επίσημο δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των υπουργείων, η συνεννόηση θα γινόταν τελείως άτυπα, μέσω μεσάζοντος.
Τα ελληνικά πλοία ξεκίνησαν το ταξίδι προς τα διάφορα λιμάνια της Λιβύης στις 23 Ιανουαρίου. Ανδρες με όπλα έμπαιναν για εξονυχιστικούς ελέγχους πριν επιβιβάσουν περίπου 2.000 Κινέζους τη φορά. Εν τω μεταξύ, ο περιφερειάρχης Κρήτης Σταύρος Αρναουτάκης συντόνιζε στο Ηράκλειο όλες τις λεπτομέρειες για τη μετακίνηση και ολιγοήμερη διαμονή τους. Με το που έφταναν στο λιμάνι του Ηρακλείου, τους υποδεχόταν ο ίδιος μαζί με τον πρέσβη της Κίνας και κλιμάκιο της αστυνομίας, που, ελλείψει ταξιδιωτικών εγγράφων, τους σφράγιζαν ένα χαρτί με τα στοιχεία τους. «Στην πραγματικότητα, ήταν η μεγαλύτερη μη νόμιμη επιχείρηση εισόδου στη χώρα», εξηγεί σήμερα ο κ. Δόλλης. «Πέρα από το ανθρωπιστικό κομμάτι, χτίσαμε εμπιστοσύνη. Αποδείξαμε πως η μικρή Ελλάδα μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά μια χώρα σαν την Κίνα», εξηγεί.
Εντυπωσίασε το… φιλότιμο
«Ένα από τα πράγματα που εντυπωσίασε τους παραγωγούς ήταν το φιλότιμο, καθώς και η φιλοξενία μας», λέει στην «Κ» ο κ. Αρναουτάκης. Εν μέσω χειμερινής περιόδου είχε ζητήσει να ανοίξουν δεκάδες ξενοδοχεία και το έκαναν πρόθυμα μέσα σε λίγες ώρες. Οι Κινέζοι ήρθαν φοβισμένοι, οι ντόπιοι τούς φρόντισαν και, παρά τη δυσκολία επικοινωνίας, τους έκαναν να νιώσουν σαν στο σπίτι τους. Οι παραγωγοί της ταινίας συγκέντρωσαν δεκάδες συγκινητικές ιστορίες όπως εκείνη ενός Κινέζου που χωρίς χρήματα μάζευε φύλλα από δέντρα για να φτιάξει τσάι. Οταν ο ξενοδόχος τον είδε, έτρεξε να του φτιάξει ένα τσάι με βότανα του βουνού. «Η ιστορία είχε από όλα», είχαν πει ενθουσιασμένοι οι παραγωγοί στην κ. Καρπαθιωτάκη μετά το πρώτο ταξίδι τους στην Κρήτη. Μόνο ιστορία αγάπης δεν εντόπισαν, αλλά αποφάσισαν τελικά να την προσθέσουν – τη σχέση μεταξύ ενός Κινέζου και μιας Κρητικιάς. Τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν άμεσα και πρόσφατα ανακοινώθηκε πως στην παραγωγή θα συμμετάσχει και η κινεζική εταιρεία του διάσημου σκηνοθέτη Τζέιμς Κάμερον. Με έναν προϋπολογισμό που θα ξεπεράσει τα 20 εκατ. ευρώ, προγραμματίζουν να βγει στις αίθουσες στα τέλη του 2020.
Πηγή: kathimerini.gr – Μαριάννα Κακαουνάκη