«Η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου έχει καταγραφεί και στις τρεις περιφερειακές ενότητες της Δυτικής Ελλάδας, δηλαδή σε Αχαΐα, Ηλεία και Αιτωλοακαρνανία, έχοντας προσβάλει εμβληματικά δέντρα, όπως, “ο Πλάτανος του Παυσανία” στο Αίγιο, ενώ μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο όταν γίνει έγκαιρη διάγνωση και ληφθούν άμεσα μέτρα».
Αυτά τονίζει μεταξύ άλλων μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Παναγιώτης Τσόπελας, Δρ. Δασολόγος – Φυτοπαθολόγος, τέως διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, ΕΛ.Γ.Ο.-«ΔΗΜΗΤΡΑ».
Μάλιστα, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Τσόπελα, «το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Αθήνα είναι το μοναδικό μέχρι σήμερα ερευνητικό ίδρυμα στην Ελλάδα που ασχολείται με τη διάγνωση της ασθένειας και έχει εφαρμόσει μεθόδους αντιμετώπισης σε πολλές περιοχές της χώρας, σε συνεργασία με τις κατά τόπους δασικές υπηρεσίες και τους δήμους».
Ειδικότερα, όσον αφορά στις προσβολές πλατάνων στην Δυτική Ελλάδα, ο Παναγιώτης Τσόπελας λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται σε φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου στην παρόχθια βλάστηση ποταμών και χειμάρρων» και εξηγεί: «Εκτεταμένες προσβολές και νέκρωση χιλιάδων δέντρων έχουν εντοπιστεί στους ποταμούς Λάδωνα και Αροάνιο στην Αχαΐα, στη Νέδα, στα όρια των περιφερειακών ενοτήτων Ηλείας και Μεσσηνίας, στον Εύηνο ποταμό και στην παραλίμνια βλάστηση της Τριχωνίδας, στην Αιτωλοακαρνανία.
Επίσης, η ασθένεια έχει καταστρέψει πολλά δέντρα σε οικιστικές περιοχές και πάρκα της Δυτικής Ελλάδας.
Παράλληλα, έχει εντοπιστεί μέσα στην Αρχαία Ολυμπία, στην Ανδρίτσαινα, σε προάστια της Πάτρας, όπως στο Ρίο, στα Καλάβρυτα, στη Ναύπακτο, καθώς και σε αρκετά χωριά.
Εμβληματικά δέντρα
«Μάλιστα στην κοινότητα Πλατανιώτισσα των Καλαβρύτων έχει προσβληθεί από την ασθένεια ένα εμβληματικό δέντρο (στην ουσία είναι τρία πλατάνια ενωμένα) μεγάλων διαστάσεων στο κοίλωμα του οποίου υπάρχει ο ναός της Παναγίας της Πλατανιώτισσας. Δυστυχώς, αυτό το “Μνημείο της Φύσης” νεκρώνεται σταδιακά από την ασθένεια και θα καταστραφεί πλήρως».
Με αφορμή την προσβολή του προαναφερόμενου εμβληματικού δέντρου, ο Παναγιώτης Τσόπελας τονίζει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ότι «είναι απαραίτητο να δοθεί έμφαση στην προστασία σημαντικών δένδρων πλατάνου, καθώς και δένδρων πλατάνου που έχουν κηρυχθεί “Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης”, με την αυστηρή τήρηση κανόνων πρόληψης».
«Για παράδειγμα,» συνεχίζει, «στην παραλία του Αιγίου υπάρχει ο “Πλάτανος του Παυσανία”, που θεωρείται ότι είναι από τον 2ο αιώνα μ.Χ., ενώ στην Αγία Λαύρα Καλαβρύτων υπάρχει ο ιστορικός πλάτανος που συνδέεται με την Επανάσταση του 1821».
Επίσης, όπως προσθέτει, «πρέπει να προστατευθούν τα δέντρα πλατάνου, όπως αυτά στην παραλία της Ναυπάκτου, που παίζουν τεράστιο ρόλο στην οικονομία της πόλης, αφού βρίσκονται σε σημεία προσέλκυσης μεγάλου αριθμού επισκεπτών ».
Σωτήριες επεμβάσεις
Με αφορμή λοιπόν την ανάγκη προστασίας των δέντρων, ο Παναγιώτης Τσόπελας φέρνει ως παράδειγμα τις ενέργειες αποκατάστασης που έγιναν σε διάφορες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας.
«Μέσα στην πόλη της Ναυπάκτου, η έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας το 2018 σε ένα μόνο δέντρο και οι επεμβάσεις που έγιναν με υλοτομία και νέκρωση των γειτονικών υγειών δέντρων πλατάνου, είχαν ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της ασθένειας και τη διάσωση όλων των εμβληματικών δένδρων πλατάνου κατά μήκος της ανατολικής παραλίας, στην περιοχή Γρίμποβο. Ακόμη, το 2020 αντιμετωπίστηκε η ασθένεια και στην περιοχή Ψανή, στην δυτική παραλία της Ναυπάκτου, ενώ η ασθένεια είχε επίσης αντιμετωπιστεί επιτυχώς στο Θέρμο της Αιτωλοακαρνανίας και μέσα στην Αρχαία Ολυμπία, την διετία 2009 -2010».
«Οι εργασίες αποκατάστασης στην Ναύπακτο», συνεχίζει ο Παναγιώτης Τσόπελας, «έγιναν σε συνεργασία του Ινστιτούτου με τον δήμο και την δασική υπηρεσία παρ΄ ότι η τελευταία έχει μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό».
Μάλιστα, όπως επισημαίνει, «η δασική υπηρεσία βρήκε ότι υπήρχε η προσβολή των πλατάνων από την ασθένεια».
Η ασθένεια εντοπίστηκε το 2003
Όσον αφορά στην εμφάνιση της ασθένειας των πλατάνων στην Ελλάδα και στην επέκτασή της, ο Παναγιώτης Τσόπελας λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ:
«Το μεταχρωματικό έλκος του πλατάνου, προκαλείται από ένα εισβλητικό είδος μύκητα, τον Ceratocystis platani και εισήχθη στην Ευρώπη από την Βόρεια Αμερική. Στην Ελλάδα, η ασθένεια εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 2003 στη Μεσσηνία και πήρε μεγάλες διαστάσεις γιατί δεν εφαρμόστηκαν μέτρα καραντίνας για την εξάλειψή της ή τον περιορισμό της διασποράς του παθογόνου στα πρώτα στάδια προσβολής.»
Εξηγώντας για το πώς έγινε, περιγράφει: «Μηχανήματα εκσκαφής μεταφέρονταν από περιοχές με προσβολές σε άλλες περιοχές της χώρας χωρίς κανέναν περιορισμό. Η ασθένεια επεκτάθηκε σε πολλά ποτάμια της χώρας με μηχανήματα που πραγματοποίησαν αντιπλημμυρικά ή άλλα έργα. Σε πολλές περιοχές δημιουργήθηκαν προσβολές με κλαδεύσεις δένδρων με μολυσμένα αλυσοπρίονα και άλλα εργαλεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι μολύνσεις στην περιοχή Πλανητέρο της Αχαΐας από συνεργεία συντήρησης του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας. Στην ίδια περιοχή η κατασκευή του ποδηλατόδρομου Κλειτορίας είχε σαν αποτέλεσμα τη μόλυνση και καταστροφή των δένδρων πλατάνου κατά μήκος του Αροάνιου ποταμού. Επίσης, έργα αναψυχής που έγιναν κατά μήκος του Λάδωνα ποταμού διέδωσαν το παθογόνο, με αποτέλεσμα την καταστροφή της παρόχθιας βλάστησης σχεδόν σε όλο το μήκος του ποταμού».
Επανερχόμενος στο θέμα της αντιμετώπισης της ασθένειας, ο Παναγιώτης Τσόπελας αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ότι «τα προσβεβλημένα δέντρα πρέπει να υλοτομούνται και να απομακρύνονται όσον το δυνατόν συντομότερα, διότι η καθυστέρηση αυξάνει την πιθανότητα διασποράς του παθογόνου σε άλλα δέντρα στην περιοχή».
«Με την υλοτομία των δένδρων», συμπληρώνει, «δεν σταματά η διάδοση του μύκητα μέσω των ριζών, γι’ αυτό θα πρέπει να εφαρμόζεται ζιζανιοκτόνο στα γειτονικά δέντρα, με στόχο τη νέκρωση των ριζών τους, οι οποίες έρχονται σε επαφή και δημιουργούν συνενώσεις με τις ρίζες του προσβεβλημένου δένδρου».
Προληπτικά μέτρα
Παράλληλα, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Τσόπελα, σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της ασθένειας παίζει και η εφαρμογή προληπτικών μέτρων, όπως η αποφυγή εργασιών εκσκαφής και οι κλαδεύσεις δέντρων.
Ειδικότερα, όσον αφορά τις εργασίες εκσκαφής, ο Παναγιώτης Τσόπελας επισημαίνει: «Εργασίες ανάπλασης σε πλατείες, πάρκα και λοιπούς χώρους που φύονται πλατάνια εγκυμονούν κινδύνους προσβολής των δένδρων από πληγώσεις των ριζών και του κορμού. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο όταν στην ευρύτερη περιοχή έχουν σημειωθεί προσβολές. Σε απολύτως αναγκαίες περιπτώσεις εργασιών εκσκαφής, θα πρέπει να έχει προηγηθεί καλός καθαρισμός και απολύμανση μηχανημάτων και εργαλείων, ωστόσο, αυτές οι πρακτικές δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τη μη προσβολή των πλατάνων.»
Σχετικά με τις κλαδεύσεις, τονίζει ότι « παρ΄ ότι οι κλαδεύσεις δένδρων πλατάνου είναι απαραίτητες σε κατοικημένες περιοχές, δυστυχώς έχουν συμβάλλει στη διάδοση της ασθένειας σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας, ιδιαίτερα σε αυτές που γίνονται από συνεργεία τα οποία μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή, όπως αυτά που ασχολούνται με τη συντήρηση δικτύων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας κ.λπ.»
«Για αυτό πριν από την κλάδευση δένδρων πλατάνου» συνεχίζει, «είναι απολύτως απαραίτητος ο καλός καθαρισμός και η απολύμανση των εργαλείων κοπής, ενώ χρειάζεται μεγάλη προσοχή στον καλό καθαρισμό των αλυσοπρίονων από το πριονίδι που εγκλωβίζεται μέσα στο μηχάνημα, πριν από τη χρήση απολυμαντικών ουσιών, διότι ο μύκητας επιβιώνει στο πριονίδι και εισβάλλει στο δέντρο από τις τομές του κλαδέματος».
Επίσης, όπως προσθέτει, «η με οποιονδήποτε τρόπο πλήγωση των δέντρων πλατάνου συμβάλλει στην προσβολή των δένδρων από το παθογόνο, ενώ η κοπή του κισσού που αναπτύσσεται στον κορμό και τους κλάδους πλατάνων έχει προκαλέσει μολύνσεις δένδρων σε πάρα πολλές της Ελλάδας και δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε καμία περίπτωση».
Η πρόληψη
Όσον αφορά στο ρόλο τόσο των υπηρεσιών του κράτους, όσο και των ίδιων των πολιτών για την αντιμετώπιση και την πρόληψη της ασθένειας, ο Παναγιώτης Τσόπελας λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ:
«Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και τους κανονισμούς της Ε.Ε., ο μύκητας Ceratocystis platani περιλαμβάνεται στους επιβλαβείς οργανισμούς καραντίνας. Όταν διαπιστωθεί η παρουσία ενός επιβλαβούς οργανισμού καραντίνας, οι αρμόδιες αρχές του κράτους λαμβάνουν αμέσως όλα τα αναγκαία φυτοϋγειονομικά μέτρα για την εξάλειψη του επιβλαβούς αυτού οργανισμού καραντίνας στη συγκεκριμένη περιοχή.
Σύμφωνα με κοινή υπουργική απόφαση τα μέτρα αντιμετώπισης πρέπει να εφαρμόζονται από τις κατά τόπους Δασικές υπηρεσίες. Ωστόσο, οι Δασικές υπηρεσίες δεν έχουν αρκετό προσωπικό και τα μέσα για να εφαρμόσουν μέτρα αντιμετώπισης. Πάντως μέσα στις πόλεις συνεργάζονται οι δήμοι με τη Δασική υπηρεσία και έχουν εφαρμοστεί μέτρα.»
Επίσης, όπως τονίζει, «σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της ασθένειας παίζει η ενημέρωση υπηρεσιών και εργοληπτών, που σχετίζονται με δημόσια έργα, για τον κίνδυνο διάδοσης της ασθένειας σε περιοχές που υπάρχουν προσβολές, και την λήψη μέτρων για την αποφυγή της διασποράς, όπως επίσης και των ίδιων των πολιτών».