Γράφει ο Γιώργος Μαμάκης
Είναι ένα χωριό της νότιας Κρήτης κοντά στην Βιάννο χτισμένο σε μαγευτικό τοπίο: περβόλια, λόφοι και ποτάμια περιτριγυρίζουν τα πέτρινα σπίτια και δημιουργούν ένα σκηνικό σαν ταινίας.
Πάνω από 150 ήταν οι οικογένειες και εξακόσιοι περίπου οι κάτοικοι του Καλαμίου πριν αρχίσει η απότομη και πλήρη ερημοποίηση του στα μέσα της δεκαετίας του ΄70.
Oι κάτοικοι κατέβηκαν προς τα νότια παράλια, ψάχνοντας μια καλύτερη τύχη στις θερμοσκοπικές καλλιέργειες. Kάποιοι έφυγαν προς τα αστικά κέντρα.
Το Καλάμι χτίστηκε ανάμεσα στα τέλη της ενετοκρατίας και τις αρχές της τουρκοκρατίας.
Ο πιο βασικός λόγος για την κατασκευή του και μάλιστα σε τέτοιο σημείο ήταν η προστασία των ανθρώπων από εχθρικές επιδρομές. Γι’ αυτό και επιλέχθηκε να χτιστεί σε μια τέτοια ημιορεινή περιοχή.
Παραδοσιακό κρητικό χωριό ήταν με χαρακτηριστικό, έντονο οικιστικό πυρήνα: καλντερίμια και αυλές, πετρόκτιστα σπίτια με σμιλευμένα υπέρθυρα, κατώγια και ανώγια με ξύλινες εσωτερικές σκάλες, βεράντες και πεζούλες σκιερές.
Τα χρόνια όμως πέρασαν, οι ανάγκες των ανθρώπων άλλαξαν και κατά τη δεκαετία του ’70 οι οικογένειες το εγκατέλειψαν μαζικά.
Οι εικόνες της εγκατάλειψης δημιουργούν σήμερα ένα ανατριχιαστικό συναίσθημα.
Η μελαγχολία έχει κυριεύσει το χωριό που πριν μερικές δεκαετίες ήταν γεμάτο ζωή.
Μισάνοιχτες πόρτες εικονογραφούν την «ανελέητη εξουσία του χρόνου» στους τόπους των ανθρώπων .
Το Καλάμι μοιάζει σήμερα με απόκοσμο κινηματογραφικό σκηνικό- όχι μόνο γιατί είναι έρημο, άδειο από φωνές και βήματα, αλλά και γιατί είναι ένας γραφικός οικισμός σε έναν «δύσκολο», πάντως όμορφο, τόπο.
Το παράδειγμα του Καλαμιού στη σύγχρονη εποχή επιβεβαιώνει διά ζώσης πως ο χρόνος επεμβαίνει αδίστακτα στους τόπους των ανθρώπων, πως όλοι προσπαθώντας να βελτιώσουμε τις συνθήκες της ζωής μας πρέπει, συχνά, να αφήσουμε κάτι πίσω- τρέχοντας μπροστά να προσπεράσουμε κομμάτια του εαυτού μας.
Και να εγκαταλείψουμε θραύσματα παρελθόντος βίου και αγαπημένων αναμνήσεων.
Συνηθισμένη ιστορία που το Καλάμι εικονογραφεί εμφατικά!