Το τρέχον παραγωγικό έτος (2023) αποτελεί μια χρονιά με πολλές προκλήσεις για τους παραγωγούς ελαιολάδου στην Ιταλία, καθώς από την έναρξη της συγκομιδής ελαιοκαρπών φάνηκε ότι η φετινή παραγωγή ελαιολάδου είναι σημαντικά μειωμένη, από 30 έως και 70%, ενώ οι τιμές εκτιμώνται ότι θα διπλασιαστούν, συγκριτικά με πέρυσι, αναφέρει το σημείο της ελληνικής πρεσβείας στη Ρώμη (γραφείο ΟΕΥ Μιλάνου).
Η κατάσταση αποδίδεται στην κλιματική αλλαγή καθώς και στις ασθένειες που έχουν προσβάλει κάποιους από τους ιταλικούς ελαιώνες. Εξαιτίας των ασυνήθιστα υψηλών θερμοκρασιών και της υγρασίας της προηγούμενης περιόδου, που ευνοούν τους μύκητες και τα βακτήρια, τα παράγωγα φοβούνται ότι, η ποιότητα του ελαιολάδου δεν είναι εγγυημένη, δεδομένου ότι η ιταλική παραγωγή είναι, ως επί τω πλείστων, βιολογική, και άρα. δεν θα μπορέσουν να αμυνθούν με τη χρήση φυτοφαρμάκων.
Ορισμένοι παράγωγοι κατέγραψαν ως θετική εξέλιξη το γεγονός ότι, λόγω της πρώτης ανθοφορίας, οι άρρωστες ελιές έπεσαν και δεν επηρέασαν τη συγκομιδή. Λόγω της χαμηλής παραγωγής, και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών του κλάδου, η αξία του ελαιολάδου θα εκτιναχθεί, με την τιμή του λίτρου να φτάνει μεταξύ 16 και 18 ευρώ, τοποθετώντας το ελαιόλαδο ανάμεσα στα προϊόντα που σημειώνουν τη μεγαλύτερη αύξηση τιμής στο καλάθι. αγορών του ιταλικού νοικοκυριού. Ως εκ των ανωτέρω εκτιμάται ότι, φέτος, οι εισαγωγές στην ιταλική αγορά θα είναι αυξημένες.
Παρά τις δυσκολίες που βιώνει, το τρέχον έτος, και η ελληνική κοινότητα ελαιοπαραγωγών, η Ελλάδα διαφαίνεται να αντισταθμίζει την τάση με συγκριτικά καλή συγκομιδή και να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από άλλες μεσογειακές χώρες. Συναφώς, και υπό προϋποθέσεις έναρξης προοπτικές αξιοποίησης ενός αυξημένου ελληνικού μεριδίου στη διεθνή αγορά.
Η Ελλάδα τοποθετείται σταθερά μεταξύ των μεγαλύτερων ελαιοπαραγωγών και παρέχει περίπου το 10% της παγκόσμιας προσφοράς. Ωστόσο, στην διεθνή αγορά του επώνυμου ελαιολάδου η χώρα μας διεκδικεί μόνο το 23%, με μεγάλο ποσοστό της παραγωγής του επώνυμου ελαιολάδου. Υπάρχει ακόμα χώρος για να αναπτυχθεί επώνυμο ελληνικό ελαιόλαδο. Ειδικοί του κλάδου εκτιμούν ότι οι εξαγωγές επώνυμου ελληνικού λαδιού θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και 20% τα επόμενα 2-3 χρόνια.
Από πλευράς μας, συγκρατούμε την αυξητική τάση στις ιταλικές εισαγωγές, καθώς και το γεγονός ότι, το 80% του συνόλου των ιταλικών εισαγωγών ελαιολάδου προέρχεται από δύο χώρες ήτοι (61% έως το 2022) και Ελλάδα (22%) και έπονται, με μικρότερα μερίδια, Τυνησία (9%) και Πορτογαλία (7%). Από την άλλη πλευρά, οι ιταλικές εξαγωγές ελαιόλαδου κατευθύνονται προς ΗΠΑ (32%), Γερμανία (12%), Γαλλία (8%), Ιαπωνία (6%) και Καναδά (5%).