Γράφει ο Γεώργιος Σαρρής
Ανακαλύφθηκε αρχές Ιουλίου του 1908 στα υπόγεια δωμάτια του μινωικού παλατιού και έκτοτε αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της αρχαιολογίας. Οσοι τον αντίκρισαν έμειναν έκπληκτοι, καθώς πρόκειται για την πρώτη μορφή τυπογραφίας στην ιστορία της ανθρωπότητας
Το θέαμα που αντίκρισε ο Ιταλός αρχαιολόγος εκείνη τη ζεστή μέρα του Ιουλίου, 60 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Ηρακλείου, έκανε τις κόρες των ματιών του να διασταλούν. Εχοντας τρυπώσει στα υπόγεια δωμάτια του μινωικού παλατιού της Φαιστού εντοπίζει άθικτο έναν λεπτοκαμωμένο δίσκο ψημένου πηλού, με διάμετρο μόλις 15 εκατοστά.
Τον παίρνει προσεκτικά στα χέρια του, τον φυσάει προκειμένου να φύγει η στάχτη που έχει πέσει πάνω και παρατηρεί ότι εκατέρωθεν υπάρχει μια σειρά από ακατάληπτα σχέδια γραμμένα στριφογυριστά σαν σε σαλίγκαρο, από μέσα προς τα έξω. Ή μήπως από έξω προς τα μέσα; Οπως και να ’χει, αντιλαμβάνεται ότι το εύρημα είναι σημαντικό.
Ο Λουίτζι Περνιέ μόλις είχε ανακαλύψει τον Δίσκο της Φαιστού. Ήταν 3 Ιουλίου του 1908. Ολοι οι παριστάμενοι αρχαιολόγοι πέφτουν μεμιάς πάνω από το πολύτιμο εύρημα που βλέπει το φως του ήλιου και πάλι έπειτα από σχεδόν 3.700 χρόνια. Το περιεργάζονται σχολαστικά.
Μετρούν στις δύο όψεις του συνολικά 241 σύμβολα (122 στη μία πλευρά και 119 στην άλλη) που χωρίζονται σε 45 ομάδες. Κάποια απεικονίζουν ανθρώπους, πουλιά, φυτά, χτένες, γάντια και πλοία. Το πιο συχνό σύμβολο είναι ένα κεφάλι ανθρώπου με λοφίο. Το συναντάμε 19 φορές. Ενα κράνος σε σχήμα καμπάνας απαντάται 18 φορές, μια ασπίδα 17 φορές, ένα τομάρι ζώου, πιθανόν βοδιού, 15 φορές, μια γωνία ξυλουργού που μοιάζει με μπούμερανγκ 12 φορές, μια γάτα 11 φορές και πάει λέγοντας.
Αυτό που προκάλεσε τεράστια εντύπωση, όμως, στους ερευνητές είναι ο τρόπος με τον οποίο είχε δημιουργηθεί η ελικοειδής σύνθεση.
Πώς δημιουργήθηκε
Ο άγνωστος καλλιτέχνης είχε φτιάξει τα σχέδια πατώντας τις ιερογλυφικές «σφραγίδες» πάνω στον πηλό όταν αυτός ήταν ακόμη μαλακός· ας πούμε όπως σφραγίζουμε στις μέρες μας τα παραδοσιακά χριστόψωμα. Εν συνεχεία ο δίσκος ψήθηκε σε υψηλή θερμοκρασία και προέκυψε αυτό το καλαίσθητο αποτέλεσμα. Την ίδια μέθοδο χρησιμοποίησε το 1455 ο Γερμανός Γιόχαν Γκούτενμπεργκ (Γουτεμβέργιος), μόνο που εκείνος μελάνωνε τα τυπογραφικά στοιχεία αποτυπώνοντάς τα πάνω σε χαρτί και όχι σε νωπό πηλο. Αρα στη Φαιστό είχαμε την πρώτη μορφή τυπογραφίας στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η ανακάλυψη αυτή προκάλεσε παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Πρώτος έσπευσε να τον δει από κοντά ο Βρετανός αρχαιολόγος σερ Αρθρουρ Εβανς, ο οποίος οκτώ χρόνια νωρίτερα (το 1900) είχε αρχίσει να φέρνει στην επιφάνεια το θαμμένο παλάτι της Κνωσού που έκρυβε επί αιώνες στα σπλάχνα της η Κρήτη και φέρεται κατά την παράδοση να αποτελούσε την έδρα του βασιλιά Μίνωα.
Μέχρι και σήμερα ο Δίσκος της Φαιστού παραμένει ένα από τα γνωστότερα μυστήρια της εγχώριας αρχαιολογίας, καθώς δεν έχει επιβεβαιωθεί με σιγουριά ούτε ο σκοπός της κατασκευής του ούτε και το νόημα των αναγραφομένων σε αυτόν. Δεκάδες επιστήμονες και ερασιτέχνες αρχαιολόγοι έχουν επιχειρήσει κατά καιρούς να αποκρυπτογραφήσουν τα μυστικά του μικρού αυτού ευρήματος, με τις θεωρίες να μην έχουν τέλος.
Το 1911 ο Αμερικανός πανεπιστημιακός Τζορτζ Χεμπλ υποστήριξε ότι πρόκειται για ιερατικό κείμενο γραμμένο σε ιωνική γλώσσα που περιγράφει μια θυσία.
Το ίδιο έτος η Αγγλίδα μελετήτρια των ομηρικών επών Φλόρενς Στάγουελ εκτίμησε ότι ο δίσκος είναι γραμμένος στα ελληνικά της εποχής του Ομήρου (δηλαδή περίπου του 8ου αιώνα π.Χ.), ενώ το 1914 ο Γάλλος γλωσσολόγος Αλμπερτ Κουνί θα κάνει λόγο για αιγυπτιακά ιερογλυφικά.
Το 1975 ο μαθηματικός Ζαν Φοκουνό ανακοινώνει ότι κάνοντας χρήση της στατιστικής διαπίστωσε πως το κείμενο είναι γραμμένο σε πρωτοϊωνική συλλαβική γραφή που χρησιμοποιούσαν και οι απόγονοι των Πελασγών στον χώρο του Αιγαίου.
Ως αρχή μάλιστα του κειμένου έδωσε τη φράση: «Ο Αρίων, ο γιος του Αργου, είναι απαράμιλλος. Μοίρασε τα λάφυρα της μάχης». Δεν ήταν πάντως λίγοι αυτοί που τον χαρακτήρισαν φαντασιόπληκτο. Γενικώς ο καθένας αναπτύσσει και μια δική του θεωρία. Μέχρι και ότι πρόκειται για γλώσσα των Βάσκων ειπώθηκε ή ότι πρόκειται για πλαστό εύρημα που το έφτιαξαν κάποιοι που ήθελαν απλώς να κάνουν φάρσα.
Ο δίσκος όμως είναι γενικά αποδεκτός στις μέρες μας από την αρχαιολογική κοινότητα, ενώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο εάν συνυπολογίσει κανείς ότι στο υπόγειο του δωματίου XL- 101 του μινωικού παλατιού της Φαιστού εκτός από τον δίσκο (που χρονολογείται μάλλον μεταξύ 1850 π.Χ. με 1600 π.Χ.) είχε βρεθεί και ένα πλακίδιο με κείμενο αποτυπωμένο σε Γραμμική Α – τη μινωική γραφή συλλαβογραμμάτων δηλαδή της περιόδου μεταξύ 1800 και 1450 π.Χ. που δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί.
«Δεν θα μάθουμε ποτέ τι λέει»
Ο Βέλγος αρχαιολόγος και μελετητής των προϊστορικών γλωσσών της Μεσογείου, καθηγητής Λουί Γκοντάρ, έχει την άποψη ότι ο Δίσκος της Φαιστού δεν πρόκειται να αποκρυπτογραφηθεί ποτέ. Παρουσιά- ζοντας στις αρχές Νοεμβρίου του 1995 την ελληνική μετάφραση του βιβλίου του «Ο Δίσκος της Φαιστού – το αίνιγμα μιας γραφής του Αιγαίου» (εκδόσεις Ιτανος), εξέφρασε την άποψη ότι δεν θα μάθουμε ποτέ τι λέει το μυστηριώδες κείμενο.
«Κουράστηκα να απαντώ στους περίεργους φιλολόγους που μου στέλνουν γράμματα με δήθεν αποκρυπτογραφήσεις του δίσκου. Τα 241 σύμβολα με τις 45 διαφορετικές απεικονίσεις δεν έχουν καμία σχέση με την κρητική ιερογλυφική ή με τη Γραμμική Α και Β ή με κάποια αλφαβητική. Είναι συλλαβογράμματα μιας άγνωστης γλώσσας. Για να αποκρυπτογραφήσουμε τον κώδικα, πρέπει να έχουμε στη διάθεσή μας όχι 241, αλλά μερικές χιλιάδες τέτοια σύμβολα» υπογραμμίζει. Ο ίδιος κατέληξε σε δύο συμπεράσματα από τη σύγκριση των συμβόλων του δίσκου με άλλες αρχαιολογικές ενδείξεις της ίδιας εποχή.
Άγνωστη γλώσσα
Το πρώτο είναι ότι πρόκειται για μια άγνωστη γλώσσα που έχει σχέση με την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου και το δεύτερο ότι τα περισσότερα σύμβολα ανήκουν στον αιγαιακό χώρο και στον κρητο-μυκηναϊκό κόσμο. Επηρεασμένος από το βιβλίο του Γκοντάρ, ο καθηγητής Πληροφορικής στο ΤΕΙ Ηρακλείου Κρήτης Μηνάς Τσικριτσής θα καταλήξει το 1998 στο συμπέρασμα ότι ο Δίσκος της Φαιστού ήταν μάλλον ένα είδος κτηματολογίου της εποχής, άποψη που υποστήριξαν και άλλοι μελετητές αργότερα.
Ποιητής γένους θηλυκού
Η πιο πρόσφατη θεωρία είναι αυτή του γλωσσολόγου δρος Γκάρεθ Οουενς, ειδικού σε θέματα μινωικής γραφής, ο οποίος ζει στην Κρήτη πάνω από 30 χρόνια και εργάζεται στο Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ιδρυμα του νησιού. Μόλις τον Φεβρουάριο του 2018 ανακοίνωσε ενώπιον κοινού σε άπταιστα ελληνικά ότι «κατόπιν πολυετούς έρευνας διαπιστώνουμε ότι ο Δίσκος της Φαιστού απαρτίζεται στις δύο πλευρές του από 61 λέξεις σε 18 ομοιοκατάληκτους στίχους.
Εξι λέξεις από αυτές αναφέρονται στο Φως, έξι στη δύση του Φωτός, τρεις λέξεις είναι αφιερωμένες σε μια έγκυο θεότητα και άλλες δέκα είναι επί της ουσίας διάφορα επίθετα που χαρακτηρίζουν αυτήν τη θεότητα που άλλοτε ονομάζεται Πασιφάη (η μητέρα του Μίνωα), άλλοτε πάλι Αστάρτη-Αφαία (η μεσανατολικής προέλευσης θεότητα του έρωτα, του πολέμου, της φύσης και των βουνών, που αργότερα οι Κύπριοι ονόμασαν Αφροδίτη). Στην α’ πλευρά του Δίσκου της Φαιστού γίνεται λόγος για την έγκυο θεότητα που λάμπει, ενώ στη β’ πλευρά ξεχωρίζει μια πρόταση με στίχους σε ποιητική παρήχηση, που είναι αφιερωμένοι στη θεότητα που δύει.
Κάτι σαν… μαντινάδα ή σαιξπηρικό σονέτο. Δεν έχουμε καταφέρει να προβούμε σε αυτολεξεί μετάφραση, αλλά έχουμε πλησιάσει στο νόημα». Ο καθηγητής θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο να χρησίμευε ο δίσκος σαν ένα τάμα για την ευτυχή κατάληξη μιας γέννας, γι’ αυτό άλλωστε εντοπίζεται και αυτή η επίμονη αναφορά στην έγκυο θεότητα. «Με δεδομένη μάλιστα την αναβαθμισμένη θέση της γυναίκας στη μινωική κοινωνία δεν αποκλείεται ο “ποιητής” να ήταν γένους θηλυκού» υποστηρίζει. Ο αινιγματικός ενεπίγραφος Δίσκος της Φαιστού φυλάσσεται μέχρι και σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου, λίγα χιλιόμετρα δηλαδή μακριά από τον τόπο όπου ανακαλύφθηκε.
Πηγή: ethnos.grΒΑΣΤΕ ΤΟ ΝΕΟ APP ΤΟΥ ΕΘΝΟ