Γράφει ο Μιχάλης Στρατάκης*
Και σε ποιόν δεν αρέσει ν’ ανοίγει δέματα με δώρα και καλούδια.
Εκείνα τα δευτερόλεπτα του ανοίγματος, πράμα άλλο δεν είναι παρά μια συγκλονιστική γλυκιά προσμονή, μια συνταρακτική αγωνία, ίσαμε ν’ αποκαλυφθεί το όνειρο.
Ίδιος κι απαράλλαχτος ήμουν, και εξακολουθώ να είμαι, κι ελόγου μου.
Δεν είναι αυτό καθαυτό το δώρο που με συγκινεί, είναι αυτά τα δευτερόλεπτα της συγκλονιστικής αποκάλυψης του.
Τέτοιες συγκινήσεις κι αν δεν έχω ζήσει, τόσο στα μικράτα μου όσο και στα μεγαλίστικα μου.
Μα σαν τη συγκίνηση που έκρυβε μέσα της η βούργια, άλλη συγκίνηση δεν εγνώρισα.
Ετούτο το βουργιάλι, από υφαντό πανί, με τα πολύχρωμα κορδόνια του, με τον πρωτογονισμό των χρωμάτων και των σχεδίων του, ήτανε για μένα δυο πράματα.
Η ζωή και η ευτυχία.
Ή, καλύτερα, ήταν ένα πράμα, η ευτυχισμένη ζωή.
Η βούργια, τις περισσότερες φορές, περιείχε τροφή για κείνους που δουλεύανε μακριά από το κονάκι τους, στα χωράφια, στα μιτάτα, στο γιαλό.
Στο νου μου έχω και τούτη τη στιγμή τη χέρα του πατέρα μου, καθώς έβγαζε από το βουργιάλι αυτά που θα τρώγαμε, καθισμένοι κατάχαμα στη ρίζα και στον ασκιανό μιας ελιάς, παραδίπλα στη μπουλτόζα του που ξαπόσταινε κι αυτή μαζί μ’ εμάς.
Παξιμάδι, ελιές, ξερό αθότυρο, ντομάτα και κρεμμύδι.
Και ένα παγούρι με κρασί για τον πατέρα μου.
Παρότι ήξερα τι μας είχε βάλει η μάνα μου στη βούργια, η γλυκιά προσμονή της αποκάλυψης του περιεχόμενο της έκανε την καρδιά μου να βροντοχτυπά, κατά πως μόνο οι καρδιές των κοπελιών μπορούν και βροντοχτυπούνε.
Το κεφαλομάντηλο του έβγαζε ο κύρης μου και το ‘στρωνε στο χώμα για ν’ αποθέσει απάνω του το προσφάι μας.
Τα μάθια μου ήσανε γίνει ένα με τη χέρα του.
Και κάθε φορά που την έβγαζε από το βουργιάλι, αιστανόμουν το στόμα μου να γεμίζει με σάλιο λαχτάρας.
Παξιμάδι, ελιές, ξερό αθότυρο, ντομάτα και κρεμίδι.
Και δίπλα τους η βούργια, που ακράδαντα επίστευα πως σ’ αυτήν χρωστούσαμε τη ζωή μας.
Τη ζωή μας και την ευτυχία μας, δηλαδή την ευτυχισμένη ζωή μας.
Ίσαμε που μεγάλωσα και γκρεμίστηκε το όνειρο.
* O Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος και κατάγεται από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς