του Πέτρου Μηλιαράκη*
Οι ημέρες των Χριστουγέννων είναι πρόσφορες για αναστοχασμό, αυτοκριτική και κριτική. Προκειμένου δε «περί των κοινών», καλόν είναι να υπάρχουν αποστάσεις από αντιδικίες κομματικές και πολιτικές, καθόσον οι συναφείς εντάσεις δεν συμβιβάζονται με το κλίμα των ημερών.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές ο εορτασμός των Χριστουγέννων, της έλευσης δηλαδή του Ιησού επί Γης, αφετηρία του έχει το έτος 335 μ.Χ στη Ρώμη. Η επέτειος δε της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας των Χριστουγέννων, ήταν η κατάληξη έρευνας των Αρχείων της Ρώμης με βάση την απογραφή που έγινε επί Αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε αναγωγή όμως και με τις ρήσεις του Ευαγγελίου.
Τα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που πρέπει να ενώνει την κοινωνία. Άλλωστε αφορά πολλά Δόγματα της Χριστιανοσύνης και πολυπολιτισμικές κοινωνίες όπου Γης. Ειδικότερα, το Ορθόδοξο Δόγμα του Χριστιανισμού, επ’ ευκαιρία της γιορτής των Χριστουγέννων, δεν απευθύνει μόνο κήρυγμα αγάπης αλλά και κήρυγμα ειρήνης.
Η έλευση του Ιησού διαμόρφωσε ένα άλλο πολιτισμό. Ασφαλώς τα επιμέρους Δόγματα (λόγω της διάσπασης που έλαβε χώρα στο πλαίσιο της Χριστιανικής πίστης), διαμόρφωσαν και επιμέρους αντιλήψεις περί του Θείου, περί του τρόπου άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων και λατρείας και εν τέλει περί του τρόπου που πρέπει σε μια κοινωνία να συμβιούν και να συμπεριφέρονται οι άνθρωποι. Είναι πρόδηλο ότι η βασική τριχοτόμηση του Χριστιανισμού σε Ορθόδοξους, Καθολικούς και Προτεστάντες, διαμόρφωσε επιμέρους αντιλήψεις και επιμέρους συνειδήσεις, αναφορικώς με την ατομική συμπεριφορά και την κοινωνική συμβίωση.
Εφόσον δε, πολλοί ομιλούν αλλά και ερωτούν για τη σχέση του «Προτεσταντισμού με τονΚαπιταλισμό» και την τιμωρητική αντίληψη των Προτεσταντών που αφορά ακόμη και στην κρίση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, υπ όψιν τα εξής:
Στη παγκόσμια ιστορία της κοινωνίας και της οικονομίας είναι κοινός τόπος ότι η παραγωγή σε οποιαδήποτε βαθμίδα ανάπτυξης και εάν βρίσκεται έχει πάντοτε δύο (2) πλευρές: τις παραγωγικές δυνάμεις και τις παραγωγικές σχέσεις.
Παραγωγικές δυνάμεις είναι τα μέσα παραγωγής που δημιούργησε η κοινωνία και αφορούν τα εργαλεία εργασίας, αλλά και τους ανθρώπους που παράγουν τα υλικά αγαθά. Οι άνθρωποι με βάση τις γνώσεις που έχουν αποκτήσει κα τις δεξιότητες τους, την εν γένει πείρα, την εργασιακή πρακτική και την επιμόρφωσή τους στα αντικείμενά τους, θέτουν σε κίνηση την παραγωγική διαδικασία. Ταυτοχρόνως εξασφαλίζεται η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και πραγματοποιείται η παραγωγή των υλικών αγαθών σε ολοένα αυξανόμενο όγκο –σε σχέση πάντα με την σχετική ζήτηση. Αλλά και η σχετική ζήτηση πολλές φορές επηρεάζεται από τον τρόπο που εμφανίζεται ένα προϊόν και στο κατά πόσον αυτό είναι αναγκαίο για τη χρήση του. Ασφαλώς οι άνθρωποι δεν παράγουν τα υλικά αγαθά ο καθένας χωριστά από τον άλλο. Τα παράγουν από κοινού. Δηλαδή, η παραγωγή έχει κοινωνική σημασία και περιεχόμενο. Ας σκεφτούμε π.χ. ένα εργοστάσιο υποδηματοποιίας. Ας σκεφτούμε πόσοι άνθρωποι εργάζονται γα την κατασκευή ενός και μόνο εμπορεύματος, των υποδημάτων. Για την κατασκευή αυτή και τη θέση σε κυκλοφορία του συγκεκριμένου προϊόντος, αμέτρητος αριθμός εργαζομένων προσέφερε τις υπηρεσίες του σε μια αλυσίδα ενεργειών που αφορά στο δέρμα, στα νήματα, στο σχέδιο, στην τελική μορφή και τέλος στη διακίνηση και προώθηση.
Το προαναφερόμενο παράδειγμα αποδεικνύει ότι τα υλικά αγαθά που παράγονται και οι άνθρωποι που ενεργούν στο χώρο, αλληλοσυνδέονται και αλληλοεξαρτώνται. Τις σχέσεις αυτές ανάμεσα στους ανθρώπους που εμφανίζονται στη διαδικασία της παραγωγής, της ανταλλαγής και της διανομής των υλικών αγαθών, ο Μαρξ τις ονόμασε «σχέσεις παραγωγής». Αυτές ακριβώς οι «σχέσεις παραγωγής», μπορεί να είναι σχέσεις συνεργασίας, ή σχέσεις εκμετάλλευσης.
Η ιστορία της εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας μπορεί να διαχωριστεί σύμφωνα και με τη μαρξιστική αντίληψη και θεωρία σε πέντε (5) βασικά στάδια σχέσεων παραγωγής. Ένα εξ αυτών είναι το φεουδαρχικό το οποίο παραχώρησε τη θέση του στο καπιταλιστικό.
- ΑΠΌ ΤΗ ΦΕΟΥΔΑΡΧΊΑ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΌ
Κύρια αναφορά όμως, σε σχέση με την κατάρρευση του φεουδαρχικού συστήματος, και την εισαγωγή στους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, πρέπει να γίνει με βάση τη θρησκευτική μεταρρύθμιση που ξεκίνησε στη Γερμανία το 1517 με το Μαρτίνο Λούθηρο. Από το ιστορικό αυτό στάδιο και μετά ο Χριστιανισμός κυρίως διαμορφώνεται σε τρεις επιμέρους κλάδους ή δόγματα, που αποτελούν την Ορθοδοξία, τον Καθολικισμό και τον Προτεσταντισμό (protest=διαμαρτυρία).
Ανεξαρτήτως του φαινομένου των προκαπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, η κατάρρευση του μεσαιωνικού συστήματος της φεουδαρχικής κοινωνίας επέδρασε σε όλες τις παραγωγικές διαδικασίες της περιόδου. Από το ιστορικό αυτό σημείο και μετά αρχίζει να διαμορφώνεται μια νέα τάξη πραγμάτων, όπου ο άνθρωπος εκτός του περιγράμματος του φέουδου ήταν πλέον ελεύθερος να ενεργήσει και να σκεφτεί με τρόπο ανεξάρτητο. Να γίνει δηλαδή κυρίαρχος του εαυτού του και να διαθέσει τη ζωή του κατά την κρίση του και όχι όπως του επιβαλλόταν στο καθεστώς της φεουδαρχίας.
- ΟΙ ΑΡΧΈΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΎ
Την περίοδο του μεσαίωνα ο άνθρωπος εργαζόταν κάτω από μια συγκεκριμένη ανάγκη και ένα συγκεκριμένο σκοπό. Να κερδίσει απλώς το ψωμί του. Δεν υπήρχε δηλαδή ανάγκη, όπως επισημαίνει και ο Max Weber, να εργάζεται κάποιος περισσότερο προκειμένου να εξασφαλίσει το πατροπαράδοτο βιοτικό του επίπεδο. Ωστόσο η εξέλιξη του καπιταλισμού συμπίπτει με την καθιέρωση, σε μεγάλη έκταση, του Προτεσταντισμού και ιδρύονται τα νέα δόγματα κοινωνικής συμπεριφοράς και οικονομίας.
Η συνύπαρξη αυτή αναδεικνύει πράγματι μια νέα τάξη πραγμάτων. Το δόγμα πια δεν αφορά την εξασφάλιση του πατροπαράδοτου βιοτικού επιπέδου, αλλά την ανάδειξη μιας επιτυχημένης τάξης μέσα στην κοινωνία. Η τάξη αυτή επωφελήθηκε των παραγωγικών σχέσεων σε τέτοιο βαθμό που κατόρθωσε να αποκτήσει αληθινό πλούτο και εξ αυτού οικονομική, κοινωνική και πολιτική δύναμη.
Ταυτοχρόνως ο Προτεσταντισμός διαμόρφωσε μια συγκεκριμένη αντίληψη περί εργασίας. Ιδιαιτέρως στον Καλβινισμό που εντάσσεται προδήλως στον Προτεσταντισμό, οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες οδήγησαν τον «διαμαρτυρόμενο άνθρωπο» στο να αναδείξει ως κυρίως έννομο αγαθό την επαγγελματική του προσπάθεια με ιδιαίτερη έμφαση στα αποτελέσματά της. Δηλαδή αποδιδόταν ιδιαίτερη έμφαση στην επιχειρηματική επιτυχία ή αποτυχία.
Και ενώ το πνεύμα του Καπιταλισμού (λόγω των προκαπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής) προϋπήρχε της έναρξης της μετάβασης στην καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής, ο Προτεσταντισμός άσκησε θετική κα άμεση επίδραση για την καθιέρωση του Καπιταλισμού. Το δόγμα που κυριάρχησε απέβλεπε στην επιβεβαίωση να ανήκει κάποιος στην αριστοκρατία των εκλεκτών και επιτυχημένων μέσα από τη σκληρή εργασία.
Ταυτοχρόνως στο πλαίσιο της νέας δογματικής για την παραγωγή και την οικονομία, η προτεσταντική αντίληψη και ηθική εναντιώθηκε στην υπερκατανάλωση, την οποία θεώρησε πλεονεξία και τούτο γιατί κρίθηκε ότι αυτή η υπερκατανάλωση εμπόδιζε τη συσσώρευση του κεφαλαίου και επομένως την προοπτική της επένδυσης, που είναι και η καρδιά της καπιταλιστικής νοοτροπίας και λογικής.
Έτσι ο Προτεσταντισμός εστίασε ιδιαιτέρως στην αντίληψη του «διαμαρτυρόμενου ανθρώπου» γύρω από το χρήμα και το κεφάλαιο, ενώ παραλλήλως αναδείχθηκε η τοκοφορία ως θετικό συνεπακόλουθο της πίστωσης. Ο τόκος που αφορά θεμέλιο της καπιταλιστικής λογικής, νομιμοποιήθηκε ιστορικώς μετά τη γαλλική επανάσταση, ενώ πριν την επικράτηση του προτεσταντικού δόγματος ο τόκος εθεωρήτο «απαξία». Ωστόσο, με την επικράτηση του Προτεσταντισμού ο τόκος αποκαταστάθηκε ως απολύτως ηθικός και νόμιμος. Υπ’ όψιν, άλλωστε, ότι υπάρχουν θρησκευτικά κείμενα που περιέγραφαν τον «τοκετό του χρήματος», απ’ όπου ετυμολογικά προκύπτει και η λέξη «τόκος»(1).
Παραλλήλως στις βασικές θέσεις του Προτεσταντισμού ταυτίστηκε και ο χρόνος με το χρήμα. Η διατύπωση του αξιώματος ότι «ο χρόνος είναι χρήμα», αφορά ανεπιφυλάκτως προτεσταντική ηθική και αντίληψη.
Παραλλήλως η προτεσταντική ηθική στο πρότυπο της κοινωνικής διαβίωσης καθιέρωσε και την αρχή αποτροπής της ιδιαίτερης κατανάλωσης. Έτσι επεβλήθη η αρχή «να ζεις με όσα έχεις».
Ταυτοχρόνως στον Προτεσταντισμό απαξιώνεται πλήρως η έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης. Έτσι ενισχύεται αυτοδικαίως η αρχή της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο. Ο Προτεσταντισμός καθιέρωσε το δόγμα ότι «η φιλανθρωπία δεν είναι λύση». Και η φιλανθρωπία κατά το δόγμα αυτό δεν είναι λύση, καθόσον για τον προτεστάντη «η ευθύνη ανήκει στο άτομο». Και τούτο γιατί το άτομο έχει τον απόλυτο έλεγχο των πράξεών του, οπότε η αλληλεγγύη προς αυτό, εφόσον πάσχει, ευρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με την ηθική αρχή της ατομικής ευθύνης. Το άτομο που δρα στο κοινωνικό σύνολο, στην κοινωνία και στην οικονομία, έχει τον απόλυτο έλεγχο των πράξεών του και είναι υπεύθυνο αυτών.
Έτσι αναπτύσσεται μια τιμωρητική αντίληψη γύρω από τα άτομα, τις οικογένειες ή τις οργανωμένες κοινωνίες που κατά το προτεσταντικό δόγμα έκαναν υπέρβαση των δυνατοτήτων τους ως προς την κατανάλωση και την εξυπηρέτηση διαβίωσης βιοτικού επιπέδου, που δεν θα έπρεπε να τους ανήκει ή να τους αναλογεί.
Με τα προαναφερόμενα που εξ αντικειμένου «ασφυκτιούν» στο παρόν περίγραμμα και δεν επιτρέπουν περαιτέρω ανάπτυξη, δίδεται μια εξήγηση για την επικράτηση του σκληρού πυρήνα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένα συμπέρασμα: ότι το προτεσταντικό δόγμα κυριαρχεί σήμερα στα «κέντρα λήψης των αποφάσεων» στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Γιάνης Βαρουφάκης, Μιλώντας στην κόρη μου, Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, (2021), σελ. 62 , 1η έκδοση Σεπτέμβριος 2014.
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).