Γράφει ο Αντώνης Σανουδάκης – Σανούδος*
Η Επανάσταση στην Κρήτη δεν άργησε να εκδηλωθεί παρά τις ιδιαίτερα δυσμενείς, αντικειμενικές για την Κρήτη συνθήκες, που αφορούσαν, κυρίως, στο πλήθος και τη σκληρότητα των Οθωμανών στο νησί, οχυρωμένων στα ισχυρά φρούρια καθώς και στην έλλειψη πολεμικών εφοδίων. Ως ημερομηνία έναρξης της επανάστασης στην Κρήτη θεωρείται η 14η Ιουνίου, με την πρώτη νικηφόρα μάχη των επαναστατών στο Λούλο Χανίων.
Ωστόσο, μετά την έναρξη της Επανάστασης στην κυρίως Ελλάδα, οι πρόκριτοι και προεστώτες των Σφακίων πραγματοποίησαν σύσκεψη, στις 7 Απριλίου 1821, στα Γλυκά Νερά, όπου αποφάσισαν την επανάσταση και στην Κρήτη. Η ομόφωνη αυτή απόφαση τέθηκε προς επικύρωση σε ευρύτερη Συνέλευση, στις 15 Απριλίου στο Λουτρό Σφακίων, με τη συμμετοχή οπλαρχηγών και προκρίτων και από άλλες επαρχίες της Κρήτης.
Μετά από τις προηγηθείσες συνελεύσεις, στις 21 Μαΐου 1821, στην Παναγία τη Θυμιανή, σχηματίστηκε “Επαναστατική Επιτροπή, συντονισμού του αγώνα”, που ονομάστηκε “Καγκελαρία Σφακίων”, “αποτελούμενη από έξι άνδρας, τον Πρωτοπαπάν Σφακίων Γεώργιον, τον Χατζή Ιωάννου Πολιουδάκην, τον Ιωσήφ Παπαδάκην, τον Βουρδουμπάν, τον Ανδρ. Κριαράν και τον Αναγν. Ψαρουδάκην”, ενώ Γραμματέας ορίσθηκε ο Ηρακλειώτης Δ. Φλαμπουριάρης (Ψιλάκης, 248-49).
Η “Καγκελαρία” ανέλαβε τα καθήκοντα εκτελεστικής αρχής, να διευθύνει, δηλαδή πολιτικά τον αγώνα και στόχος της ήταν, εκτός των άλλων, να προνοεί για τα αναγκαία. Για τον σκοπό αυτό, λοιπόν, εξέλεξε τριμελή επιτροπή, από τους Γ. Παπαδάκη ή Ξέπαπα, Αναγν. Παναγιώτου και Στρατή Πελιβάνη, για να μεταβεί στην Ύδρα και “να προμηθευθεί όπλα”.
Ορίσθηκε, επιπλέον, να συνέλθουν οι αρμόδιοι στις 27 του Μάη (κατ’ άλλους στις 29) στη Θυμιανή Παναγία “διά να διαλέξουν τους αρχηγούς των όπλων” για όλη την Κρήτη (Ψιλάκης, 250), όπως και έγινε. Απεστάλη, επίσης, στην κυρίως Ελλάδα, Επιτροπή αποτελούμενη από τον Ν. Οικονόμου και Α. Παναγιώτου, για να συναντήσει τον Δημ. Υψηλάντη και να ζητήσει Γενικό Αρχηγό, ο οποίος θα αναλάμβανε το συντονισμό του αγώνα στο νησί. Είχε προταθεί ο Μιχ. Κουρμούλης, αλλά, λόγω της προηγούμενης κατάστασής του (κρυπτοχριστιανός), δεν αποδέχθηκε την πρόταση, προς αποφυγή παρεξηγήσεων.
Την πρόταση αποδέχθηκε ο Κομνηνός Αφεντούλιεφ ή Αφεντούλης ο οποίος έφθασε στην Κρήτη και έλαβε “τον πομπώδη και ενοχλητικό τίτλο του “Γενικού Επάρχου και Αρχιστρατήγου Κρήτης” (Δετοράκης, 329), παραμένοντας από τον Νοέμβριο του 1821 ως τον Οκτώβριο του 1822. Πέρα από τις όποιες πολεμικές του αποτυχίες, επεδίωξε να οργανώσει πολιτικά τον αγώνα.
Τέλη Απριλίου 1822, έφθασε στους Αρμένους Αποκορώνου, όπου διέμενε ο Αφεντούλης, απεσταλμένος της Κεντρικής Διοίκησης της Ελλάδος ο Πέτρος Ομηρίδης Σκυλίτσης, υπεύθυνος για τα νησιά στην “Πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου”, με σκοπό την πολιτική οργάνωση του νησιού, τη σύγκληση, δηλαδή πληρεξουσίων από τις επαρχίες της Κρήτης και τη συγκρότηση τοπικής συνέλευσης για την εκλογή των παραστατών της Κρήτης στο Βουλευτικό σώμα.
Ο Ομηρίδης επέδειξε στον Αφεντούλη “Διαταγήν” με ημερομηνία 7 Απριλίου, υπογεγραμμένη από τον “Μινίστρον των Εσωτερικών και προσωρινόν Μινίστρον” της “Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος”, στην οποία αναφερόταν ότι “θέλεις εισαγάγει μεταξύ των αδελφών κατοίκων της νήσου ταύτης την καλήν τάξιν και αρμονίαν· θέλεις εμπνεύσει εις αυτούς μεγαλυτέραν κλίσιν προς την ελευθερίαν, σέβας περισσότερον προς την διοίκησιν… θέλεις προσέξει ώστε η εκλογή των εις το βουλευτικόν σώμα παραστατών της νήσου θα γίνη δι’ ελευθέρας ψηφοφορίας των εκλογέων”.
Έφερε δε μαζί του και το “Σχέδιον Οργανισμού” της “Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος” της 7ης Απριλίου 1822 απο την Κόρινθο, απευθυνόμενο “προς τους φιλογενεστάτους Προκρίτους της νήσου Κρήτης” (Κριτοβουλίδης, 111-113).
Ο Ομηρίδης, μετά από τη δυστροπία, τη διαφωνία ουσιαστικά του Αφεντούλιεφ και τη μετάβασή του από τους Αρμένους στον Πλατανιά, προσκάλεσε “ως εκ της θέσεώς του πληρεξουσίους· και συνηθροίσθησαν ως τοιούτοι εις τους Αρμένους όσοι ήτο δυνατόν”. Σ’ αυτούς γνωστοποίησε ο Ομηρίδης το “Σχέδιον Οργανισμού” στο οποίο τονιζόταν ὀτι “είναι επάναγκες να εκλεχθώσι Παραστάται της νήσου σας κατά την προωρισμένην αναλογίαν, Βουληφόροι, διά να σταλώσιν όσον τάχος προς την ενταύθα Διοίκησιν, ίνα μετά των λοιπών μελών φροντίζωσι τα πρόσφορα και αναγκαία μέσα διά την παντελή απολύτρωσιν της φιλτάτης πατρίδος μας παρά των βδελυρών τυράννων” (Κριτοβουλίδης, 114-115).
Όντως, στη “Γενική Συνέλευση των Κρητών” που σχηματίσθηκε “έλαβον μέρος 40 Εκπρόσωποι των Κρητικών Επαρχιών, προήδρευε ο Πέτρος Ομηρίδης (Δετοράκης, 331). Η Γενική Συνέλευση πραγματοποιήθηκε στους Αρμένους, από τις 11 έως τις 21 Μαΐου 1822.
Η Συνέλευση εξέδωσε “Προκήρυξιν Ελευθερίας” και ψήφισε σχέδιον Συντάγματος. Τοιουτοτρόπως, καταρτίσθηκε το “Σχέδιον Προσωρινής Διοικήσεως της νήσου Κρήτης”.
Αφού ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της Συνέλευσης, στους Αρμένους και υπεγράφη το νέο πολίτευμα “πληρεξούσιοι τινες, μεθ’ ων και ο πρόεδρος Ομηρίδης, παρακολουθούντων και τινων μελών της νεοσυστηθείσης τοπικής διοικήσεως, ελθόντες εις Πλατανιά”, συνάντησαν τον Αφεντούλιεφ, τον οποίο “Γενικόν Έπαρχον της Κρήτης η συνέλευσις πάλιν ωνόμασε διά τας προτέρας του υπηρεσίας” και “έκαμαν γνωστόν και εις εκείνον το αποτέλεσμα” (Κριτοβουλίδης, 116).
Η Συνέλευσις, επίσης, εξέλεξε τον Νεόφυτον Οικονόμου, Γενικό Γραμματέα της “Καγκελαρίας”, τον Εμμ. Αντωνιάδη Πρωτογραμματέα, τους Φροντιστές της Οικονομίας Γεώργιο Παπαδάκη, Χατζή Ιωάννη Πωλάκη, της Αστυνομίας τον Ανδρέα Κριάρη και Γεώργιο Σακόραφο, τους Φροντιστές του πολέμου Αναγνώστη Ψαρουδάκη, Ανδρέα Πρωτοπαπαδάκη και τον Θεοχάρη Κουγιουμτζόγλου ή Αγαθάκη από τη Χερσόνησο Ηρακλείου, ο οποίος είχε φέρει από τη Μικρά Ασία στο Λουτρό 200 πρόσφυγες Πεδιαδίτες. Επίσης, Φροντιστή της Θαλάσσης τον Νικόλα Ανδρουλάκη και Φροντιστές του Δικαίου τους Ζαχαρία Δασκαλάκη, Στυλιανό Χιονάκη και Εμμ. Βοντσάκη.
Ακολούθησε “Προκήρυξις του Γενικού Επάρχου” από τον Αφεντούλιεφ και ο όρκος για την “ευπείθειαν προς τας νομίμους Αρχάς της Ελλάδος: Ορκιζόμεθα ενώπιον Θεού και ανθρώπων πίστιν προς την πατρίδα, υποταγήν προς τον Οργανικόν Νόμον, οίον έδωκεν η εν Επιδαύρω Εθνική Συνέλευσις, και ευπείθειαν προς τας νομίμους Αρχάς της Ελλάδος. Παραβάται δ’ ενός τούτων γινόμενοι, και των νομίμων εάν διαφύγωμεν την αυστηρότητα, να έχωμεν την Θεότητα εκδικήτριαν”.
Την προκήρυξη υπέγραψε ο Αφεντούλιεφ και δεκαπέντε μέλη της “Προσωρινής Διοικήσεως της νήσου Κρήτης”. Τοιουτοτρόπως, “η νέα τάξις πραγμάτων έγινε παραδεκτή από όλους ακόμη και από τον ίδιον τον Αφεντούλην, που προηγουμένως αντενεργούσε” (Ψιλάκης, 338).
Η “Προσωρινή Διοίκησις” ή “Προσωρινή Πολιτεία” “περιελάμβανε επτά μέρη: 1) Περί Θρησκείας 2) Περί γενικών δικαιωμάτων των κατοίκων της νήσου, 3) Περί της περιοχής της νήσου, 4) Περί δικαιοσύνης, 5) Περί χρεών και δικαιωμάτων των διοικούντων και 7) Περί γενικής τάξεως και αλληλογραφίας” . Μάλιστα, “τα δυο πρώτα τμήματα (άρθρα 1-11) είναι απόλυτα όμοια ακόμη και στη φραστική τους διατύπωση με το Σύνταγμα της Επιδαύρου” (Δετοράκης, 331-332).
Το σχέδιο της Προσωρινής Διοικήσεως της νήσου Κρήτης χώριζε το νησί σε τρεις Επαρχίες (-νομούς) με υποδιαιρέσεις σε τμήματα (-Επαρχίες) και κοινότητες. “Την Κεντρικήν διοίκηση ασκούν ο Γενικός Έπαρχος και η Γενική Καγκελαρία, την οποία αποτελούν ο Γενικός Γραμματεύς και ο Φροντιστής Οικονομίας, Αστυνομίας, Πολέμου, Θαλάσσης και Δικαιοσύνης. Στις πρωτεύουσες των διαμερισμάτων θα υπάρχουν Έπαρχοι, Φροντιστές και Λιμενάρχες” (Δετοράκης, 332).
Επιγραμματικά, τα επτά τμήματα είχαν ως εξής, κατά τον Κριτοβουλίδη, αναλόγως με το περιεχόμενό τους:
Α Τμήμα: Καθορίζεται ως “επικρατούσα θρησκεία της νήσου θέλει είναι η Ανατολική Ορθόδοξος”.
Β΄ Τμήμα: Γίνεται λόγος “περί των γενικών δικαιωμάτων της νήσου”, για τους αυτόχθονες, “τους ελθόντας κατοικήσωσιν εις την νήσον”, τους ξένους, την ιδιοκτησίαν, τις εισπράξεις, την διατήρηση του προσωρινού πολιτεύματος και για την υπεράσπιση της πατρίδος.
Γ΄ Τμήμα: Η Κρήτη διαιρείται σε 3 Επαρχίες (-νομούς) και Τμήματα. Οι τρεις Επαρχίες ήταν το Ηράκλειο με το Λασίθι, το Ρέθυμνο και η Κυδωνία.
Δ΄ Τμήμα: Αναφέρεται στη Διοίκηση, της οποίας σκοπός είναι “η ευδαιμονία του έθνους” και καταρτίζεται σύμφωνα με τις οδηγίες της “Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος”.
Ε΄ Τμήμα: Ορίζεται ο τρόπος εκλογής των μελών της Διοικήσεως.
ΣΤ΄ Τμήμα: Γίνεται αναφορά στα “χρέη και δικαιώματα των διοικούντων”.
Ζ΄ Τμήμα: Καθορίζεται η “Γενική τάξις της αλληλογραφίας του Γενικού Επάρχου και των Φροντιστών”.
Η΄: Τέλος, καθορίζεται ότι “η σφραγίς της Γενικής Διοικήσεως της νήσου θέλει φέρει την Αθηνάν με τα αυτής παράσημα και επιγραφήν “Διοίκησις της νήσου Κρήτης”. Προβλεπόταν, επίσης, ο τύπος της κρητικής σημαίας, με δύο χρώματα μπλε και λευκό.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι ο Ομηρίδης Σκυλίτσης με το πέρας των εργασιών παρέμεινε στο νησί ως το τέλος του Μαΐου 1822, ενώ ο Αφεντούλιεφ έμεινε μέχρι τον Νοέμβριο του 1822. Κι αυτό, όχι μόνο επειδή οι Κρητικοί δεν μπόρεσαν να αποδεχθούν ένα μη Κρητικό να τους διοικεί αλλά και γιατί η δυσμορφία και “η άμετρη φιλοδοξία και η υπεροψία του τον έκαναν αντιπαθή” (Δετοράκης, 329). Βρισκότανε, επίσης, σε διάσταση με τους οπλαρχηγούς, ειδικά με τους Σφακιανούς. Έτσι, δημιουργήθηκε στο νησί αναρχία και κατ’ ουσίαν το Σύνταγμα της “Προσωρινής Διοικήσεως” δεν εφαρμόστηκε στο σύνολό του.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
- Βασιλείου Ψιλάκη, Ιστορία της Κρήτης, τ. 3, εκδόσεις Αρκάδι, Αθήναι 1980.
- Θεοχάρη Δετοράκη, Ιστορία της Κρήτης, Αθήνα, 1986.
- Καλλινίκου Κριτοβουλίδου Απομνημονεύματα, Περί αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών, εν Αθήναις 1859.
* Ο Αντώνης Σανουδάκης είναι καθηγητής Ιστορίας – συγγραφέας