Η Πάσα του Σάρωφ – Ντιβέγιεβο, κατάγοταν από οικογένεια χωρικών της περιοχής του Ταμπώφ, όπου γεννήθηκε το 1785. Αρχικά έζησε έγγαμο βίο, αλλά δεν απέκτησε παιδιά. Μετά το θάνατο του συζύγου της υπέφερε πολύ, έκανε ένα προσκύνημα στο Κίεβο όπου άλλαξε τελείως εσωτερικά, έγινε μοναχή και πήρε το όνομα Παρασκευή.
Περιπλανήθηκε αρκετά υπομένοντας την πείνα, το κρύο και τη ζέστη. Όμως κατά το θέλημα του Θεού πήγε και έζησε για 30 χρόνια στο δάσος του Σαρώφ, ως διά Χριστόν Σαλή, σε μία σπηλιά που έσκαψε μόνη της. Από τη νηστεία και την άσκηση έμοιαζε με την οσία Μαρία την Αιγυπτία. Εκεί ο Θεός επέτρεψε να υποστεί την ίδια δοκιμασία με τον όσιο Σεραφείμ,την χτύπησαν σκληρά κακοποιοί και έφτασε κοντά στο θάνατό. Μετά το θάνατο της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα και με εντολή του Αγίου εγκαταστάθηκε στο Ντιβέγιεβο.Στο Ντιβέγιεβο ήρθε το φθινόπωρο του 1884. Η Πάσα εγκαταστάθηκε σε ένα ξεχωριστό σπίτι, το οποίο βρίσκεται κοντά στην πύλη του μοναστηριού.
Φορούσε πάντοτε καθαρά και ανοιχτόχρωμα ρούχα κι αγαπούσε τις κούκλες, σαν ένα μικρό παιδί. Είχε πολλές παιδικές κούκλες τις οποίες φρόντιζε σαν παιδιά της. Η Πάσα κάθε φορά που κάποιος θα πέθαινε στο μοναστήρι, έπαιρνε την αγαπημένη κούκλα της και άρχιζε να την ντύνει σαν νεκρή.
Όλη τη νύχτα μέχρι το πρωί προσευχόταν. Η ζωή της ήταν μια αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού. Είχαν ακούσει πολλές φορές να μιλά με αγίους και την Μητέρα του Θεού.
Πριν ξεκινήσει οτιδήποτε ζητούσε την ευλογία του Θεού. Ο πνευματικός κόσμος ήταν ανοιχτός για εκείνην και μπορούσε έτσι να βλέπει τις ψυχές αυτών που την επισκεπτόνταν.
Επίσης η Παρασκευή νουθετούσε και καθοδηγούσε μιαν άλλη δια Χριστόν σαλή, την οσία Μαρία Ιβάνοβνα.
Ο Θεός της δώρισε το χάρισμα της προοράσεως και της προφητείας και πολλοί άνθρωποι ζητούσαν τη βοήθειά της και τις προσευχές της.
Όταν ο Leonid Chichagov ακόμα ήταν συνταγματάρχης, και ήλθε για πρώτη φορά στο Ντιβέγιεβο στην Πάσα τον ευλόγησε και προέβλεψε ότι σύντομα θα γίνει ιερέας. Αμέσως μετά την χειροτονία του, του είπε επίμονα: ” Περιμένω πολύ καιρό, ο Σεραφείμ μου είπε να σας πω ,να αναφερθεί στον αυτοκράτορα, ότι ήρθε η ώρα να ανοίχθει ο τάφος του και να ανακηρυχθεί η αγιότητά του.”
Ο L.M. Chichagov απάντησε ότι δεν μπορούσε να γίνει δεκτός από τον αυτοκράτορα για ένα τέτοιο θέμα – που έκρινε τρελό. Στη συνέχεια, όμως άρχισε να συλλέγει υλικό για την αγία ζωή του γέροντα Σεραφείμ. Μόλις έγραψε το “Χρονικό της μονής του Σεραφείμ Ντιβέγιεβο ” το 1902 είδε σε όραμα τον άγιο Σεραφείμ και του είπε ” Σε ευχαριστώ για το Χρονικό. Ζήτα μου ό, τι θέλεις, γι ‘αυτό “.
Όταν το έφερε στον αυτοκράτορα Νικόλαο Β’ και το διάβασε, άναψε από την επιθυμία να ανακαλύψουν τα λείψανα του Αγίου Σεραφείμ,αλλά όταν το παρουσίασε στην Σύνοδο σχεδόν στο σύνολο της ήταν εναντίον.
Ο αρχιμανδρίτης Σεραφείμ ήλθε και το ανέφερε στη Πάσα, αυτή μετά από αυστηρή νηστεία δεκαπέντε ημερών ,πήγαν μαζί στον τάφο του αγίου Σεραφείμ και με ένα φτιάρι ,το βράδυ της 12ης Ιανουαρίου το 1903 ανοίγουν τον τάφο όπου βρήκαν τα λείψανα κι όχι άφθαρτο το σώμα του αγίου όπως ήλπιζαν. Αυτή την στιγμή σε ένα χωριό 12 χιλιόμετρα από το Σάρωφ στο Lamasovo είδαν μια λάμψη κι ένας μοναχός είπε – Απόψε αποκαλύφτηκαν τα λείψανα του πατέρα Σεραφείμ.
Ο μετέπειτα άγιος μάρτυρας Μητροπολίτης Σεραφείμ (Chichagov), ήταν ο κύριος οργανωτής της αγιοποίησης του Αγίου Σεραφείμ.
Η οσία Πάσα σ’ αυτούς που έβλεπε ότι θα έχουν πειρασμούς, όταν σέρβιρε τσάι έβαζε πολύ ζάχαρη στο φλυτζάνι τους! Έτσι, το 1903, όταν κατά τις τελετές διακηρύξεως της αγιότητος του Αγ. Σεραφείμ του Σαρώφ, την επισκέφθηκε στο κελλί της ο Τσάρος Νικόλαος Β΄ μαζί με την αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα , η μακαρία ξεχείλισε το φλυτζάνι του με ζάχαρη, για να δείξει τους πειρασμούς που τον περίμεναν και του μίλησε για την γέννηση του αιμοφιλικού διαδόχου Αλεξίου, την Επανάσταση του 1917, την πτώση της δυναστείας των Ρομανόφ, την καταστροφή της Αγίας Ρωσίας και τον μαρτυρικό θάνατο, τον δικό του και της οικογενείας του. Όσοι είδαν το πρόσωπο του τσάρου μετά την έξοδό του από το κελί της οσίας είδαν ότι ήταν φανερά ταραγμένος και χλωμός.
Μετά από την Πάσα πήγε στην Έλενα Motovilova όπου του παρέδωσε επιστολή από τον άγιο Σεραφείμ που είχε γράψει για τον αυτοκράτορα Νικόλαο τον Β’. Την είχε δώσει σφραγισμένη στον Νικολάι Μοτοβίλωφ λέγοντας του: – Δεν θα ζούμε, αλλά η γυναίκα σου θα ζή όταν στο Ντιβέγιεβο θα έρθει όλη η βασιλική οικογένεια και ο Τσάρος. Δώσε της την επιστολή να του την δώσει.
Η Ναταλία Chichagova L. (κόρη του επισκόπου) είπε ότι, όταν ο αυτοκράτορας έλαβε την επιστολή, την έβαλε ευλαβικά στην τσέπη του πουκαμίσου του, λέγοντας ότι θα την διαβάσει αργότερα.
Η Έλενα κοιμήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1910. Ήταν κρυφά μοναχή.
Η Έλενα κοιμήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1910. Ήταν κρυφά μοναχή.
Όταν ο αυτοκράτορας διάβασε το γράμμα, έκλαψε πικρά. Οι αυλικοί του τον παρηγορούσαν, λέγοντας ότι αν και ο πατέρας Σεραφείμ είναι άγιος, μπορεί να έκανε λάθος, αλλά ο αυτοκράτορας έκλαιγε απαρηγόρητος. Το περιεχόμενο της επιστολής παραμένει άγνωστο σε όλους.
Μετά από αυτό ο αυτοκράτορας έστελνε αγγελιοφόρους επανειλημμένα στο Ντιβέγιεβο στην Πάσα για να ζητήσει τις προσευχές της για όλα τα σημαντικά θέματα.
Λίγο πριν την κοίμησή της η μακαρία έκανε μετάνοιες μπροστά στο πορτρέτο του Τσάρου, προβλέποντας έτσι το μαρτύριο και την αγιότητά του.
Κοιμήθηκε ειρηνικά στις 22 Σεπτεμβρίου 1915, σε ηλικία 120 ετών και ενταφιάστθηκε στο μοναστήρι της. Κατά την ανακομιδή της το Λείψανό της βρέθηκε αδιάφθορο και σήμερα φυλάσσεται εκεί.
Η μνήμη της τιμάται την 22α Σεπτεμβρίου.