Γράφει ο Στέλιος Πρατικάκης
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που δημιουργεί τεράστια αύξηση των αναγκών μας, απαιτεί όλο και μεγαλύτερη παραγωγή, μεγαλύτερη κατανάλωση και μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας. Απαιτεί επομένως όλο και μεγαλύτερες ποσότητες φυσικών πόρων, όπως είναι το νερό, τα δάση, το γόνιμο έδαφος, τα ορυκτά μεταλλεύματα, η καθαρή ατμόσφαιρα κλπ.
Αυτή η μείωση (και εξάντληση) των φυσικών πόρων, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, είναι οι κύριες αιτίες που οδηγούν στο σοβαρό κίνδυνο της κατάρρευσης του βιοσφαιρικού οικοσυστήματος μιας περιοχής, με συνέπειες για την κοινωνία την έλλειψη τροφίμων, και τις διαμάχες ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους που αγωνίζονται για λίγους πόρους.
Ο Jared Diamond στο βιβλίο του: ‘’Κατάρρευση – πώς οι κοινωνίες επιλέγουν να αποτύχουν ή να επιτύχουν ‘’ ορίζει την κατάρρευση ως ‘’την δραματική μείωση του ανθρώπινου πληθυσμού και της οικονομικής και κοινωνικής συνθετότητας. Συνεπώς, το φαινόμενο των καταρρεύσεων συνιστά ακραία μορφή αρκετών ηπιότερων τύπων παρακμής, αλλά δεν είναι προσδιορίσιμο το πόσο δραστική πρέπει να είναι η παρακμή μιας κοινωνίας προκειμένου να χαρακτηριστεί ως κατάρρευση’’
Μπορούμε άραγε (και θέλουμε;) να συνεχίσουμε να ζούμε, να παράγουμε και να καταναλώνουμε όπως μέχρι σήμερα, αποδεχόμενοι το ενδεχόμενο της κατάρρευσης;
Αν θέλουμε να αποφύγουμε καταστάσεις παρακμής και προπαντός κατάρρευσης, χρειαζόμαστε μια εναλλακτική λύση η οποία θα αντιμετωπίζει όχι μόνο τα οικολογικά και κοινωνικά προβλήματα αλλά και τις αιτίες τους. Πρόκειται για μια διαδικασία πραγματικής μείωσης της παραγωγής και κατανάλωσης, που θα συνοδεύεται από ένα τρόπο ζωής κατά τη διάρκεια της οποίας ξανασκεφτόμαστε και επαναϊεραρχούμε τις ανάγκες μας προς την κατεύθυνση της λιγότερης κατανάλωσης και του περισσότερου ελεύθερου χρόνου. Αυτά φαίνεται να μπορούν να γίνουν μέσα σε μια ατμόσφαιρα «εκούσιας απλότητας» και «συµβιωτικότητας» με στόχο την όσο το δυνατόν µεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη, την έμφαση στην πραγµατική αξία χρήσης ενός προϊόντος και όχι στην ανταλλακτική αξία του ως εμπορεύματος.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο φιλόσοφος της αυτονομίας όπως έχει χαρακτηριστεί, ένα από τα χαρακτηριστικά που δίνει στην αυτονομία ‘’είναι ο αυτοπεριορισμός, αναγκαίος όχι μόνο στους κανόνες ενδοκοινωνικής συμπεριφοράς, αλλά και στους κανόνες που υιοθετούμε στη συμπεριφορά μας απέναντι στο περιβάλλον’’.
Εκτός από τις απαραίτητες μειώσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω και τον αναγκαίο αυτοπεριορισμό, πολύ σημαντική είναι και η Τοπικοποίηση. Τοπικοποίηση είναι η στρατηγική που εστιάζεται στην ανάδειξη της σημασίας της τοπικής παραγωγής τροφής, ενέργειας και αγαθών. Σκοπεύει στη ριζική μείωση της απόστασης του τόπου παραγωγής και του τόπου κατανάλωσης και στην προστασία, βελτίωση και αύξηση της παραγωγής μικρής κλίμακας. Φροντίζει ώστε η παραγωγή να βασίζεται σε πρώτες ύλες, γενετικό υλικό, πηγές ενέργειας και εργατικό δυναμικό που προέρχονται (κατά το δυνατόν) από την ίδια περιοχή.
Δύο άλλες αλλαγές που οφείλουμε να κάνουμε στον χώρο της γεωργίας είναι πρώτον να αντικαταστήσουμε τις μεθόδους εντατικής μονοκαλλιέργειας με τη βιοποικιλότητα, τις ποιοτικά εγγυημένες τροφές και τις υγιείς διατροφικές συνήθειες, και δεύτερο να μετέχουμε στη δημιουργία αυτοδιαχειριζόμενων, αυτόνομων χώρων, η οποία συνδέεται με τα εγχειρήματα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας (πχ δημιουργία ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ). Αυτά τα εγχειρήματα μπορεί να μην κάνουν πιθανή την αποφυγή της κατάρρευσης, αλλά θα μας εκπαιδεύσουν στο να μπορέσουμε να επιβιώσουμε την περίοδο μετά από αυτήν.
Ο Γιώργος Κολέμπας, βιοκαλλιεργητής από το Βόλο, σ΄ ένα άρθρο του, πολύ σωστά πρότεινε ‘’την επιστροφή του ανθρώπου προς τις δύο ‘’μάνες΄΄ που τον έφεραν ως εδώ: την πρωταρχική μάνα γαία που τον γέννησε και τον τρέφει, και τη δεύτερη μάνα του, που είναι η ομάδα, η κοινότητα, στο πλαίσιο των οποίων μπορεί να εξασφαλίσει όχι μόνο την επιβίωση, αλλά και το ‘’ευ ζην’’ που λέγανε οι αρχαίοι προγόνοι μας’’.