Ήρθε το πολυπόθητο χιόνι
Αυθόρμητο το γέλιο των παιδιών
Λίγο πριν έρθουν τα Χριστούγεννα
Λευκό πέπλο των ορεινών χωριών
Το κρύο μας χτυπά την πόρτα
Βουίζει αέρας στις χαραμάδες
Τρίζουν τα ξύλα μες στη σόμπα
Τριγύρω τα εγγόνια κι οι γιαγιάδες.
Οι παππούδες πάνε στο καφενείο
Πρωί πρωί χτυπάν τα κονιακάκια τους
Μαθαίνουν τα νέα κι έρχονται σπίτι
Τρώνε,αγκαλιάζουν τα εγγονάκια τους.
Εξιστορεί η γιαγιά παραμύθια κι ιστορίες
Λέει για πολέμους καταστροφές και χιόνια
Κι αρχινά παραμύθι για δυό έρμες γριούλες
Με μεγάλο ενδιαφέρον αφοσιώνονται τα εγγόνια:
Τα πολύ παλιά τα χρόνια
Μια φορά κι έναν καιρό
Ζούσαν μόνες δυο γριούλες
Σε ένα ορεινό χωριό.
Τη μια με το λόγο τον καλό
Την έβρισκες πάντα στα χείλη
Την άλλη αν τη χαιρετούσες
Σ’είχε μεμιάς διαολοστείλει.
Η καλή ήταν φτωχή πυλύ
Και πάμπλουτη ήταν η κακή
Σε άνθρωπο δεν είχε δώσει
Ούτε ενα πινάκιο φακή.
Η καλή καί τήν ψυχή της
Έδινε σε όποιον είχε ανάγκη
Κάθε μέρα πήγαινε στο δάσος
Και ξύλα έφερνε στην πλάτη.
Ώσπου ζαλιγκώθηκε μια μέρα
Μα άρχισε βροχή πλημμύρα
Και στου κεραυνού τη λάμψη
Είδε μπρός της μια καλύβα.
Μια και δυο χτυπάει την πόρτα
Την καλοδέχτηκε ένας γέρος
Πέρασε μέσα να μην κρυώσεις
Κάτσε στου τζακιού το μέρος.
Ευλογημένος να είσαι γέρο
Είπε η καλή μας η γριούλα
Να χαίρεσαι όλο σ’ το ασκέρι
Και τα παλικάρια σ’ ούλα.
Γύρω γύρω από το γέρο
Ήταν δώδεκα παλικάρια
Τρία ήταν με κάπα ντυμένα
Τρία λουλούδια τρία στάχυα
Και τρία ελιά είχαν στα κεφάλια.
Κι όπως έπιασαν κουβέντα
Να σε ρωτήσω κάτι της λέει ο γέρος
Ποιόν αγαπάς πιο πολύ απ’ τους μήνες
Ποιος είναι καλύτερος κι ομορφότερος.
Δεν υπάρχει γέρο μήνας άσχημος
Είπε η γλυκειά γριούλα με καλοσύνη
Όλοι έχουν χαρές κι ομορφάδες
Κι ο καθένας σε εμάς τις δίνει.
Να ου Γενάρς μας φέρν’ τα χιόνια
Τι χαρά που κάνουν τα παιδιά
Κι ου Φλεβάρς τσ μασκαράδες
Π’ ντυνετ’ ου κόσμους τν Αποκριά.
Ο Μαρτς φέρν’ τα χιλδόνια
Κι ο Απρίλης την Πασχαλιά
Ο Μάης φέρν’ τα λουλούδια
Κι ου Ιούνης στάχυα χρυσά.
Ο Ιούλς διακοπές κι μπάνια
Ο Άυγουστος φρούτα δροσερά
Ο Σιπτέμβρης φέρν’ του τρύγου
Κι μούστο από σταφύλια γλυκά.
Ο Οκτώβρης βροχές και πορφύρα
Κι ο Νοέμβρης απ’ τσ’ελιές λαδάκι
Κι ου Δικέμβρης τόσες γιορτάδες
Κάλαντα θα νας πεί του κάθι παιδάκι.
Καταευχαριστήθηκε ο γέρος
Κι έκανε νόημα στα παιδιά
Κι εκείνα άνοιξαν το μπαούλο
Κι έφεραν ένα πουγκί για τη γριά.
Αυτό είναι ένα δωράκι για σένα
Γλυκύτατη αξιαγάπητη γιαγιά
Σαν πας στο σπίτι να το ανοίξεις
Μα κλείσε την πορτα σου καλά.
Χίλια ευχαριστώ παιδάκια μ’
Κι εσύ γέρο να τα καμαρώνεις
Πολλά χρόνια να ζήσεις ακόμα
Να τα χαίρεσαι και να μερώνεις.
Έφτασε η γριά στο σπιτάκι της
Ξεζαλιγκώθκε απ’τα κλωνάρια
Μπαίνει μέσα,καλά μανταλώνει
Την πήραν οι λίρες απ’τα ποδάρια.
Το μικρό της σπιτάκι
Έφτιαξε σαν παλατάκι
Και βοηθούσε τον κόσμο
Όλους όσους είχαν ανάγκη.
Η γειτόνισσα η γριούλα
Που τη λέγαν κι ήταν Κακιά
Της λέει: που τα βρήκες μαρή
Σα δεν τα’κλεψες τα λεφτά;
Και η γλυκιά μας η γριούλα
Έκατσε και τσ’τάπι ούλα
Και ξεκίνησε η κακιούλα
Να παει στο δάσος μιαν αυγούλα…
Λοιπόν λοιπόν γιαγιά
Τι έγινε με την κακιά γριά
Πέρασε η ώρα είναι πολύ αργά
Θα σας πω λίγο τώρα
Stamatios Remis Frantzis
Η κυρά κακή ο Χρόνος και οι μήνες
Ζήλεψε η κακή γριά
Της καλής την τύχη
Και για το δάσος κίνησε
Τους μήνες να πετύχει.
Βρίσκει την καλύβα και χτυπά
Καλημέρα θείτσα,λέν οι μήνες
Κακή ψυχρή κι ανάποδη
Τεμπέληδες παλιοκηφήνες.
Με τούτο τον παλιόκαιρο
Πάγωσα η κακομοίρα
Έλα γιαγιά κοντά στη φωτιά
Να στεγνώσεις απ’την πλημμύρα.
Έκατσε δίπλα στη φωτιά
Και πηρε μια ζεστασιά
Κι ο Γεροχρόνος τη ρωτά
Ποιό μήνα αγαπάς κυρά;
Όλοι είναι για το γάιδαρο καβάλα
Πάρε τον ένα και τον άλλο κοπάνα
Εννοείται κανένα δεν αγαπάω
Αφού υποφέρω και κακοπερνάω
Ο Γενάρης με παγώνει
Τούμπες τρώω μες στο χιόνι
Το Φλεβάρη οι μασκαράδες
Πράζνε γέρους και κυράδες.
Ο Μαρτς φέρν τα χελιδόνια
Και κουτσουλάνε, παντού βρωμιά
Ο Απρίλης αλλεργίες φέρνει
Πώ!πώ! σπυριά γεμίζω η έρμη.
Κι ά δε το Μάη με τα λουλούδια
Τρέχουν τσιρίζουν τα παιδιά
Όλη μέρα σα δαιμονισμένα
Και μου παίρνουνε τ’αυτιά.
Να κι ο Ιουνης ο προκομένος
Βασταει στο χέρι ένα δρεπάνι
Σα να βλέπω τον ίδιο το χάρο
Σαν πάω να θερίσω του χουράφι.
Από κοντά ο Ιούλιος με τα αλώνια
Τρέχα με τα άλογα παν στα ντουένια
Υστερα λίχνισμα σε τρών’ τα αγάνια
Κι άι κοσκίνα τα σπυριά με τα δερμόνια.
Ο Αυγουστος όλο ρομάντζο
Παραμυθάς Αίσωπος σωστός
Κουνούπια μύγες σκόνες ιδρώτας
Πολυ μ’ τ’δίνει ο μήνας αυτός
Σεπτέμβριος άστα να πάνε
Ο τρύγος μας κοψομεσιάζει
Αυτη η οχλουβουή στα σχολεία
Όταν ανοίγουν πόσο με νευριάζει..
Τον Οκτώβριο βροχές κι οργώματα
Σ’φευγει η μέση να κάνεις χωράφ
Κι άμα έχει και κακό χειμώνα
Όλος ο κόπος παει στράφι.
Κι ο Νοέμβριος πολύ μι τσαντίζ’
Στρωσι χαλιά, τσέργες, φλοκάτες
Βγάλε τα χμερινά τα ρούχα
Πλεξι ουλ μέρα κασκόλ κι κάλτσες.
Καλα ου Δικέμβριους δε μπαίζετ’
Ούλου κάλαντα δώρα κι γλυκά
Γουρνοχαρές μπούμπις λουκάνκα
Πάει σώνται ούλα τα λεφτά.
Γι’αυτό σλέου δε θέλω κανέναν
Όλοι είναι χάλια κι ουλου μπελιάδες
Ήθελα να ήξερα ου πατέρας τσ’
Πως τσ’μεγαλωσ’ ετσ’ τσ’μαντραχαλάδες.
Ταράχτηκε κι άστραψε ο Χρόνος
Θαρρείς του έριξε η γριά κεραυνό
Φέρτε μου το σεντουκι λέει στους μήνες
Να πάρε γριούλα το σακούλι το καλό.
Θα πας στο σπίτι και θα το ανοίξεις
Μα πρωτα κλείσε τις πορτες καλά
Τρέχει η κακιά γριά και το ανοίγει
Το σπίτι γέμισε με φίδια φαρμακερά!
Βοήθεια βοήθεια άρχισε να φωνάζει
Έτρεξε αμέσως η καλή μας η γριά
Τα φίδια έβαλε πάλι στο τσουβάλι
Και η κακή γριά έγινε καλή παντοτινα!
Καλά Χριστούγεννα με υγεία.
Πηγή: Artemis Gerafenti