του Πέτρου Μηλιαράκη*
Οι πρόσφατες εξελίξεις στο χώρο του ποδοσφαίρου, που αφορούν προσπάθεια, με παρέμβαση αμερικανικής τράπεζας, μίας «ελίτ πολυδάπανων ευρωπαϊκών ομάδων» για συγκρότηση μιας «ελιτίστικης αυτόνομης κατηγορίας του ποδοσφαίρου», αυτές ακριβώς οι εξελίξεις που εν τέλει ακυρώθηκαν με την παρέμβαση των καλώς εννοούμενων φιλάθλων, επανέφεραν στο προσκήνιο την παθογένεια του «χώρου του ποδοσφαίρου» και μάλιστα σε διεθνή-ευρωπαϊκή κλίμακα.
Η αντίδραση, όμως, των φιλάθλων απέδειξε – για μία ακόμη φορά – ότι το «φαινόμενο», ή άλλως το «προϊόν» του ποδοσφαίρου ανήκει στο λαό και όχι στα σωματεία, που μετασχηματίστηκαν σε «Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες» (ΠΑΕ), δηλαδή σε καθαρά οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα!
ΜΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΦΟΡΤΙΣΗ…
Το παρόν κείμενο γράφεται με συναισθηματική φόρτιση, όχι μόνο γιατί στη γενιά μου, στο Ηράκλειο, όταν ακόμη δεν είχε μετασχηματισθεί σε μεγαλούπολη της «σημερινής μορφής» (!) , υπήρχαν ακόμη «αλάνες», όπου τα παιδιά έπαιζαν ποδόσφαιρο (το γνωστό τοις πάσι «τόπι»), αλλά και γιατί πολλοί φίλοι (μικρότεροι και μεγαλύτεροί μου), αλλά και συμμαθητές μου (μεταξύ των οποίων κι εγώ) παίξαμε ποδόσφαιρο στα γήπεδα, με αποκορύφωμα καθ’ όλη τη διάρκεια των πανεπιστημιακών μας σπουδών να σχηματίσουμε μία εγγενή «ποδοσφαιρική ομάδα» που αγωνιζόταν στο χώρο (Άγιος Κοσμάς) που προπονείται σήμερα η Εθνική Ελλάδος. Η διαφορά είναι ότι τότε εμείς παίζαμε ποδόσφαιρο στο «χώμα» κι όχι στους «ευγενείς χλοοτάπητες» πολλών εκατομμυρίων ευρώ, όπου σήμερα οι ποδοσφαιριστές προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στις ΠΑΕ.
Και μιας και το κείμενο αυτό αφορά στο ποδόσφαιρο, ας ασχοληθούμε: α) με τις ιστορικές του ρίζες – με την αποκάλυψη ότι το ποδόσφαιρο προέκυψε από τα Πανεπιστήμια της Αγγλίας, β) με την επισήμανση ότι το «οπαδικό φρόνημα» σε πολλούς «φιλάθλους» δυστυχώς μεταπίπτει από μία ευγενή διάθεση υποστήριξης μιας ποδοσφαιρικής ομάδας σε αξιοφρόνητο επίπεδο περιθωρίου κοινωνικής συμπεριφοράς, κάθε άλλο παρά φίλαθλης και γ) με την εκ του Συντάγματος υποχρέωση του Κράτους να παρεμβαίνει στην υπεράσπιση του κοινωνικού φαινομένου του ποδοσφαίρου.
Με αυτά ως προδιάθεση, υπ’ όψιν τα εξής:
ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΈΣ ΡΊΖΕΣ…
Είναι ιστορικώς βέβαιον, σε βάθος χρόνου, ότι οι κοινωνίες οργάνωναν μεταξύ τους αγώνες όπου οι εμπλεκόμενοι λάκτιζαν μια μπάλα (σφαίρα). Το αγώνισμα αυτό ήταν γνωστό στην Αρχαία Ελλάδα, στην Αυστραλία, στη Ρώμη αλλά και στην Κίνα.
Το ποδόσφαιρο όμως όπως σήμερα εννοείται και διεξάγεται σε αγωνιστικούς χώρους, επί τούτω και επί τούτο προορισμένους, έχει τις βάσεις του πριν από 170 περίπου χρόνια! Ωστόσο, έλαβε πιο οργανωμένο χαρακτήρα περί τα μέσα του 19ου αιώνα, όπου «τυποποιήθηκαν» οι πρώτοι κανόνες και οργανώθηκαν Ομοσπονδίες ανά τις Ηπείρους, καθώς μάλιστα συστάθηκε και Παγκόσμια Ομοσπονδία. Ωστόσο, άξιο επισημείωσης είναι ότι το ποδόσφαιρο δημιουργήθηκε από τις ελίτ στην Αγγλία και μεταφέρθηκε αργότερα και στις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις της βρετανικής κοινωνίας. Όμως, η εντυπωσιακή εξάπλωση του ποδοσφαίρου οφείλεται κυρίως στους Άγγλους ναυτικούς. Και τούτο γιατί η εμπορική δραστηριότητα και η ναυτιλία της Βρετανικής αυτοκρατορίας, ήταν η αιτία το ποδόσφαιρο να γίνει γνωστό στις Βρετανικές αποικίες και από εκεί να αποκτήσει δημοφιλία σε ολόκληρο τον κόσμο.
Επίσης, η απλότητα των κανονισμών και οι προϋποθέσεις σωματότυπου συμμετοχής στο άθλημα, είναι τέτοιες που ο οποιοσδήποτε (π.χ. ανεξαρτήτως ύψους –πράγμα που προκριματίζει την καλαθοσφαίριση), μπορεί να συμμετέχει στο «καινούργιο» αυτό άθλημα. Και αυτό ήταν και είναι ένας λόγος όχι μόνο δημοφιλίας, αλλά και εξάπλωσης του αθλήματος σε αγωνιστικές συναντήσεις που έχουν χαρακτήρα άλλοτε «τυπικό» και άλλοτε «άτυπο». Δηλαδή το ποδόσφαιρο διεξάγεται σε «αλάνες», αλλά και σε «επίσημους αγωνιστικούς χώρους».
Ειδικότερα ως προς τους κανονισμούς που καθορίζουν τους όρους διεξαγωγής του αθλήματος, παρά την απλότητά τους, θα πρέπει να σχολιαστεί ότι έχει διαμορφωθεί ένας ιδιότυπος επαγγελματισμός μέσω του οποίου εμφανίζονται «Καθηγητές ή «ειδικοί», οι οποίοι αναλαμβάνουν το «καθήκον» να εξηγούν τα αυτονόητα ή τα αυταπόδεικτα. Όταν, για παράδειγμα, μια «φάση» εμπίπτει στους κανόνες της απλής παρατήρησης, και αφορά τον πιο απλό κανόνα τον οποίο προσλαμβάνει και ο ανήλικος, νομίζω ότι συνιστά υπερβολή να εμφανίζονται επαΐοντες για να μας καθοδηγήσουν «τι» πρέπει να αποδεχθούμε. Είναι και αυτό μέρος του όλου φαινομένου. Το απολύτως ανάλογο ισχύει και για τον έχοντα την ευθύνη διεξαγωγής του αγώνα, τον διαιτητή, ο οποίος πολλές φορές υπερβαίνει το μέτρο, προσβάλλοντας και τον πιο καλόπιστο θεατή. Η παρατήρησή μου δε αυτή γίνεται με όλο το σεβασμό στην άσκηση του επαγγέλματος οποιουδήποτε που βιοπορίζεται ως ειδικός ερμηνείας των φάσεων των απλούστατων κανονισμών που καθορίζουν τους όρους διεξαγωγής ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, καθώς και αυτών που αναλαμβάνουν την ευθύνη διεύθυνσης και διεξαγωγής του αγώνα ως διαιτητές.
Ας επανέλθουμε όμως στην ιστορική καταγωγή του ποδοσφαίρου και ως προς τους κανόνες που καθορίζουν τη διεξαγωγή του.
Οι «βασικοί κανόνες» του ποδοσφαίρου αφορούν στους «Κανόνες του Κέμπριτζ», που καταρτίστηκαν για πρώτη φορά στην Πανεπιστημιούπολη του Κέμπριτζ το 1848. Είχαν δε μεγάλη επιρροή στην ανάπτυξη των επόμενων κανόνων του ποδοσφαίρου. Οι «Κανόνες του Κέμπριτζ» γράφτηκαν στο Τρίνιτι Κόλετζ (Trinity College) του Κέμπριτζ σε μια Συνεδρίαση στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από τα σχολεία Ίτον (Eton College), Χάροου (Harrow School), Ράγκμπι (Rugby School), Γουίντσεστερ (Winchester College) και Σριούσμπερι (Shrewsbury School).
Υπ’ όψιν δε ότι από το 1862 και έκτοτε το ποδόσφαιρο εξελίχθηκε πρωτίστως με βάση την αγγλική παράδοση, με κύρια αναφορά στη δημιουργία της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Αγγλίας (The Football Association – The FA) το 1863, η οποία Συνεδρίασε για πρώτη φορά το πρωί της 26ης Οκτωβρίου του 1863 στην Ταβέρνα Freemasons (Freemasons’ Tavern) στην Great Queen Street του Λονδίνου.
ΑΠΌ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΊΑ ΣΤΗΝ «ΟΙΚΟΝΟΜΊΑ»
Το 1862, ο Τζον Τσαρλς Θρινκ (John Charles Thring), εκπαιδευτικός του σχολείου Uppingham School, επινόησε ένα σύνολο κανόνων, οι οποίοι αποκαλούνταν «The Simplest Game» ή «The Uppingham Rules». Οι κανόνες αυτοί απέβλεπαν στην τήρηση τάξης και ισότητας στους αγωνιστικούς χώρους –ζήτημα πάντοτε κρίσιμο για κάθε «αθλητικό γεγονός». Τούτων δοθέντων είναι πρόδηλο ότι το ποδόσφαιρο συνδυάστηκε με την ασφάλεια, τον πολιτισμό και την παιδεία. Μακάρι αυτή η ιστορική καταγωγή να αποτελέσει έμπνευση των πολιτικών και όλων των εμπλεκομένων στο κοινωνικό φαινόμενο του ποδοσφαίρου. Και τούτο γιατί στις ημέρες μας έχει μετακυληθεί ο κοινωνικός χαρακτήρας του ποδοσφαίρου ως ατομικού και κοινωνικού δικαιώματος, στο χώρο της εμπορευματοποίησης, του στοιχηματισμού και ακόμη-ακόμη των «στημένων αγώνων». Ενταύθα ας επισημειωθούν και τα εξής:
Όπως έχει προεκτεθεί το ποδόσφαιρο έχει τη βάση του στην αγγλική παιδεία, πράγμα άγνωστο στο ευρύ κοινό. Όμως, από την παιδεία το ζήτημα πλέον, έχει όχι απλώς διολισθήσει, αλλά «εγκατασταθεί» στην οικονομία και μάλιστα σε επίπεδο εξυπηρέτησης μεγάλων συμφερόντων. Ήδη το 2016, ο συνολικός τζίρος του παγκόσμιου ποδοσφαίρου υπολογίζεται σε τρισεκατομμύρια ευρώ (λαμβανομένου υπ’ όψιν του στοιχηματισμού), ενώ ποδοσφαιρικές ομάδες που ασφαλώς είναι ανώνυμες εταιρείες, διαχειρίσθηκαν τζίρο δισεκατομμυρίων ευρώ. Ειδικότερα η Ρεάλ Μαδρίτης, η Μπαρτσελόνα, η Μπάγερν Μονάχου και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το έτος 2015 κατέγραψαν «τζίρο» περίπου 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Έτσι, οι «σύλλογοι» σήμερα και ήδη ΠΑΕ, διαθέτουν νομικές υπηρεσίες, τμήματα μάρκετινγκ και πωλήσεων, χρηματοοικονομικούς συμβούλους και επαγγελματίες μάνατζερ. Η αλλαγή αυτή άρχισε να πραγματοποιείται από τη δεκαετία του 1980, όταν οι μεγάλες πολυεθνικές αθλητικών ειδών (Nike, Adidas), οι βιομηχανικοί κολοσσοί (Matra) και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας μπήκαν αποφασιστικά στην αγορά του αθλητισμού. Η είσοδος αυτή προσέλκυσε και μεγάλους χορηγούς (Coca Cola, Mastercard κ.ά) οι οποίοι αντιλήφθηκαν ότι μία νέα επικοινωνιακή πηγή τους προσέφερε τεράστιες δυνατότητες επέκτασης των οικονομικών τους δραστηριοτήτων.
ΤΟ «ΟΠΑΔΙΚΌ ΦΡΌΝΗΜΑ»
Κοινός τόπος στις ημέρες μας είναι, ότι οι οπαδοί των ποδοσφαιρικών ομάδων δεν αντιδικούν ή δεν δημιουργούν επεισόδια μόνο εντός των αγωνιστικών χώρων με βάση και μόνο το «οπαδικό φρόνημα», αλλά ενεργούν και ως «πολίτες οπαδοί» που εκλέγουν βουλευτές, δημάρχους επηρεάζουν κομματικά δεδομένα, ακόμα-ακόμα διεκδικούν και συμμετοχή σε πολιτικές εξελίξεις…
Ιδιαιτέρως το ποδόσφαιρο, σε συνθήκες καταπίεσης μιας κοινωνίας, είτε λόγω περιορισμού των πολιτικών δικαιωμάτων, είτε λόγω περιστολής των κοινωνικών δικαιωμάτων σε καθεστώς οικονομικής κρίσης, αποτελεί το όπιον του λαού, ώστε να αποπροσανατολίζεται από τα βασικά ζητήματα που αφορούν στη διακυβέρνησή του.
Ωστόσο ακόμη και σε συνθήκες ομαλού πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού βίου το «οπαδικό φρόνημα» είναι αρκετό για να εξάπτει τα πνεύματα και να παρεμβαίνει στην οικονομική και πολιτική ζωή ως «ομάδα πίεσης». Πρόδηλο είναι δε ότι στις ημέρες μας υπάρχει μια κλιμακούμενη βία που εκδηλώνεται κυρίως με βωμολοχίες στους αγωνιστικούς χώρους, αλλά και με επεισόδια εντός και εκτός των αθλητικών χώρων, ενώ «παράγοντες» «προάγουν» ή «υποδεικνύουν» τη βία και δημιουργούν το πρότυπο ότι: «ο νταής» ή «ο οικονομικά εγκρατής» επιβάλλει τη θέλησή του. Έτσι, όμως, ένας οπαδός μεταπίπτει στην κατάσταση ένας χούλιγκαν (hooligan). Η λέξη αυτή ερμηνευόμενη από την αγγλική γλώσσα αποδίδει τον όρο του «ταραξία», αλλά και του «αλήτη».
Το φαινόμενο αυτό της παρατηρούμενης βίας στους ποδοσφαιρικούς αγώνες είναι πρωτίστως αντικείμενο έρευνας συνδυασμού επιστημών και κυρίως της νομικής, της εγκληματολογίας, της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Και τούτο γιατί η αποπροσωποποίηση των σχέσεων, η κοινωνική αναλγησία, η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, ο ανταγωνισμός, και η αναγνώριση του ατομικού επιτεύγματος ως της μόνης αξίας, αφορούν μια βασική παράμετρο της παράνομης βίας που δυστυχώς πολλές φορές παρατηρείται εντός και εκτός των αγωνιστικών χώρων.
Με βάση τα προεκτεθέντα ανακύπτει ζήτημα του ότι η εκάστοτε πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση είναι σε σημαντικό βαθμό ανάλογη της βίας που παρατηρείται στα γήπεδα. Ωστόσο, σε επίπεδο δημοκρατικής διακυβέρνησης, σεβασμού της αξιοπρέπειας του ατόμου και της καλώς εννοούμενης έννομης τάξης, θα πρέπει να υπάρξουν και ιδιαίτερα κατασταλτικά μέτρα που μπορούν αρχικώς να νουθετήσουν και σε δεύτερο χρόνο να αποτρέψουν εκδηλώσεις παράνομης βίας. Τα προαναφερόμενα δε καταγράφονται ενταύθα όχι μόνο από εύλογο ενδιαφέρον, αλλά και για την υπεράσπιση του κοινωνικού χώρου που αφορά στο «φαινόμενο του ποδοσφαίρου», πράγμα που ενδιαφέρει ευρύτερα την κοινωνία πρωτίστως ως πολιτιστικό αγαθό το οποίο υπερασπίζεται η έννομη και συνταγματική τάξη.
ΕΙΔΙΚΌΤΕΡΑ ΣΤΟΝ ΠΑΡΌΝΤΑ ΧΡΌΝΟ
Ενώ η χώρα μας διέρχεται μια από τις πιο κρίσιμες καμπές της ιστορίας της με αφετηρία τη μεταπολιτευτική περίοδο του 1974 τόσο ως προς την εσωτερική πολιτική ζωή όσο και ως προς τα εθνικά ζητήματα (με ιδιαίτερη αναφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις), ανέκυψε «αιφνιδίως» και το ζήτημα των ποδοσφαιρικών αγώνων, για να καταγίνεται μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης και των ΜΜΕ γύρω από το «τι» συμβαίνει όχι μόνο στους αγωνιστικούς χώρους, αλλά ευρύτερα και με τα όσα συμβαίνουν εκτός των αγωνιστικών χώρων, σε θεσμικό επίπεδο.
Τα αρμόδια Όργανα και ειδικότερα της Πολιτείας, καλούνται και ως προς το ζήτημα αυτό να πάρουν θέση, ώστε να εφαρμοσθούν με όρους ισονομίας και ισοπολιτείας όλοι οι κανόνες που διέπουν τα «προβλήματα» που έχουν ανακύψει. Άλλως «ο χώρος του ποδοσφαίρου», θα οδηγηθεί σε οριστική παρακμή και ως προϊόν (δυστυχώς) δεν θα απολέσει μόνο τη γοητεία του, αλλά θα παύσει να είναι και ελκυστικός.
Τα προαναφερόμενα, καταγράφονται με πραγματική αγάπη προς το ποδόσφαιρο, αλλά και με απόλυτο σεβασμό στους κανόνες που πρέπει να τηρούνται erga omnes. Σε τελευταία ανάλυση, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 9 του Συντάγματος, ο αθλητισμός ως ατομικό και κοινωνικό δικαίωμα «τελεί υπό την προστασία και την εποπτεία του κράτους»!
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC – EU).