Παρά τις εξηγήσεις και τις διαψεύσεις
ορισμένοι συνεχίζουν να βεβαιώνουν
ότι ο Νίκος Καζαντζάκης αφορίστηκε
από την Ορθόδοξη Εκκλησία
και δεν ενταφιάστηκε θρησκευτικά.
Είναι αληθές ότι η Ιερά Σύνοδος
της Ελλαδικής Ορθόδοξης Εκκλησίας
ήθελε να τον αφορίσει,
αλλά δε μπορούσε για δύο λόγους:
Πρώτον διότι
η Εκκλησία της Κρήτης υπάγεται
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο
και δεύτερον η Αντίπολις,
που ζούσε ο Καζαντζάκης, εξαρτιόταν
από τη Μητρόπολη Θυατείρων
η οποία υπαγόταν στο κλίμα
του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη, στο
Φράιμπουργκ στις 26 Οκτωβρίου 1957,
η σορός του μεταφέρθη στην Αθήνα
σε γενική αδιαφορία των διανοουμένων.
Η Ελένη Καζαντζάκη
ζήτησε από την Αρχιεπισκοπή
έναν εκκλησιαστικό χώρο
για να καταθέσει τη σορό.
Μετά την άρνηση της Αρχιεπισκοπής
η σορός έφτασε στο Ηράκλειο.
Στις 6 Νοεμβρίου 1957, έγινε στον
Καθεδρικό Ναό του Αγίου Μηνά
νεκρώσιμος ακολουθία,
χοροστατούντος
του Μητροπολίτη Ευγένιου,
δεκαεπτά ιερέων και πλήθος κόσμου.
(Υπάρχει φιλμ γι’ αυτή την ακολουθία.)
Σημειώνουμε ότι η κηδεία έγινε
με απόφαση του Πρωθυπουργού
Κωνσταντίνου Καραμανλή
δημοσία δαπάνη,
παρόντος και του Υπουργού
Παιδείας και Θρησκευμάτων
Αχιλλέα Γεροκωστόπουλου.
Ο Νίκος Καζαντζάκης είχε ζητήσει
να ενταφιαστεί σε ύψωμα
για να αγναντεύει
τα βουνά της Κρήτης και τη θάλασσα,
πράγμα το οποίο πραγματοποιήθηκε
στο ύψωμα Μαρτινέγκο
με ομόφωνη απόφαση
του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου.
Τη σορό συνόδευσε
μέχρι την τελευταία του κατοικία
ο πατήρ Σταύρος Καρπαθιωτάκης.
Ήταν στρατιωτικός ιερέας
και τιμωρήθηκε από τον Διοικητή του
και όχι από την Εκκλησία της Κρήτης.
Την ίδια τύχη είχε και ο Βασίλης Βασιλικός,
που υπηρετούσε τότε στο ίδιο στρατόπεδο.
Διεθνής Εταιρεία
Φίλων Νίκου Καζαντζάκη.
Πηγή: Πρόσωπα