Του Γιώργου Μαμάκη*
Το ερείπιο μαρτυρά το παρελθόν στο παρόν, τόσο χωρικά όσο και χρονικά.
Είναι η κατάσταση μιας προηγούμενης ύπαρξης, είναι το ίχνος και η μαρτυρία μιας ανθρώπινης δραστηριότητας σε βάθος χρόνου.
Φέρει μέσα του την παρουσία της φθοράς.
Όταν ένα κτήριο ερειπώνεται οι αισθητικές ποιότητες που προκύπτουν διαφέρουν από αυτές της πρότερης κατάστασής του.
Το ερείπιο δεν αντιμετωπίζεται ως μετεξέλιξη του αρχικού ολοκληρωμένου αρχιτεκτονικού έργου, αλλά ως καινούργιο έργο, όπου η αισθητική εμπειρία του διαφέρει από αυτή της προηγούμενης κατάστασής του.
Υπάρχουν δύο είδη ερειπίων, το ένα είναι έργο του χρόνου, το άλλο, έργο του ανθρώπου.
Τα πρώτα δεν έχουν τίποτα δυσάρεστο, γιατί η φύση εργάζεται δίπλα στους αιώνες. Όταν αυτοί ερειπώνουν, αυτή σπέρνει λουλούδια.
Τα δεύτερα ερείπια είναι περισσότερο ερημώσεις παρά ερείπια, δεν προσφέρουν παρά την εικόνα του μηδενός, χωρίς δύναμη επανορθωτική.
Έργο της δυστυχίας και όχι των αιώνων, μοιάζουν με τα άσπρα μαλλιά σε ένα κεφάλι της νεότητας.
Οι καταστροφές των ανθρώπων είναι άλλωστε περισσότερο βίαιες και ολοκληρωτικές από αυτές των αιώνων: οι δεύτερες υπονομεύουν, οι πρώτες αντιστρέφουν.
Επιλέγω κάποιους στίχους από την «Κίχλη» του Γιώργου Σεφέρη•
δὲν ξέρω πολλὰ πράγματα ἀπὸ σπίτια
ξέρω πὼς ἔχουν τὴ φυλή τους, τίποτε ἄλλο.
Καινούργια στὴν ἀρχή, σὰν τὰ μωρὰ
ποὺ παίζουν στὰ περβόλια μὲ τὰ κρόσσια τοῦ ἥλιου,
κεντοῦν παράθροφυλλα χρωματιστὰ καὶ πόρτες
γυαλιστερὲς πάνω στὴ μέρα-
ὅταν τελειώσει ὁ ἀρχιτέκτονας ἀλλάζουν,
ζαρώνουν ἢ χαμογελοῦν ἢ ἀκόμη πεισματώνουν
μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔμειναν μ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν
μ᾿ ἄλλους ποὺ θὰ γυρίζανε ἂν μποροῦσαν
ἢ ποὺ χάθηκαν, τώρα ποὺ ἔγινε
ὁ κόσμος ἕνα ἀπέραντο ξενοδοχεῖο.
(Τὸ σπίτι κοντὰ στὴ θάλασσα)
* Ο κ. Γιώργος Μαμάκης είναι Δάσκαλος και πρώην Σχολικός Σύμβουλος Νομού Λασιθίου