του Πέτρου Μηλιαράκη*
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΔΙΔΑΞΑΝΤΕΣ για τη διεύρυνση των κομμάτων τους ήταν οι δύο κορυφαίοι της μεταπολίτευσης και της νεότερης πολιτικής ιστορίας της χώρας: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Ο πρώτος προέβη στη διεύρυνση προς το «ΚΕΝΤΡΟ» με την ένταξη των: «Μητσοτάκη-Κανελλόπουλου» το 1977 στη κυβέρνησή του και ο δεύτερος προέβη στη διεύρυνση προς την «ΑΡΙΣΤΕΡΑ» και το «ΚΕΝΤΡΟ», με τη θεαματική κίνηση που αφορούσε τους: «Γλέζο-Μαύρο» και την ένταξή τους, την υστάτη στιγμή, στα εκλογικά ψηφοδέλτια του 1981.
- η «διεύρυνση» του ΣΥΡΙΖΑ
Στην παρούσα ιστορική φάση η απόφαση του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να εντάξει στην κυβέρνησή του πρόσωπα προερχόμενα από την «κεντροαριστερά-κεντροδεξιά», αποτελεί κίνηση που θέλει να σηματοδοτήσει τη μεγαλύτερη δυνατή επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στο εκλογικό σώμα. Εξ αντικειμένου η κίνηση αυτή θα υποχρεώσει και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αντιδράσει σχετικώς, αν και η ηγετική παρουσία ατόμων προερχόμενων από τον ΛΑΟΣ και τον ευρύτερο πολύ δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας χώρο, με δυσκολία θα προσελκύσει στελέχη του «κεντρώου» και σε κάθε περίπτωση του «κεντροαριστερού χώρου».
Ταυτοχρόνως για τη λεγόμενη «Καραμανλική πτέρυγα», που αδιαμφισβητήτως απηχεί στον κεντρώο χώρο και ασκεί κύρος στο εκλογικό σώμα, δεν φαίνεται να της ανατίθεται από τον Κυριάκο Μητσοτάκη πρωταγωνιστικός ρόλος, ενώ, από πλευράς ΚΙΝ.ΑΛ, για να επηρεάσει η νέα δομή του «σχηματισμού» αυτού τον «κεντροαριστερό χώρο», εκ προοιμίου θα πρέπει να αποκλεισθεί κυβερνητική σύμπραξη με τη Νέα Δημοκρατία. Και τούτο γιατί άξιο επισημείωσης είναι ότι η σύμπραξη «ΝΔ-ΠΑΣΟΚ» ήταν η κύρια αιτία μετατόπισης προς το ΣΥΡΙΖΑ εκείνου του εκλογικού σώματος, που παραδοσιακά στήριζε το ΠΑΣΟΚ.
Η Φώφη Γεννηματά που στην κυριολεξία παιδεύτηκε (ο γράφων το εννοεί), από το σημαντικό πολιτικό της μεταπολίτευσης και πατέρα της Γιώργο Γεννηματά, γνωρίζει ότι το κρίσιμο καλοκαίρι του 1989 ο αείμνηστος Γιώργος Γεννηματάς, ήταν ο υπέρμαχος της συνεργασίας του τότε ΠΑΣΟΚ με την τότε Ανανεωτική Αριστερά.
Με τούτα τα δεδομένα η χώρα, από 08 Σεπτεμβρίου κατ’ ουσίαn οδηγείται στο «άνοιγμα» της προεκλογικής περιόδου.
- Εκλογές το Μάιο, γιατί;
ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ο γράφων εκτιμά (δεν προβλέπει) ότι κατά πάσα πιθανότητα θα διεξαχθούν το Μάιο 2019. Η εκτίμηση αυτή διαθέτει «πολιτική λογική», καθόσον συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Ήδη από τον Ιανουάριο 2019 ολοκληρώνεται μια 4ετής περίοδος κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την οποία οι προσδοκίες της αντιπολίτευσης (γενικώς) αφορούσαν μια …«σύντομη παρένθεση».
β) Ανεξαρτήτως των ευρημάτων των δημοσκοπήσεων (φανερών ή μυστικών) και της τυχόν διαφοράς στον παρόντα χρόνο μεταξύ του πρώτου και δευτέρου κόμματος, παρατηρείται (αυτό αφορά εκτίμηση του γράφοντος) για τη Νέα Δημοκρατία συσπείρωση περίπου επιπέδου εκλογικής ετοιμότητας, ενώ αντιθέτως για το ΣΥΡΙΖΑ παρατηρείται ακόμη αποσυσπείρωση…
Υπ’ όψιν δε ότι στην κοινωνία «κυκλοφορεί» η άποψη (που αφορά κυρίως απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ), που εστιάζει στο ότι: «δεν πάω να ψηφίσω» ή άλλως στο ότι: «δεν ξέρω ακόμη τι θα ψηφίσω».
Η προαναφερόμενη επικρατούσα στην κοινωνία και στον παρόντα χρόνο αναποφασιστικότητα που αφορά πρωτίστως στους ψηφοφόρους τους ΣΥΡΙΖΑ, για το εάν θα πρέπει οι πολίτες αυτοί να προσέλθουν και πάλι στις κάλπες για να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα, ακυρώνεται με αναφορά και μόνο στις τοπικές εκλογές, που λόγω «κοινωνικών συνθηκών» αφορούν αναγκαία διαδικασία προσέλευσης σχεδόν του συνόλου του εκλογικού σώματος στις κάλπες.
Και τούτο γιατί πέραν των πολλαπλών διεργασιών που θα λαμβάνουν χώρα και των «συγκοινωνούντων» αλληλεπιδράσεων, των ειδικών συνεργασιών και των ιδιαιτεροτήτων που αφορούν στις τοπικές κοινωνίες, η εξ ανάγκης προσέλευση του εκλογικού σώματος για την ανάδειξη των τοπικών αρχόντων, θα υποχρεώσει και στη συμμετοχή των βουλευτικών εκλογών εκείνου του μέρους του αναποφάσιστου εκλογικού σώματος, που ενώ στις προηγούμενες εκλογές επέλεξε ΣΥΡΙΖΑ, στη συνέχεια διατηρεί επιφυλάξεις να επανέλθει στην κάλπη, για να επαναβεβαιώσει την προτίμησή του στο ΣΥΡΙΖΑ.
Ταυτοχρόνως μπορεί να λειτουργήσει και η διαδικασία αποφόρτισης, ώστε επιλογές που μπορεί να αφορούν ανάδειξη του Ευρωκοινοβουλίου και των τοπικών Αρχών, να κατευθύνουν το «διαμαρτυρόμενο» για το ΣΥΡΙΖΑ εκλογικό σώμα να μην μεταβάλει την «επιλογή ΣΥΡΙΖΑ».
Συνεπώς τα πάντα κατατείνουν ότι οι εκλογές είναι εγγύς και μάλιστα πολλαπλών επιλογών. Υπ’ όψιν δε ότι οι περίπου δέκα (10) μήνες ακόμη κυβερνητικής θητείας αφορούν χρόνο ικανό για τη διαμόρφωση πολιτικού σκηνικού που μπορεί να μην έχει τις ίδιες αναλογίες με τον παρόντα χρόνο.
- τα πολιτικά κόμματα και η πρακτική τους
Ασφαλώς η εκλογική αναμέτρηση ταυτίζεται με τα πολιτικά κόμματα. Σε μεγάλο βαθμό δε (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων), ταυτίζεται και με τις προσωπικότητες που ηγούνται και τις πολιτικές επί πραγμάτων και προσώπων που επιβάλει η Ηγεσία, ενώ η συγκρότηση των ψηφοδελτίων (που κατ’ ουσίαν αφορά «εσωκομματική μάχη»), δεν υπηρετεί πάντοτε την αξιοκρατία, αλλά «κομματικές ισορροπίες», ακόμη και «ίντριγκες».
Οι «κομματικές» δε «ισορροπίες» (ασφαλώς και οι «ίντριγκες»), είναι πολλές φορές μακράν των απαιτήσεων της κοινωνίας, ακόμη και της ιστορίας.
Για την πληρότητα δε του πολιτικού λόγου (όσο το παρόν περίγραμμα επιτρέπει), υπ’ όψιν και τα εξής:
Πρώτη φορά μεταπολιτευτικώς, ο συντακτικός νομοθέτης ίδρυσε πρόνοιες για την ύπαρξη και λειτουργία «πολιτικών κομμάτων» (άρθρο 29 του Συντάγματος). Η λειτουργία δε του πολιτεύματός μας εδράζεται (μεταξύ των άλλων) στην Αρχή του Πολυκομματισμού, σε σχέση (και) με την Κοινοβουλευτική Αρχή.
Τούτων δοθέντων, τα ψηφοδέλτια «εκλογικής μάχης» που θα συγκροτήσουν πρωτίστως ο ΣΥΡΙΖΑ , η ΝΔ, και το ΚΙΝ.ΑΛ, ασφαλώς θα αφορούν γεγονότα που θα απασχολήσουν τη κοινή γνώμη με βάση το «τί» ακριβώς θα σηματοδοτεί και το «τί» θα απηχεί στο εκλογικό σώμα το πολιτικό προσωπικό που θα υποδεικνύεται και θα τίθεται στη βάσανο και κριτική του εκλογικού σώματος, σε συνδυασμό πάντοτε με τις πολιτικές επαγγελίες χωρίς προσφυγή σε γνωστούς «λαϊκισμούς».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
«οι εκλογές κατά πάσα πιθανότητα θα διεξαχθούν το Μάιο 2019. Η εκτίμηση αυτή διαθέτει “πολιτική λογική”… τα πάντα κατατείνουν στο ότι οι εκλογές είναι εγγύς και μάλιστα πολλαπλών επιλογών…»
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).