Από Γιώργος Α. Καλογεράκης*
Η Αικατερίνη Χαλκιαδάκη – Νεονάκη ή Χαρκιαδογιώργαινα. Οι Γερμανοί εκτέλεσαν στις 17 Αυγούστου 1944 στη θέση «Σπηλιάρα» του Σοκαρά, τον άντρα της Γεώργιο και τους πέντε γιους της Μανόλη, Αστρινό, Γιάννη, Δημήτρη και Λευτέρη.
Μια μαχαιριά κατάστηθη της μπήχνει το χαμπέρι
που μητ’ο Θιος να μην μπορεί να σύρει το μαχαίρι.
Τα ματωμένα ρούχα τους, της φέραν τυλιγμένα
κι εκείνη ως τα γνώρισε που τα’χενε πλεγμένα,
έσυρε μούγκρος κι έκαμε θρύψαλα το σκοτάδι
κι οι πόρτες μισανοίξανε νυχτιάτικα στον Άδη.
Παίρνει το πλάι του καημού, του Γολγοθά το δρόμο
με το στεφάνι, τα καρφιά και το σταυρό στον ώμο.
Μέρες την ψάχνει ο Θεός μέσα στη σιωπή της,
μουδέ η κατάρα ακούγεται μουδέ η προσευχή της
Οι στίχοι που παρατίθενται στο πλαίσιο από το τραγούδι «Η γυναίκα του σκοτωμένου» του Κωνσταντίνου Καργάκη, ταιριάζουν απόλυτα στην μορφή και τη μετακατοχική παρουσία της Αικατερίνης Χαλκιαδάκη ή Χαρκιαδογιώργαινας από το χωριό Σοκαράς. Και σ’αυτήν ήρθε το ´χαμπέρι» όπως λέει το παραπάνω τραγούδι, ότι οι Γερμανοί, στις 17 Αυγούστου 1944 δολοφόνησαν τον άντρα της Γιώργη και τους πέντε γιους της Μανόλη, Αστρινό, Γιάννη, Δημήτρη και Λευτέρη στη θέση Σπηλιάρα.
Ποιος άνθρωπος και ποια ψυχή μπορεί να αντέξει αυτό το βάρος; Ένας πατέρας με τους πέντε γιους του κείτονται νεκροί στο χώμα από τις κάνες των τουφεκιών του φασιστικού γερμανικού στρατού κατοχής. Αυτό το βάρος οφείλει να σηκώσει η Χαρκιαδογιώργαινα στην υπόλοιπη ζωή της. Πόσο να θρηνήσει; Πού να κρυφτεί η λύπη; Ποιον να πρωτοκλάψει;
Ποιος ήταν αυτός ο φασιστικός κατοχικός στρατός που έστησε στο απόσπασμα πέντε αδέρφια και τον πατέρα τους, μαζί με άλλα 21 παλικάρια του Σοκαρά; Βαφτίζοντας «αντίποινα» τα εγκλήματά τους, οι αξιωματούχοι του βάρβαρου ναζιστικού στρατού στην Κρήτη, έσπειραν τον όλεθρο, τη θλίψη και την ορφάνια, τον αβάσταχτο θρήνο και την απογοήτευση.
Ένα μοναδικό βιβλίο με τίτλο «Χαρκιαδογιώργαινα, η Εκάβη του Σοκαρά», έγραψε και παρουσίασε το 2010 ο αξέχαστος Σήφης Κοσόγλου. Λίγα λόγια για την Αικατερίνη Χαλκιαδάκη – Χαρκιαδογιώργαινα, αντλούμε απ’αυτό το βιβλίο:
«Γεννήθηκε στο χωριό Βαγιωνιά το 1894. Αικατερίνη τ’όνομα. Κόρη του Γιάννη Νεονάκη (Ζαβαλάκη). Παντρεύτηκε αρχικά έναν αγρότη από τα Βασιλικά Ανώγεια, ο οποίος λίγους μήνες μετά το γάμο τους αρρώστησε από πνευμονία και πέθανε. Η Αικατερίνη χήρα πια θα επιστρέψει στο πατρικό σπίτι, στην γενέτειρά της τη Βαγιωνιά. Το 1912 παντρεύεται με το Γιώργη Χαλκιαδάκη (Χαρκιαδογιώργη) από το χωριό Σοκαράς. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, ο Χαρκιαδογιώργης πηγαίνει στο στρατό, όπου υπηρετεί συνολικά δώδεκα περίπου χρόνια. Με την Αικατερίνη αποκτήσανε πέντε γιους, τον Μανόλη, τον Αστρινό, τον Δημήτρη, τον Γιάννη και τον Λευτέρη. Όλα κυλούσαν ομαλά κι όλα ήτανε όμορφα στο σπίτι του Χαρκιαδογιώργη ως τα πέτρινα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής που ήρθανε κι εγκατασταθήκανε στο χωριό οι Γερμανοί. Αιρετός Πρόεδρος του χωριού ήταν ο Ηλίας Χαλκιαδάκης, αδελφός του Χαρκιαδογιώργη. Ο Πρόεδρος Ηλίας, ο αδερφός του Χαρκιαδογιώργης και τα πέντε παιδιά του, όπως όλοι οι χωριανοί συμμετείχαν στην Αντίσταση.
Στο σπίτι του Προέδρου Ηλία Χαλκιαδάκη και στου Γυπαραριστείδη συνεδρίαζε συνήθως η Τοπική Οργάνωση του ΕΑΜ, που είχε ιδρύσει ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Δημήτρης Βαλαβάνης από το Βελούλι.
Έτσι φτάσαμε στη 17η Αυγούστου 1944. Ξημερώματα – και αφού οι κάτοικοι είχαν ενημερωθεί να κοιμηθούν όλοι στα σπίτια τους – καταφθάσανε στο Σοκαρά Γερμανοί στρατιώτες με τζιπ, συνοδευόμενοι από τους μασκοφορεμένους συνεργάτες των και εκπαιδευμένα σκυλιά. Με τηλεβόα ζήτησαν να μαζευτούν όλοι οι κάτοικοι του χωριού στο χώρο του Δημοτικού Σχολείου. Με γρήγορες και βίαιες κινήσεις «χτενήσανε» όλο το χωριό με τη βοήθεια των εκπαιδευμένων σκύλων αναγκάζοντας τους αγουροξυπνημένους κατοίκους να συγκεντρωθούν όσο γίνεται γρηγορότερα.
Εκεί με βάση τον κατάλογο (κατάσταση) “των 60 προγραμμένων” που είχαν στα χέρια τους προχωρήσανε γρήγορα τις διαδικασίες… Σκηνές αλλοφροσύνης ξετυλίχτηκαν στο Δημοτικό Σχολείο, όπου αφήσανε τον άμαχο πληθυσμό (γυναίκες και παιδιά)… Τους άντρες του χωριού δεμένους με σκοινιά κατά 3άδες τους οδηγήσανε ΒΔ του χωριού…
Στη λαγκαδιά της Σπηλιάρας πάνω από το ρέμα στήθηκε το μακάβριο σκηνικό του θανάτου. Στον κατάλογο των μελλοθανάτων Σοκαριανών καθώς ήταν επόμενο συμπεριλαμβάνονταν και τα ονόματα του Χαρκιαδογιώργη και των πέντε γιων του…
Το μνημείο των εκτελεσθέντων στη θέση «Σπηλιάρα» του Σοκαρά (φωτογραφία εφημ. Άποψη του Νότου)
Ο επικεφαλής Γερμανός Αξιωματικός μέσω των μασκοφορεμένων συνεργατών του απευθύνθηκε στον πατέρα Χαρκιαδογιώργη…
-Διάλεξε του είπε, έναν από τους πέντε γιους σου, όποιον εσύ θες… Αυτός θα ελευθερωθεί… Οι άλλοι…
-Δύσκολο πράγμα μου ζητάτε.. Θαρρείτε πως είναι τόσο απλό για έναν πατέρα να διαλέξει έναν γιο του για τη ζωή και τους άλλους να τους στείλει στο θάνατο..
– Ε, τότε θα τους εκτελέσουμε και τους πέντε… Εσύ, μπορείς να φύγεις…
-Δεν φεύγω… Δεν πάω πουθενά …Εδώ θα μείνω… απάντησε με περηφάνια και θάρρος ο Χαρκιαδογιώργης… Δίπλα στους γιους μου… Όπου πάνε οι γιοι μου, θα πάω κι εγώ… Κι ύστερα προχώρησε και εντάχθηκε στους υπό εκτέλεσιν Σοκαριανούς… Ανάμεσα και πλάι στον Μανόλη, τον Αστρινό, τον Γιάννη, τον Δημήτρη και τον Λευτέρη, τους γιους του …
Τα γερμανικά όπλα κροτάλισαν “ψυχρά” το πρωινό της 17ης Αυγούστου 1944 στη Σπηλιάρα, προσφέροντας “λαμπρό πεσκέσι στο θάνατο” τα είκοσι εφτά παλικάρια του Σοκαρά…»ª.
Οι Γερμανοί έδιωξαν τους υπόλοιπους Σοκαριανούς (γυναίκες και παιδιά). Τα σώματα των παλικαριών έμειναν άταφα για δυο μέρες. Με αγγαρεία κατοίκων από το Ασήμι, τάφηκαν στον τόπο της θυσίας τους, στη θέση Σπηλιάρα. Το 1945 συγγενείς των εκτελεσθέντων, σημειώνει ο Σήφης Κοσόγλου, συγκέντρωσαν χρήματα και χτίσθηκε λίγο πιο πάνω από το χώρο της εκτέλεσης η εκκλησία των Αγίων Δέκα. Κάτω από τον ναό, φτιάχτηκε οστεοφυλάκιο και μεταφέρθηκαν τα οστά των είκοσι εφτά παλικαριών. Και συνεχίζει ο Σήφης Κοσόγλου:
Το βιβλίο του αείμνηστου Σήφη Κοσόγλου με τίτλο «Χαρκιαδογιώργαινα, η Εκάβη του Σοκαρά»
«Την ημέρα της εκταφής μαρτυρείται, πως η Χαρκιαδογιώργαινα μόνη της έψαξε και βρήκε (αναγνώρισε) τον άντρα της και τους πέντε γιους της… Ένα ένα ξεχώρισε τα κεφάλια και τα οστά τους στην ποδιά της…, Τα ’πλυνε τελετουργικά με κρασί καθώς είναι συνήθειο και τα τοποθέτησε ευλαβικά σε μικρά ξύλινα κασελάκια… με απέραντο πόνο και οδύνη, όμως με τρυφεράδα και ευαισθησία μοιρολόισε πρώτα τον άντρα της, κι ύστερα τους γιους της… τον Μανόλη… τον Αστρινό… τον Γιάννη… τον Δημήτρη… τον Λευτέρη …
Εκείνη την περίοδο η Χαρκιαδογιώργαινα πούλησε το καλύτερό της λιόφυτο (100 ρίζες ελιές) για να δώσει το ποσό που της αναλογούσε για την ανέγερση της εκκλησίας των Αγίων Δέκα. Όταν της είπανε να μην το πουλήσει ή να δώσει λιγότερα χρήματα, η περήφανη Χαρκιαδογιώργαινα απάντησε:
-Αυτό ανήκε στα παιδιά μου… Για χάρη τους το πουλώ… Κι αν είναι πολλά λεφτά είναι γιατί έχω και τους περισσότερους νεκρούς …».
Οι Σοκαριανοί ιστορικοί ερευνητές Γιώργος Καρτσωνάκης και +Σήφης Κοσόγλου, στο βιβλίο τους «Η εκτέλεση των 27 Σοκαριανών, Σπηλιάρα, 17 Αυγούστου 1944», στις σελίδες 5 και 6 γράφουν: ´
«… 17 Αυγούστου 1944. Ημέρα Πέμπτη…
Στη λαγκαδιά της ΣΠΗΛΙΑΡΑΣ, 27 παλικάρια γίνονται λαμπάδες για «να γεννούν λάμψη στα σκοτάδια» και να φωτιστεί το αύριο του κόσμου.
Στη λαγκαδιά της ΣΠΗΛΙΑΡΑΣ, 27 παλικάρια στήνονται καταντικρύ στο γερμανικό εκτελεστικό απόσπασμα με γεμάτη αφοβιά και υπερηφάνεια την ψυχή τους.
Η λαγκαδιά της ΣΠΗΛΙΑΡΑΣ, γίνεται χώρος θυσιαστηρίου για τα παλικάρια μας.
Στη λαγκαδιά της ΣΠΗΛΙΑΡΑΣ, 27 παλικάρια χορεύουνε με αντρεία και λεβεντιά το χορό της Λευτεριάς. Ύστερα σφιχταγκαλιασμένοι σέρνονται στον ομαδικό τάφο οπού τους εχώσανε οι νεοβάρβαροι. Γύρω γύρω στον τάφο τους 27 κυπαρίσσια που φυτευτήκανε από τους συγγενείς εκτοξευθήκανε γρήγορα προς τον ουρανό θρεμμένα από το «σώμα και το αίμα» των νεκρών μας…».
Η «Σπηλιάρα» είναι μία τοποθεσία Βορειοδυτικά του χωριού Σοκαράς. Τη διασχίζει ένα ρυάκι με ψηλές όχθες. Στην τοποθεσία αυτή οδηγήθηκαν και εκτελέστηκαν 27 κάτοικοι του χωριού από τα κατοχικά στρατεύματα, στις 17 Αυγούστου 1944. Για την άνανδρη δολοφονία των 27 Σοκαριανών, στοιχεία αντλούμε από το παρακάτω κείμενο του δικηγόρου και αξιόλογου ιστορικού ερευνητή της κατοχικής αντίστασης της Κρήτης Γεωργίου Καρτσωνάκη, που εμπεριέχεται στο ανέκδοτο βιβλίο του «Εν Σωκαρά εγένετο»:
«…το γραφείο Χάρτμαν με πληροφορίες φυσικά Ελλήνων δοσιλόγων, είχε ετοιμάσει πλέον τον κατάλογο, που περιείχε 60 ονόματα Σοκαριανών. Ο κατάλογος αυτός γνωστοποιήθηκε στον Διοικητή του Φρουρίου Κρήτης, τον Στρατηγό Μύλλερ και αντίγραφό της μετέφερε ο Ανθυπολοχαγός Μπούνεμαν, που ήταν Αξιωματικός του Χάρτμαν, στον Φρούραρχο Πύργου Βίλλυ Κούκλερ και τον επικεφαλής της Γερμανικής Αστυνομίας Μονοφατσίου Τίτο Σπρέγκερ, μαζί με τη διαταγή του Στρατηγού Μύλλερ για την άμεση σύλληψη και εκτέλεση των 60 Σοκαριανών και την καταστροφή του Σοκαρά.
Από αριστερά: Γεώργιος Χαλκιαδάκης του Εμμανουήλ, Μαρία Χαλκιαδάκη του Αστρινού, Χαρκιαδογιώργαινα, Θεοδοσία Χαλκιαδάκη του Εμμανουήλ και Μιχάλης Βρυσανάκης. Ο μικρός είναι ο Μιχάλης Χαλκιαδάκης (φωτογραφία από το βιβλίο του Σήφη Κοσόγλου, «Χαρκιαδογιώργαινα, η Εκάβη του Σοκαρά»)
Για τη διαταγή αυτή, της καταστροφής του Σοκαρά και της εκτέλεσης των 60 Σοκαριανών, καθώς και τις άλλες πράξεις που τέλεσε σε βάρος των Κρητικών, καθόλη τη διάρκεια της Διοίκησης του Φρουρίου Κρήτης, ο Στρατηγός Μύλλερ και μαζί του ο Φρούραρχος της ΓΚΕΣΤΑΠΟ Μοιρών Τίτο Σπρέγκερ καταδικάστηκαν σε θάνατο με την με αριθμό 3/9-12-1946 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου Εγκληματιών Πολέμου και εκτελέστηκαν στις 20-5-1947.
Ήταν οι τρεις, μαζί με τον Στρατηγό Μπρούνο Μπρόγερ, από τους οκτώ Γερμανούς αξιωματικούς, που η Συμμαχική Επιτροπή ενέκρινε να συλληφθούν και να δικαστούν στην Ελλάδα, από τον ονομαστικό κατάλογοι των 1127 Γερμανών αξιωματικών και στρατιωτών, που είχε συντάξει η Ελληνική Αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημήτριο Κιουσόπουλο, τον Συνταγματάρχη Τσιγάντε και τον Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Τσαμαδό.
Επικεφαλής του Γερμανικού Εκτελεστικού Αποσπάσματος για την εκτέλεση των 60 Σοκαριανών, ορίστηκε ο Στρατιωτικός Διοικητής Μονοφατσίου Ταγματάρχης Κόχεν Άουζεν. Οι Σοκαριανοί είχαν τις πληροφορίες ότι κινδυνεύουν να συλληφθούν, γι’αυτό μέσα στο χωριό εκινούντο με προφυλάξεις, τις νύκτες όμως, διανυκτέρευαν στην εξοχή, στα βουνά και στα σπηλιάρια.
Την παραμονή – 16 Αυγούστου 1944 – ο τότε Πρόεδρος της Κοινότητας Ασημίου, περιφερόμενος στον Σοκαρά, δήλωνε στους Σοκαριανούς να μην διανυκτερεύουν έξω από τα σπίτια τους, διότι εάν τα περίπολα ανεύρουν στην εξοχή άτομα που διανυκτερεύουν και κρύβονται θα εκτελούνται, ενώ όσοι ευρίσκονται στα σπίτια τους εγγυάται για την ασφάλειά τους και τη ζωή τους. Έτσι οι Σοκαριανοί πείστηκαν στις διαβεβαιώσεις του και εκείνο το βράδυ οι περισσότεροι κοιμήθηκαν στα σπίτια τους.
Η Χαρκιαδογιώργαινα, με τον μικρό Δημήτρη Χαλκιαδάκη, γιο του εγγονού της Γεωργίου (φωτογραφία από το βιβλίο του Σήφη Κοσόγλου, Χαρκιαδογιώργαινα, η Εκάβη του Σοκαρά)
Την νύκτα της 16ης προς 17η Αυγούστου 1944, ο Νικόλαος Βασιλείου Μαγιάσης, διερμηνέας της Γερμανικής Αστυνομίας Μοιρών, διανυκτέρευσε στο σπίτι του Προέδρου του Ασημίου με το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας, συνοδεύοντας τον Φρούραρχο Μοιρών Τίτο Σπρέγκερ. Μαζί τους, το πρωί, ο Φρούραρχος Πύργου Βίλλυ Κούκλερ, συνοδευόμενος από τους διερμηνείς του, έφθασαν στον Σοκαρά, για να εκτελέσουν την διαταγή του Στρατηγού Μύλλερ.
Την νύκτα ο Σοκαράς είχε περικυκλωθεί από δυνάμεις δύο λόχων του Γερμανικού στρατού και με την ανατολή οι Σοκαριανοί (άνδρες και γυναίκες) κλήθηκαν να συγκεντρωθούν σε αίθουσα του Δημοτικού Σχολείου. Εκεί έγινε η αναγνώριση των ταυτοτήτων τους. Από τους 60 Σοκαριανούς που ήταν εγγεγραμμένοι στον κατάλογοι ανευρέθησαν και συνελήφθησαν 29 άντρες.
Εξ’αυτών οι δύο, ο Αριστείδης Γυπαράκης και ο γιος του Νικόλαος μεταφέρθηκαν στις Μοίρες, όπου υπέστησαν μύριους εξευτελισμούς και βασανιστήρια, έως ότου αφεθούν ελεύθεροι μετά από 22 ημέρες. Ο εκ των συλληφθέντων Γεώργιος Κυριακάκης, προσκλήθηκε από τον Τίτο Σπρέγκερ να παραδώσει το όπλο που κατείχε, εκείνος αρνήθηκε ότι είχε όπλο και υφιστάμενος εξευτελισμούς και ξυλοδαρμό μεταφέρθηκε με συνοδεία στο σπίτι του, προκειμένου να γίνει έρευνα.
Στην επίμονη άρνησή του έγινε επισταμένη έρευνα και το όπλο ανευρέθη μέσα στα άχυρα. Αιμόφυρτος μεταφέρθηκε στην ΣΠΗΛΙΑΡΑ, όπου είχαν μεταφερθεί εν τω μεταξύ και οι υπόλοιποι 26 άνδρες, αλυσοδεμένοι ανά τρεις.
Έτσι όλοι μαζί οδηγήθηκαν από τον βάρβαρο κατακτητή στο στάδιο του τελευταίου αγώνα, στο τότε ανώνυμο μέρος, τη «ΣΠΗΛΙΑΡΑ», με αξιοπρέπεια, με σεμνότητα και εθνική υπερηφάνεια, για να ακουμπήσουν την ιστορία. Τους έστησαν μπροστά στα πολυβόλα, χωρίς δίκη, χωρίς απολογία. Ο αντρίκιος χορός της λευτεριάς έχει αρχίσει. Ο θάνατος σέρνει το χορό. Ακολουθούν πίσω του χορεύοντας κάτω από τις ομοβροντίες του Εκτελεστικού αποσπάσματος απροσκύνητοι οι 27 Γενναίοι Σοκαριανοί…».
Οι 27 Σοκαριανοί που εκτελέστηκαν στη «Σπηλιάρα» είναι:
- Χαλκιαδάκης Γεώργιος του Μιχαήλ
- Χαλκιαδάκης Εμμανουήλ του Γεωργίου
- Χαλκιαδάκης Αστρινός του Γεωργίου
- Χαλκιαδάκης Ιωάννης του Γεωργίου
- Χαλκιαδάκης Δημήτριος του Γεωργίου
- Χαλκιαδάκης Ελευθέριος του Γεωργίου
- Ορφανός Γεώργιος του Νικολάου
- Ορφανός Παντελής του Νικολάου
- Ορφανός Αντώνιος του Νικολάου
- Ορφανός Ελευθέριος του Νικολάου
- Γυπαράκης Στυλιανόςτου Ιωάννου
- Γυπαράκης Νικόλαος του Στυλιανού
- Γυπαράκης Εμμανουήλ του Στυλιανού
- Γυπαράκης Ιωάννης του Αριστείδη
- Παχιαδάκης Χαράλαμπος του Βασιλείου
- Γιαννουλάκης Γεώργιος του Μιχαήλ
- Γιαννουλάκης Βασίλειος του Μιχαήλ
- Γιαννουλάκης Ευθύμιος του Μιχαήλ
- Γιαννουλάκης Βασίλειος του Γεωργίου
- Κυριακάκης Γεώργιος του Μιχαήλ
- Κυριακάκης Νικόλαος του Μιχαήλ
- Κωστάκης Γεώργιος του Ιωσήφ
- Κωστάκης Νικόλαος του Ιωσήφ
- Μπιμπάκης Νικόλαος του Ιωάννου
- Σταματάκης Ιωάννης του Γεωργίου
- Κουτεντάκης Ιωάννης του Νικολάου
- Σαρρής Δημήτριος του Βασιλείου
Μοναδική η σκηνή, όταν οι συγγενείς των σκοτωμένων φτάνουν στη Σπηλιάρα για την εκταφή των δικών τους. Η εκταφή έγινε λίγα χρόνια μετά την εκτέλεση. Φτάνει και η Χαρκιαδογιώργαινα. Με τις νύφες της. Την Κλεάνθη, γυναίκα του Μανόλη. Την Ελένη, γυναίκα του Αστρινού. Τη Σταυρούλα, γυναίκα του Γιάννη. Τη Μαρία, γυναίκα του Δημήτρη. Και την Ελένη γυναίκα του Λευτέρη. Η Χαρκιαδογιώργαινα αναζητά τον άντρα και τα παιδιά της. Πέφτει στα γόνατα. Τοποθετεί το κεφάλι του καθενός δικού της ανθρώπου που αναγνωρίζει στην ποδιά της και χαϊδεύοντάς το, του ρίχνει κρασί και το πλύνει. Ποιο να πρωτοακουμπήσει; Η απελπισία αποτυπώνεται στα μάτια, η οδύνη στη μορφή της. Ένα σιγανό μοιρολόι αρχίζει να βγαίνει από τα χείλη της.
Λαϊκοί ποιητές, ύμνησαν το πέρασμα από τη ζωή στον θάνατο, των είκοσι εφτά Σοκαριανών. Ο Δημήτρης Κεφαλογιάννης το 1947 έγραψε:
…τέσσερις γιοι του Ορφανού του γέρο Νικολάκη
και πέντε του αείμνηστου του Γιώργη Χαλκιαδάκη.
Εκείνος είχε πέντε γιους κι οι πέντ’εκτελεστήκαν
και εκτελέστηκε κι αυτός, έξι μ’αυτόν γενήκαν…
Ο Νικόλαος Μπιμπάκης το 2007 γράφει: …του Χαλκιαδάκη τη γενιά όλη την ξεκληρίσαν
πατέρα και τους πέντε γιους στον τοίχο τους εστήσαν…
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Καστελίου Πεδιάδος