Γράφει ο Γιάννης Κυριακάκης
Φίλες και φίλοι η αγροτική οικονομία πάντα είχε περίοπτη θέση στο ΑΕΠ της χώρας μας, ήταν ίσως μαζί με τον τουρισμό οι δύο πιο σταθεροί και στιβαροί πυλώνες πάνω στους οποίους βασίστηκε επί δεκαετίες η Ελληνική οικονομία.
Αναμφίβολα το πιο αναγνωρισμένο εξαγώγιμο Ελληνικό προϊόν ανά τον κόσμο είναι το ελαιόλαδο με το οποίο θα ασχοληθώ σε αυτό το άρθρο.
Λίγο πολύ όλοι έχουμε γίνει άλλοτε δέκτες και άλλοτε πομποί παραπόνων αναφορικά με την τιμή του ελαιολάδου και ειδικότερα στην ενδοχώρα του νησιού μας ελάχιστα είναι τα νοικοκυριά που δεν έχουν εισόδημα από πώληση ελαιολάδου.
Το εύκολο βέβαια είναι να πούμε ότι πάντα κάποιος φταίει εκτός φυσικά από εμάς τους ίδιους τους παραγωγούς .
Τίθεται βέβαια και το ερώτημα ποιος αλήθεια από εμάς επένδυσε στη ποιότητα του
προϊόντος και έχασε;
Μα φυσικά κανείς φίλες και φίλοι.
Γεγονός είναι ότι ο Έλληνας ελαιοκαλλιεργητής και δη ο Κρητικός παλεύει σε άνισες
γεωμορφολογικές συνθήκες να ανταγωνιστεί τον αντίστοιχο Ευρωπαίο συνάδελφό του λόγο του υψηλού καλλιεργητικού κόστους, καθώς η μηχανική καλλιέργεια σε αυτές τις χώρες είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο σε σχέση με εμάς .
Το μέλλον της ελαιοκαλλιέργειας προβλέπετε ζοφερό και είναι επιτακτική η ανάγκη οι παραγωγοί να κάνουν στροφή στην ποιότητα.
Δεν γίνετε οι ανταγωνιστές μας να έχουν μπει στην παραγωγή κλιματικά ουδέτερου ελαιόλαδου και εδώ ακόμα να παλεύουμε να αποβάλουμε τα νάιλον τσουβάλια.
Η Ευρώπη μας δείχνει το δρόμο του μέλλοντος επιδοτώντας τη δημιουργία ομάδων
παραγωγών παρέχοντας όλα εκείνα τα εχέγγυα που θα κάνει την καλλιέργεια πιο εύκολη, κατευθύνοντας μας σε σύγχρονους μηχανικούς τρόπους παραγωγής .
Οι αγρότες καλούνται να δημιουργήσουν μικρά ευέλικτα σχήματα τα οποία θα τους
βοηθήσουν να παράγουν ένα προϊόν με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά που θα το κάνει να ξεχωρίσει αφού θα είναι συγκριτικά ανώτερο από τον ανταγωνισμό.
Με λίγα λόγια η δημιουργία ομάδων παραγωγών προσφέρει στους αγρότες που τις
απαρτίζουν δύο συνθήκες : η μια έχει να κάνει με το πιο χαμηλό κόστος παραγωγής και η δεύτερη με την δημιουργία υπεραξίας στο ίδιο το προϊόν δίνοντας του συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά και οι δυο αυτές συνθήκες λειτουργούν προς όφελος των παραγωγών.
Το μόνο που χρειάζεται λοιπόν είναι η συνεννόηση και η συνεργασία ανάμεσα στους
παραγωγούς μικρούς και μεγάλους που μοιάζει τόσο απλό αλλά είναι και το πιο δύσκολο πράγμα.