Η Αγία Αργυρή γεννήθηκε στην Προύσσα της Μ. Ασίας το έτος 1688 από ευσεβείς γονείς το Γεώργιο και τη Σωσάνη.
Ήταν σεμνή και προικισμένη με εξαιρετικές Χάρες, όπως την Πίστη, τη Φρόνηση, την Υπομονή και την Ταπεινοφροσύνη.
Κάποιος πλούσιος τούρκος που ζούσε κοντά στο σπίτι της θαμπώθηκε από την ομορφιά της και της ζητούσε να αρνηθεί την πίστη της και να γίνει γυναίκα του. Η Αργυρή απέρριψε την πρότασή του με ψυχρότητα και περιφρόνηση. Αυτός όμως επέμενε και ενοχλούσε τους γονείς της και τους απειλούσε ότι θα χάσουν τη ζωή της κόρης τους αν δεν του τη δώσουν.
Τότε οι ευλογημένοι Γονείς αναγκάζονται να την παντρέψουν 17 χρονών, με ένα παλληκάρι, Ορθόδοξο Χριστιανό και την ώρα που τελούνταν το Μυστήριο του Γάμου, μέσα στην Εκκλησία, ώρμησαν σα λυσσασμένοι είκοσι αλλόθρησκοι νέοι και άρπαξαν την Αργυρή μπροστά στα μάτια όλων και του γαμπρού.
Την οδήγησαν με τα νυφικά της όπως ήταν στολισμένη κατ’ ευθείαν στο δικαστή. Έξι άτομα την κατηγορούσαν, ότι παρέβηκε την υπόσχεση που έδωσε δήθεν στον πλούσιο νέο για να τον παντρευτεί.
Ο δικαστής, που ήταν ο πατέρας του νέου, της έθεσε το δίλημμα: «Ή τουρκεύεις και παντρεύεσαι το γιο μου, ή πεθαίνεις στη φυλακή».
Η Αργυρή σταθερή και ατρόμητη απορρίπτει την πρόταση και κλείνεται στη φυλακή.
Οι γονείς της τρελοί από την στεναχώρια, ζητούν την παρέμβαση του Πατριάρχη και της Επίσημης τουρκικής κυβέρνησης.
Τα διαβήματά τους παρέμειναν άκαρπα. Η Αργυρή οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και κλείστηκε στις φυλακές περιμένοντας νέα δίκη.
Περίμενε με αγωνία 2 ολόκληρα χρόνια και η απόφαση που βγήκε επικύρωνε την παλιά: Ή τουρκεύεις, ή μαραίνεσαι στις υγρές φυλακές μαζί με τις ανήθικες γυναίκες που την προτρέπουν συνεχώς να αρνηθεί την πίστη της για να γλυτώσει τη ζωή της. Έτσι αλυσοδεμένη την φέρνουν στο άθλιο και αποπνικτικό κελί της. Άγριοι ξυλοδαρμοί επακολουθούν, βρισιές και εξευτελισμοί για να γονατίσουν την αγνή ψυχή της, αλλά αντίθετα δυναμώνει πιο πολύ η πίστη της στον Εσταυρωμένο. Αντιλαμβάνεται ότι το τέλος της πλησιάζει και θέλει οπωσδήποτε να Κοινωνήσει. Πώς όμως;
Εκεί μέσα στη φυλακή ήταν και ένας σεβαστός Γέροντας που όμως μπορούσε να μπαινοβγαίνει γιατί του είχαν εμπιστοσύνη.
Εκμυστηρεύθηκε το μυστικό της η Αγία Αργυρή και κείνος σαν πραγματικός πατέρας έτρεξε στην Εκκλησία. Ο ιερέας συγκλονίσθηκε και έχυσε πικρά δάκρυα, πώς θα μπορούσε να βοηθήσει τη νέα.
Να που φώτισε ο Καλός Θεός. Έκλεισε σε μία σταφίδα όσο μπορούσε από τα Άχραντα Μυστήρια και τόδωσε στο Γέροντα.
Εκείνος με πολύ φόβο και ευλάβεια πέρασε το Λυτρωτικό Δώρο μπροστά απ’ τους φύλακες και έφθασε στον προορισμό του.
Η Αγία Αργυρή συγκινημένη και καταβεβλημένη δέχθηκε με ιερή χαρά το τελευταίο Εφόδιο της Ζωής της και παρακάλεσε ταπεινά τον Κύριο να τη δεχθεί στην Ουράνια Βασιλεία του.
Την άλλη μέρα παρέδωσε το πνεύμα της στα χέρια του Κυρίου και προστέθηκε στο χορό των Μαρτύρων. Ήταν 5 Απριλίου του έτους 1721 μ.Χ. Κηδεύτηκε στον περίβολο της Εκκλησίας της Οσιομάρτυρος Παρασκευής στο Χάσκιοϊ.
Ο σεβαστός Γέροντας της απονέμει τις τελευταίες τιμές, θέτοντας πάνω στον τάφο της έναν πέτρινο Σταυρό, το έπαθλο της νίκης της, ο Οποίος σωζότανε μέχρι την εποχή του Πατριάρχου Κωνσταντίνου.
Οι Χριστιανοί της περιοχής θέλησαν να κάνουν ανακομιδή λειψάνων της Αγίας στις 30 Απριλίου του έτους 1725. Κάλεσαν τον Πατριάρχη Παΐσιο μαζί με την Ιερά Σύνοδο να παρευρεθεί στην ιερή τελετή. Όταν άνοιξαν τον τάφο, έμειναν όλοι έκθαμβοι γιατί το σώμα της παρέμεινε ακέραιο και σκόρπιζε γύρω μια ευχάριστη ευωδία. Ο Πατριάρχης ώρισε να τεθεί το Λείψανο σε πολυτελή λάρνακα μέσα στον Ιερό Ναό του Αγ. Γεωργίου στην Κωνσταντινούπολη και να γιορτάζεται επίσημα από όλο τον Ορθόδοξο Χριστιανικό κόσμο σαν Αγία, στις 30 Απριλίου.
Απολυτίκιον (ως προς το ταχύ προκατάλαβε)
Τυράννους κατήσχυνας εν τοις βασάνοις σεμνή, δειχθείσα πολύαθλε, ώσπερ αδάμας στερρός, Χριστού μάρτυς ένδοξε, έδειξας εναθλούσα προς Χριστόν τον Σωτήρα, έρωτά τε και ζήλον και ακόρεστον πόθον, δι’ ο σε Αργυρή, αυτός αξίως εδόξασε.