Γράφει ο Γιώργος Δαμιανάκης*
Από το αρχείο του, ο καλός φίλος (και αείμνηστος πλέον) Ορέστης Κουκουριτάκης, μου έστειλε ένα βιογραφικό σημείωμα, χειρόγραφο του ΜΙΧΑΛΗ ΜΟΥΣΟΥΡΟΥ-ΤΣΙΤΕΡΗ (ΚΑΨΑΛΗ), γραμμένο ίσως πριν το 1940. Διαβάζοντας το και προσθέτοντας σχετικές μαρτυρίες και γεγονότα που ήταν γνωστά σε μένα από άλλες πηγές, σας παραθέτω παρακάτω το περιεχόμενό του.
Σύμφωνα με το βιογραφικό ο προπάππους του βιογράφου, γενίτσαρος Γενούσης Καψάλης ήταν ένας από τους πλουσιότερους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έμενε στην Πόμπια, είχε τεράστια περιουσία όχι μόνο στη Μεσαρά αλλά και μέσα στο Ηράκλειο σε ακίνητα. Αφού ήταν πολύ πλούσιος και σύμφωνα με το οθωμανικό εθιμικό δίκαιο, μπορούσε να παντρευτεί δύο και περισσότερες γυναίκες. Προτίμησε όμως να πάρει μόνο μία από το Πετροκεφάλι, την κόρη του ιερέα. Με τα στοιχεία που έχω, η παπαδοπούλα ,ίσως, λεγόταν Μαρία. Ο ιερέας ήταν ο παπα-Μανόλης και παπαδιά η Δεσποινιά. Είχε τρία παιδιά τον (ΙΜΠΡΑΗΜ-Δημήτρη), το (ΜΟΥΣΤΑΦΑ- Γεώργιο) και την (ΕΛΧΑΤΟΥΝ- Δεσποινιά). Ο Μουσταφάς είχε πρόβλημα στη διανοητική ανάπτυξη. Αν και μεγάλος, το μυαλό του έκανε συλλογισμούς μικρού παιδιού.
Ο παπα-Μανόλης, πεθερός του Γενούση Καψάλη και παππούς του Ιμπραήμ-Δημήτρη Καψάλη, από το Πετροκεφάλι, κρεμάστηκε σύμφωνα με την παράδοση και αυτός το 1823, μαζί με άλλους χωριανούς, για παραδειγματισμό από τους Τούρκους, στον πλάτανο του Καπαϊδόνη. Ο πλάτανος του Καπαϊδόνη, ήταν τεράστιος, φυτεμένος στις όχθες του Γυροπόταμου, Β.Α., στην άκρη του χωριού, απέναντι από το σπίτι του Φιλίππου Παπουτσάκη. Ο Γυροπόταμος, έπαιρνε νερό από τη Γριά Αμάτα της Πόμπιας, πότιζε τα περιβόλια, τα ζώα του χωριού και κινούσε το Σπυριδιανό νεροαλευρόμυλο. Μέχρι τη 10ετία του 1970, που είχε νερό το ποταμάκι, ο πλάτανος είχε ένα δροσερό κλώνο πάνω σε μια καμένη, μισοξεραμένη κουφάλα του δένδρου. Ο παππούς του Ιμπραήμ-Δημήτρη Καψάλη, ο παπα-Μανόλης, σίγουρα έπαιξε ρόλο στην ανατροφή του εγγονού του. Για να βγαίνει τις νύχτες, κρυφά με τον θείο της γυναίκας του, το Χουσεΐν και να καθαρίζουν τους αιμοσταγείς αγάδες τυράννους των χριστιανών, σίγουρα γαλουχήθηκε και από τον παππού και πατέρα της μητέρας του.
Ο Γενούσης, που πέθανε πολύ πριν το 1821, όπως και ο συμπέθερός του Γεώργιος Κουρμούλης, πατέρας της Αικατερίνης και γυναίκας του Ιμπραήμ-Δημήτρη Καψάλη, πρέπει να ήταν κρυπτοχριστιανός. Ήταν Κρυπτ/νός, γιατί:
- Παντρεύτηκε μια μόνο γυναίκα και αυτή χριστιανή και κόρη του παπά του Πετροκεφαλίου.
- Τα τρία παιδιά του είχαν μουσουλμανικά και χριστιανικά ονόματα.
- Είχε άριστες σχέσεις με τους Κουρμούληδες του Κουσέ. Οι σχέσεις αυτές είχαν σαν «επιστέγασμα» να παντρέψει το γιο του Δημήτρη με την Αικατερίνη Κουρμούλη.
- Από όσα ξέρω, το όνομά του δεν είχε ακουστεί για κακή συμπεριφορά απέναντι στους χριστιανούς, όπως άλλων γενίτσαρων της περιοχής.
Το πότε έγινε κρυπτοχριστιανός, κατά τη γνώμη μου υπάρχουν δύο εκδοχές:
Α. Έγινε πριν παντρευτεί και αφού είχε άριστες φιλικές σχέσεις με τους Κουρμούληδες, ίσως, μυήθηκε στο Χριστιανισμό απ’ αυτούς και προτίμησε να πάρει την παπαδοπούλα για γυναίκα του.
Β. Ήταν μουσουλμάνος, στα νιάτα του, είδε και ερωτεύτηκε την κόρη του παπά, την έκανε γυναίκα του. Αυτή εκμεταλλεύτηκε τον ερωτά του και τον μύησε σιγά σιγά στη θρησκεία της, το Χριστιανισμό.
Το σίγουρο είναι ότι η οικογένειά του (αδέρφια και άλλοι συγγενείς) ήταν μουσουλμάνοι. Όπως διηγείται ο Μιχάλης Μουσούρος, ο Γενούσης είχε μια αδερφή στο Ηράκλειο. Ήταν πολύ πλούσια και την έλεγαν ΜΕΓΑΛΗ ΚΕΡΑ ΟΘΩΜΑΝΙΔΑ του Ηρακλείου. Επίσης το 1822 στη μάχη του Τυμπακίου οι Έλληνες με αρχηγό το Μιχάλη Κουρμούλη νίκησαν τους Τούρκους. Οι Τούρκοι της Μεσαράς είχαν αρχηγούς τον Ιμπραήμ Αγριολίδη Αγά και τον Μουσταφά Καψάλη. Σίγουρα ο Μουσταφά Καψάλης δεν ήταν ο γιος του Γενούση Καψάλη. Ίσως ήταν ανιψιός ή ξάδερφός του.
Συνεχίζοντας ο Μ. Μουσούρος-Καψάλης, δεν αναφέρει πολλά για τον Γενούση. Το βιογραφικό αναφέρεται περισσότερο στον Δημήτρη Καψάλη και την οικογένειά του. Ο Δ. Καψάλης, συμπληρώνουμε εμείς, μαζί με το θείο του Μ. Κουρμούλη, πριν το 1821 είχαν καθαρίσει πολλούς αγάδες, τυράννους των χριστιανών ραγιάδων!
Παραθέτω μια διήγηση του Ζαχαρία Σπυριδάκη από το Πετροκεφάλι. Την είχε ακούσει από τη γιαγιά του Αικατερίνη Ζαχαρία Καψαλάκη:
«Πριν το 1821 ο Χουσεΐν-Μιχάλης Κουρμούλης, ήταν ο φόβος και ο τρόμος των αγάδων που βασάνιζαν τους χριστιανούς. Πήγαινε νύχτα με το άλογό του, πολλές φορές παρέα με τον αγαπημένο και έμπιστο ανιψιό του Δημήτρη Καψάλη, τιμωρούσαν και σκότωναν αυτούς που είχαν βάλει στο μάτι και μετά γύριζαν και κοιμούνταν στον πύργο τους. Οι Τούρκοι είχαν υποψίες, ποιος ήταν ο τιμωρός. Δεν είχαν όμως αποδείξεις, γιατί ο Χουσεΐν δεν άφηνε ίχνη στις εξορμήσεις του. Καταγγελίες πήγαιναν πολλές στον πασά του Ηρακλείου, χωρίς στοιχεία και αποδείξεις. Κάποια φορά ο πασάς έστειλε αντιπροσωπεία 3-4 έμπιστους του στον Κουσέ, να ανακρίνουν τον Κουρμούλη και να δουν τι γίνεται. Πράγματι ήρθαν στον Κουσέ οι αντιπρόσωποι, άρχισαν την έρευνα και τις ερωτήσεις αλλά άκρη δεν έβρισκαν. Ο Κουρμούλης, όχι μόνο δεν υπερασπιζόταν τους ραγιάδες, αλλά έδινε υπόσχεση να βρει τους δολοφόνους των αγάδων και να τους τιμωρήσει. Αφού πέρασε η μέρα και δεν είχε βγει κανένα συμπέρασμα, το βράδυ ο οικοδεσπότης είχε ετοιμάσει πλούσιο τραπέζι στον πύργο του, για τους φιλοξενούμενούς του. Το φαγητό εκλεκτό και το κρασί άφθονο. Από την παρέα, βέβαια, δεν έλειπε και ο «σώγαμπρος» ανιψιός, Δημήτρης Καψάλης, που φρόντιζε οι κούπες των «ανακριτών» να αδειάζουν…. και να είναι πάντα γεμάτες! Αφού οι επισκέπτες έφαγαν και ήπιαν πολύ από το παλιό γλυκό κρασί, ανέβηκαν στο δώμα του πύργου. Εκεί είχαν στρώσει οι υπηρέτριες ρούχα να κοιμηθούν όλοι μαζί. Ήταν καλοκαίρι. Στη μέση ξάπλωσαν θείος και ανιψιός και στα άκρα οι Τούρκοι. Από το πολύ φαγητό και το παλιό κρασί, οι Τούρκοι μόλις έπεσαν τους πήρε ο ύπνος και ροχάλιζαν. Ήταν δεν ήταν μεσάνυχτα, σηκώνονται ο Μ. Κουρμούλης και ο Δ. Καψάλης, που επίτηδες δεν ήπιαν πολύ. Τους είχαν, οι έμπιστοι υπηρέτες, ετοιμάσει τα άλογα και έφυγαν. Έλεγε η γιαγιά, για να μην ακούγεται το ποδοβολητό των αλόγων, οι υπηρέτες είχαν σκεπάσει τα πέταλα στις οπλές με δέρματα.
Πριν ξημερώσει, οι νυχτερινοί καβαλάρηδες είχαν γυρίσει και είχαν βρεθεί πάλι στη μέση της στρωματσάδας. Όταν άρχισε να ανεβαίνει ο ήλιος από την ανατολή, ξύπνησαν οι Τούρκοι, είδαν τους οικοδεσπότες να κοιμούνται δίπλα και να ξυπνάνε μαζί τους. Σηκώθηκαν και κατέβηκαν στην τραπεζαρία να πάρουν το πρωινό. Δεν είχαν τελειώσει και έρχεται ο μαντατοφόρος με τα «θλιβερά μαντάτα»: «Σκότωσαν τη νύχτα τον αγά των Καλυβίων!!!!!» Οι Τούρκοι σήκωσαν τους ώμους με αμηχανία, κοίταξαν ο ένας τον άλλο και λένε στο Χουσεΐν. «Άδικα σε κατηγορούν, αφού ήμασταν όλη νύχτα μαζί. Άλλος είναι ο δολοφόνος!»
Αφού ευχαρίστησαν τον οικοδεσπότη για τη φιλοξενία, έφυγαν από τον Κουσέ , σίγουροι πως είναι άλλος ο δολοφόνος των αιμοσταγών αγάδων.»
Ο Δ. Καψάλης ήταν στη Φιλική Εταιρεία και με την κήρυξη της Επανάστασης το Μάιο του 1821 στην Παναγία Θυμιανή στα Σφακιά, μπήκε στον αγώνα μαζί με τους Κουρμούληδες. Πήρε μέρος σε όλες τις μάχες κατά των Τούρκων σαν βαθμοφόρος του ιππικού. Πήγε στα Χανιά, στο Ρέθυμνο στη Μεσαρά. Διακρίθηκε στην περιοχή του Τυμπακίου την άνοιξη του 1822, όπου οι Έλληνες, με αρχηγό το Μ. Κουρμούλη, διέλυσαν τους Τούρκους, με αρχηγούς τον Αγριολίδη και τον Μουσταφά Καψάλη. Μάλιστα ό Αγριολίδης πιάστηκε αιχμάλωτος. Ο Μ. Κουρμούλης τον αφόπλισε και τον άφησε ελεύθερο να φύγει. Ήταν άσπονδοι φίλοι και μπατζανάκηδες, αφού είχαν παντρευτεί δυο αδερφές. Το 1823, όταν είχε πνιγεί η επανάσταση στη Μεσαρά από τους Τουρκοαιγύπτιους και οι Τούρκοι πήγαιναν κρυφά στον Κουσέ να πιάσουν τους Κουρμούληδες, ο Αγριολίδης ειδοποίησε, μυστικά, τον Μ. Κουρμούλη και έφυγαν όλοι από τα Μάταλα για τα Σφακιά. Τα σφακιανά ιστιοφόρα μετέφεραν στα Σφακιά την οικογένεια του Μ. Κουρμούλη, τα παιδιά του πεθαμένου αδερφού του Γιώργη, δηλαδή τον Μανόλη, τον Γιάννη, τον Νικόλαο και την αδελφή τους Αικατερίνη με το σύζυγό της Δημήτρη Καψάλη. Από κει με Υδραίικα καράβια την άνοιξη του 1824, μαζί με 60.000 κρητικούς επαναστάτες και γυναικόπαιδα, απ’ όλη την Κρήτη μεταφέρθηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα και τα νησιά. Για αρκετό καιρό η οικογένεια Κουρμούλη και οι Κρητικοί, πήγαιναν από τόπο σε τόπο, κουβαλώντας όλα τα προβλήματα…. της προσφυγιάς! Ο Μ. Κουρμούλης πέθανε από τον καημό του για τα χάλια της Επανάστασης, την 1η Ιουνίου 1824 στην Ύδρα. Ο Μανόλης γύρισε στην Κρήτη και έγινε πεντακοσίαρχος, γενικός αρχηγός Ν. Ηρακλείου. Σε μια μάχη στο Μοχό- Λασήθι σκοτώθηκε το 1827. Άφησε ένα ανήλικο τον Γεώργιο, του οποίου την ανατροφή ανέλαβε η αδελφή του Αικατερίνη Καψάλη. Επίσης ο Μανόλης Κουρμούλης είχε μια κόρη παντρεμένη στο Πετροκεφάλι με το Φραγκιουδάκη. Για την κόρη αυτή και το λόγο που έμεινε στο Πετροκεφάλι, παραθέτω τη διήγηση δασκάλου Ιωάννου Φραγκιουδάκη (17-8-2018): Όταν ήμουν μικρό παιδί, λέει ο Δάσκαλος, ο παππούς μου Γιάννης Φραγκιουδάκης, μου έκανε την ιστορία, πώς παντρεύτηκε η γιαγιά του, η κόρη του Μανόλη Κουρμούλη τον παππού του Φραγκιουδάκη.
«Πριν το 1821, που οι Κουρμούληδες ήταν κρυπτοχριστιανοί. Ο Φραγκιουδάκης, όπως και πολλοί Πετροκεφαλιανοί δούλευαν αποκλειστικά στη δούλεψή τους. Ο πρόγονός μου ήταν πολύ εργατικός, τίμιος, όμορφος, δούλευε στου Μανόλη και το αφεντικό του τον είχε σε μεγάλη εκτίμηση. Ο Μανόλης Κουρμούλης είχε μια κόρη 12 με 13 χρονών, ανεπτυγμένο και πολύ όμορφο κορίτσι. Είχε και ένα αγόρι, μωρό τον Γιώργη. Κάποια μέρα που οι Τούρκοι από ένα ξενοχώρι είχαν πάει στον Κουσέ και τρωγόπιναν στο σπίτι του Μανόλη, ένα νεαρό αγαδάκι, είδε την κουρμουλοπούλα και του άρεσε. Μετά που έφυγαν και πήγαν στο χωριό τους, έβαλε τον αγά πατέρα του, να στείλει προξενιό και να ζητήσει την κόρη του Μανόλη. Πήγαν οι προξενητάδες, επίσημα στον Κουσέ να ζητήσουν τη μικρή και όμορφη νύφη. Όμως ο Μανόλης Κουρμούλης, που είχε δει το γλυκοκοίταγμα του αγαδακιού στην κόρη του, υποψιαζόταν και περίμενε το προξενιό. Δεν ήθελε η κόρη του, για πολλούς λόγους! (πίστη, ασφάλεια, εχεμύθεια κ.λ.π.), να παντρευτεί μουσουλμάνο.
Πριν έρθουν οι προξενητάδες, βρήκε τον νεαρό και έμπιστό του Φραγκιουδάκη, του πρότεινε να γίνει φανερά μουσουλμάνος και να παντρευτεί την κόρη του. Ο Φραγκιουδάκης δέχτηκε μετά χαράς, όπως και η νεαρή κόρη, που ήξερε πολύ καλά τον γαμπρό και δεν είχε αντίρρηση. Παντρεύτηκαν μυστικά με χριστιανικό γάμο και φανερά ο Φραγκιουδάκης έγινε μουσουλμάνος, πήρε τη νύφη, πήγαν στο Πετροκεφάλι και άνοιξαν εκεί νοικοκυριό. Όταν ήρθαν οι προξενητάδες, ξαναέφυγαν άπρακτοι. Το πουλάκι(η νύφη) είχε πετάξει!»
Συνεχίζοντας τα γραφόμενα του χειρόγραφου, μετά το θάνατο του Μανόλη Κουρμούλη, ο ανιψιός του Δημήτρης Καψάλης, που είχε κατέβει μαζί του στην Κρήτη, οργάνωσε μια επαναστατική ομάδα στη Μεσαρά. Ηγετικά μέλη σ’ αυτή την ομάδα ήταν ο ΞΩΠΑΤΕΡΑΣ, ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΡΟΥΛΛΙΝΟΣ και ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΛΑΤΑΣ. Αναγκάστηκε όμως το 1826 να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα, από οικογενειακές υποχρεώσεις, να ενωθεί με το σώμα του Δημητρίου Μιχ. Κουρμούλη και να πάρει μέρος στη «Μάχη του Φαλήρου» την άνοιξη του 1827. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο Δημήτρης Μ. Κουρμούλης. Για το λόγο αυτό ο Δημ. Καψάλης δε βρέθηκε στον πύργο του Ξωπατέρα μαζί με τους τρεις συντρόφους του (Ξωπατέρα, Τρουλλινό και Βλατά), που βρήκαν ηρωικό θάνατο, τον Νοέμβριο του 1827, ή για άλλους ιστορικούς αρχές του 1828.
Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους και τον ερχομό του Καποδίστρια, μοιράστηκαν εθνικά εδάφη (περιουσίες των Τούρκων), σε αυτόχθονες και ετερόχθονες, δηλαδή σε ντόπιους και Έλληνες από άλλα μέρη. Ο Δημήτρης Καψάλης, όπως και πολλοί Μεσαρίτες, εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Ναυπλίου με την οικογένειά του. Πήρε «εθνικάς γαίας», σαν βαθμοφόρος πολεμιστής φαλαγγίτης. Στην Πελοπόννησο εγκαταστάθηκαν αρκετοί Κρητικοί, που πήγαν διωγμένοι από το νησί μας να βοηθήσουν στην επιτυχία της επανάστασης στον Μοριά και τη Ρούμελη. Με την ίδρυση του Ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν εκεί με τις οικογένειές τους, ή δημιούργησαν οικογένειες και βοήθησαν στην εδραίωση του νέου κράτους. Σήμερα πολλοί Πελοποννήσιοι με επίθετα σε -ακης , έχουν ρίζες κρητικές. Ενδεικτικά αναφέρω ότι: Ένας Δαμιανάκης από τα Βορίζα ήταν στην φρουρά του Καποδίστρια. Οι απόγονοί του είναι σήμερα στη Νεάπολη Λακωνίας. Ένας Αντουλινάκης από τα Μανουσανά, συγγενής των Μιχελινάκηδων του Πετροκεφαλίου και των Σπυριδάκηδων της Πόμπιας, έμεινε στο Κρανίδι. Οι απόγονοί του έχουν απλωθεί στην περιοχή του Ναυπλίου και πολλοί άλλοι. Αντίθετα άλλοι, όπως ο Μ. Κόρακας πήρε κτήματα, όμως τα παράτησε και έφυγε. Το ίδιο έκανε ο Σκουντής από το Σίββα, που έγινε και δήμαρχος της Μεθώνης.
Ο Δ. Καψάλης ξανακατεβαίνει στην Κρήτη με τον Σκουντή το 1840 για την επανάσταση που ξεκίνησαν ο Μ. Κόρακας και οι άλλοι καπεταναίοι. Όμως η επανάσταση αυτή δεν είχε επιτυχία και από το Ηράκλειο ξαναγύρισε στην Πελοπόννησο. Όταν ήταν στο Ηράκλειο επισκέφτηκε την αδερφή του πατέρα του Γενούση Καψάλη. ΟΙ Ηρακλειώτες για τα πολλά πλούτη της την ονόμαζαν Μεγάλη κερά Οθωμανίδα του Κάστρου. Η θεία του δεν είχε άλλο κληρονόμο από το σόι των Καψάληδων εκτός από αυτόν. Επειδή το μουσουλμανικό δίκαιο απαγόρευε να γίνει κάποιος κληρονόμος σε μουσουλμάνο, αν δεν ήταν του ίδιου θρησκεύματος, η θεία του, πρότεινε: «Να φέρει όλη την οικογένεια του από την άλλη Ελλάδα στο Ηράκλειο. Να διατηρήσουν όλοι την χριστιανική πίστη εκτός από αυτόν. Αυτός να γίνει μουσουλμάνος, για να μπορεί να κληρονομήσει την περιουσία του πατέρα του και τη δικιά της.» Όμως ο Δημήτρης προτίμησε τον τίτλο του ΡΑΓΙΑ κι ας είναι φτωχός, παρά τον τίτλο του πλούσιου μουσουλμάνου.
Γύρισε στο Ναύπλιο, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Το 1851 έστειλε την οικογένειά του στην Κρήτη να διεκδικήσουν την περιουσία που τους είχε κατασχέσει το Μουσουλμανικό Ιεροδικείο Ηρακλείου, επειδή πήραν μέρος στην Επανάσταση του’21. Με τη συνθήκη του 1830, που αναγνώριζε η Τουρκία τη δημιουργία ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου 30 και 31 οι προστάτιδες δυνάμεις, υποχρέωσαν την Τουρκία να δεχθεί στη συμφωνία ρητή διάταξη που έλεγε: «Η συμμετοχή στον απελευθερωτικό αγώνα δεν αποτελεί λόγο απώλειας περιουσιακών δικαιωμάτων για τους κατοίκους των μερών που παραμένουν στην κυριαρχία της Τουρκίας». Η Αικατερίνη Καψάλη κατέβηκε στην Κρήτη με τα ανήλικα παιδιά της Ιωάννη, Ανδρέα, Μαρία και Άννα μητέρα του βιογράφου Μιχάλη Μουσούρου. Επίσης κατέβηκε η θεία της, χήρα του Μιχάλη Κουρμούλη Μαρία με την ξαδέρφη της Αικατερίνη Μ. Κουρμούλη κόρη του από τον πρώτο γάμο. Έκαναν μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες με το Μουσουλμανικό Ιερατείο Ηρακλείου, για να πάρουν πίσω τις περιουσίες τους. Όμως δεν κατάφεραν να πάρουν σχεδόν τίποτε.
Ο Δημήτρης Καψάλης λίγο καιρό μετά την αποστολή της οικογένειάς του στην Κρήτη πέθανε. Ο γιος του Χαρίδημος, που έμεινε στο Ναύπλιο και δεν κατέβηκε με τη μητέρα του στην Κρήτη, τον κήδεψε, με τις τιμές που του έπρεπαν. Αφού δεν είχε συγγενείς και λόγο να μείνει στο Ναύπλιο μετακόμισε στη Σύρο. Πρέπει να πούμε ότι με την επανάσταση του 1821, βρήκαν στη Σύρο καταφύγιο, διωγμένοι επαναστάτες και πάρα πολλοί Κρητικοί. Είχε πολύ καλό φυσικό λιμάνι, καταφύγιο κυνηγημένων ελληνικών καραβιών. Την περίοδο των κρητικών επαναστάσεων στη Σύρο συγκεντρώνονταν χρήματα, όπλα και εφόδια, που προωθούνταν στην Κρήτη. Έτσι ο Χαρίδημος Καψάλης ένιωθε την ανάγκη, πως έπρεπε να βρίσκεται εκεί για να προσφέρει περισσότερα στον αγώνα της πατρίδας του. Στη Σύρο υπήρχε συνοικία με πολλούς Κρητικούς και όταν παντρεύτηκε η αδερφή του Άννα, πήρε το γιο της Μιχάλη κοντά του και τον σπούδασε. Η Άννα Καψάλη είχε παντρευτεί από τα Πιτσίδια το Γεώργιο Μουσούρο. Ο Γ. Μουσούρος, καταγόμενος από τα Σφακιά, έχασε το επίθετό του και έγινε Τσιτερής. Σκοτώθηκε από τους Τούρκους στα Πιτσίδια σε μια συμπλοκή. Ο γιος του Μιχάλης Μουσούρος –Τσιτερής, κράτησε το επίθετο της μητέρας του και λεγόταν Μιχάλης Καψάλης. Σύμφωνα με μαρτυρία του Ζ. Καψαλάκη και του Γεωργίου Μιν. Κουρτικάκη ήταν νομομαθής, εργαζόταν σα δικηγόρος και ήταν τυφλός. Έμενε στον Κουσέ στα γηρατιά του και τον φρόντιζε η συγγενής του Αικατερίνη Καλλιωράκη.
Όταν έγινε βασιλιάς της Ελλάδος ο Όθωνας, ζήτησε από επίλεκτες οικογένειες επαναστατών των Χανίων, του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου ένα αγόρι για να τα στείλει για σπουδές στη Βαυαρία. Από το Ηράκλειο προτάθηκε στην Αικατερίνη Καψάλη να στείλει ένα παιδί της. Η Αικατερίνη όμως δεν εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία. Προτίμησε να δώσει τον ορφανό Γεώργιο, γιο του αδερφού της Εμμανουήλ. Ο Γεώργιος, κουνιάδος του Φραγκιουδάκη, πήγε στο Μόναχο, σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία, έγινε αξιωματικός και κατατάχτηκε στον ελληνικό στρατό. Στην Επανάσταση του 1866 πήρε μέρος στο πλευρό του Μ. Κόρακα μαζί με τον ξάδερφό του Γιάννη Καψάλη, γιο της Αικατερίνης και του Δημ. Καψάλη. Μετά το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, γύρισε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πέθανε το 1880 με το βαθμό του Συνταγματάρχη. Από τους απογόνους του δημιουργήθηκαν οι οικογένειες των Κουρμούληδων της Αθήνας.
Ο πρωτότοκος γιος του Δημήτρη, Γιάννης Καψάλης ήταν υπεύθυνος για τον εφοδιασμό και την τροφοδοσία των αγωνιστών του Μ. Κόρακα στο Ν. Ηρακλείου το 1866. Πήγε σαν πληρεξούσιος στις επαναστατικές συνελεύσεις του 1866 και 1878. Ήξερε καλά την ελληνική γλώσσα, ζούσε στον Κουσέ και το Πετροκεφάλι, όπου πραγματοποιούσε πολλές φορές σαν γραμματέας και τελάλης πλειοδοσίες περιουσιακών στοιχείων. Το όνομά του είναι γραμμένο σε πολλά έγγραφα της Δημογεροντίας Ηρακλείου, όπως λέει ο φίλος μου Ζαχ. Μ. Καψαλάκης. Πέθανε το 1897. Απόγονοι του γιου του Ζαχαρία και Αικατερίνης ήταν:
1) Ο Γιάννης Καψαλάκης με παιδιά το γιατρό Ζαχαρία Καψαλάκη και τρία κορίτσια.
2) Η Βαγγελία Καψαλάκη που παντρεύτηκε το Μιχαήλ Ελευθ. Σπυριδάκη στο Πετροκεφάλι με παιδιά το Λευτέρη, το Γιώργη και τον Ζαχαρία.
- Ο Γιώργης Καψαλάκης με παιδιά το Ζαχαρία, τον Αντώνη, το Γιάννη, τη Μαρία και το δάσκαλο- επιθεωρητή Μιχάλη.
Την υπαγόρευση του βιογραφικού κατέγραψε η Αικατερίνη Καλλιωράκη, απόγονος του Ανδρέα Δημητρίου Καψάλη.
* Ο Γιώργος Δαμιανάκης είναι συνταξιούχος Δάσκαλος και ερευνητής της τοπικής ιστορίας.