Κείμενο – φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης
Αν ήταν τρόπος να πάει κανείς σε σπίτι που ζει μοναχική ηλικιωμένη γυναίκα και να δει κρυφά να τρώει ολομόναχη, θα νοιώσει τη παγωνιά της ψυχολογικής κατάστασής της ηλικιωμένης, που είναι χειρότερη από εκείνη ενός φυλακισμένου! Ο φυλακισμένος έχει παρέα, έχει να ασχοληθεί με αθλητισμό, και τόσα άλλα ώστε να μη νοιώθει μοναξιά! Ο μοναχικός όμως άνθρωπος, και ιδιαίτερα της τρίτης ηλικίας, και το ψωμί ακόμα που τρώει είναι θεόπικρο, άχαρο, και δεν πάει εύκολα κάτω, γιατί είναι ανακατεμένο με δάκρυ και παράπονο. Και δεν είναι πως πληρώνει παλιές αμαρτίες, γιατί μπορεί και όχι, απλά η ζωή καμιά φορά παίζει στον άνθρωπο άσχημα παιγνίδια, και το αποτέλεσμα είναι να τιμωρηθεί άδοξα, και να περάσει τα στερνά του με το να νοιώθει καθημερινή ανασφάλεια και την απόλυτη μοναξιά, ακόμα και στα δύσκολα, που κάθε μέρα είναι δύσκολη! Μπορεί πολλοί της τρίτης ηλικίας να έχουν παιδιά, τα οποία όμως συνήθως έχουν τις δουλειές τους, γηροκομείο ούτε που να τα ακούνε μερικοί, και το αποτέλεσμα είναι οδυνηρό…
Τα παιδιά που δεν πάνε να βλέπουν και να βοηθάνε τους γονείς τους, είναι σίγουρο πως θα έχουν τη «βαριοκάρδιση» των γονέων, και η βαριοκάρδιση αυτή, ποτέ δεν βγαίνει σε καλό!
Μια επίσκεψη του παιδιού στη γηραιά μάνα, ή του εγγονού, ατό της δίνει οξυγόνο, να αναπνεύσει, να πάρει μια βαθειά ανάσα, και να πει: «Να που τελικά δεν είμαι μόνη μου», και να πάρει ένα κουράγιο για να αντέξει μερικούς ακόμα μήνες…
Γεμίζει το σπίτι και η καρδιά της, κάθε που θα έχει επίσκεψη παιδόγκονου!
Θα φάει σαν άνθρωπος μαζί τους, που θα της μαγειρέψουν, θα πιει και το κρασί της με ευχαρίστηση ή την μπύρα, και θα γελάσει επιτέλους το χειλάκι της!
Κι αν κάποιο παιδί της ή εγγόνι δεν πατάει να τη δει, παρά πολύ σπάνια, δεν θα το κατηγορήσει, απλά θα πει πως «το καημένο έχει τις δουλειές του και δεν προλαβαίνει». Μα η μάνα αγαπά όλα τα παιδιά της, και όλα θέλει να τα βλέπει πότε πότε. Δεν θέλει δώρα, δεν θέλει πολλά, παρά μια θωριά, και ένα: «Ήντα κάνεις μάνα!», και αν αρρωστήσει, να τη προλάβει ζωντανή, να μην είναι μόνη, και να της κλείσει τα μάτια… Γιατί ένας κανόνας είναι της ζωής, και ισχύει πάντα:
«Όπως βλέπουν τα παιδιά σου να χειρίζεσαι το θέμα με τη μάνα σου, έτσι θα σου κάνουν και εσένα μεθαύριο τα δικά σου παιδιά, γιατί αυτό τους έχεις μάθει με τη πράξη σου»!
Η μάνα στη φωτογραφία, είναι η δικιά μου μάνα, και τα παιδιά ζούμε σε άλλες πόλεις και τόπους, και στους τόπους μας δεν μπορεί να προσαρμοστεί, προτιμά να μένει στο σπίτι της, έστω και με αυτό το ακριβό αντίτυπο, να μας βλέπει κάπως σπάνια. Όταν όμως πάμε να τη δούμε, αμέσως αγαλλιάζει η ψυχή της!
Κι όμως , σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τους ηλικιωμένους, το 2000 ζούσαν σε όλο τον πλανήτη 600 εκατομμύρια άνθρωποι ηλικίας άνω των 60 ετών. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2025, ο αριθμός αυτός θα έχει φτάσει το 1,2 δισεκατομμύρια, ενώ το 2050 θα έχει ξεπεράσει τα 2 δισεκατομμύρια.
Στη χώρα μας, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι ο πληθυσμός ηλικίας άνω των 60 ετών ξεπερνούσε το 2004 τα 2.547.000 άτομα, με τις γυναίκες να είναι περισσότερες από τους άνδρες.
Ο λαός μας τα γηρατειά, τα αντιμετωπίζει με σοβαρότητα, και πολλές φορές οι νεώτεροι θέλουν να αντλήσουν διδάγματα που θα τους είναι χρήσιμα, αφού θα είναι το αποτέλεσμα πείρας ετών!
«Περήφανα μου γηρατειά
πηγή ζωής και πλούτου,
τση γνώσης το απόσταγμα
του ψεύτη κόσμου τούτου».
Όπως εξαιρετικά μας περιγράφει με απλό και συνοπτικό τρόπο, μέσα από τους στίχους της, η Γαλιανή Βιργινία Ροδουσάκη Μαρκάκη!
Το τετράστιχο αυτό τα λέει όλα!
Οι ηλικιωμένοι τους αρέσει να διδάσκουν τους νεώτερους, όπως κι εκείνοι θα κάνουν τα ίδια στα γεράματα τους.
Οι παλιοί μας παρέδωσαν σαν κληρονομιά, όλη τη σοφία τους, ακόμα και μέσα από παροιμίες και σοφές φράσεις:
«Αποκράθιε γέρο να χεις,
την τιμή όπου κι αν λάχεις.»
«Έπερνε γέρου συμβουλή
και παινεμένου γνώση»
«Ευχή γονέου ‘γόραζε
και στα βουνά περπάθιε,
και τα βουνά να συγχαλούν
Εσύ να μη φοβάσαι!»
Πίστευαν παλαιότερα πολύ στην ευχή του γονέα, όπως και στην κατάρα!
Κάθε νέος φίλαγε το χέρι στον ηλικιωμένο, να του δίνει ευχή, για να μη βρίσκει εμπόδια στη ζωή του.
Οι παλιές μανάδες, αλλά και νεότερες, είχαν μια αιώνια ψυχική επαφή με τα παιδιά τους, ακόμα κι αν δεν είναι κοντά τους!
Ακόμα κι αν τα παιδιά τους διέρχονταν ένα κίνδυνο, οι μανάδες, αλλά και οι πατεράδες, από μακριά το διαισθανόταν! Με την ευχή τους, και με προσευχές στον Χριστό και στην Παναγία, τα βοηθούσαν!
Καμιά φορά βοηθούσαν γονείς και σαν… πεθαμένοι!
Μέσα σε όνειρο, «μηνούσαν» στα παιδιά τους τι να κάνουν, και πράγματι ερχόταν στιγμή, ως εκ θαύματος, και βρισκόταν μια λύση στο πρόβλημα!
Ποτέ δεν αποκόπτεται ο «ομφάλιος λώρος» των γονέων προς τα παιδιά τους!
Πλησιάζοντας κοντά του έναν ηλικιωμένο, που περνάει μακροχρόνια μοναξιά, είναι σαν να του κάναμε του κόσμου τα δώρα! Αλλά και εμείς, πολλά έχουμε να του αποσπάσουμε χρήσιμα πράγματα από αυτόν!