του Αντώνη Κουκλινού
Δεκαετία του 80, στις αρχές.
1982 θελά τονε, που ήμουνε στα Δωδεκάνησα.
Έπαιζα αρκετό καιρό εκεί, σε διάφορα μαγαζιά.
Στο Ψαλίδι της Κω, στου Τουλαντά το μαγαζί, στο Κερμεντέ, στσι Δυό φίλους, στην Αντιμάχεια, στον κόμβο, και στα αξέχαστα Βοτσαλάκια, στο Μαρμάρι, του Γιάννη του Κουζούκα.
Ένα περιστατικό θυμούμαι στα ‘’Βοτσαλάκια’’, που έχει μείνει αξέχαστο…
Στο μπουζουξίδικο πxιο κάτω από μάς, είχε έρθει ένας μεγάλος τραγουδιστής τότε, ο Στράτος Κύπριος, να τραγουδήσει.
Το απόγευμα έλεγε ο Γιάννης ο Κουζούκας, το αφεντικό μας….
-Απόψε λέω να μην ετοιμάσω πολλά πράματα, γιατί αν και Σαββατόβραδο, ο κόσμος θα πάει στα μπουζούκια.
-Είναι λογικό να θέλει κάτι το διαφορετικό να ακούσει, εμάς μας έχει και αύριο.
Εσυμφωνήσαμε όμως, ότι η δουλειά μας είναι να ανοίξουμε κανονικά, και ας αποσπερίσουμε μεταξύ μας.
Για να μη σας τα πολύ λογώ, εκειά απου δε περιμέναμε κόσμο, 11 η ώρα δεν έπεφτε καρφίτσα και μια στιγμή ήρθενε μια παρέα από τη Καρδάμενα, και εκάτσανε στα καφάσα τση μπύρας.
-Ο φίλος μου ο Νεσκες ο Μιχάλης θα το θυμάται…
Έξάνοιγα το αφεντικό να αγλακά πάνω κάτω, έδρωνε κι εξέδρωνε…και μονολογούσε..
-Βρε…τιν’τούτοι… τα Κρητικάτσα εκάμανε τον κόσμο και δε ξεκολλά από το μαγαζί μου..!!!!
Εκείνη την εποχή ήτανε και ο Βασίλης ο Κατσαμάς εκεί, μεγάλος καλλιτέχνης και πολύ αγαπητός, σε ολόκληρο το Νησί, έπαιζε με το Κεφαλιανό το Μανώλη το βιολάτορα από το Πυλί.
Εγώ είχα πάει με το Γιώργη το Στρατηδάκη από τα Σκούρβουλα…και το Νικόλα το Ραπτάκη..δυό λύρες και στο λαούτο εγω…
Εκειά ήτονε και ο αξέχαστος ‘’ ΣΤΡΑΤΑΡΙΔΑΣ ‘’ εχόρευγε ‘’SOLO’’ με μεγάλη ταχύτητα, εσβούριζε οσα ντη σβούρα πραγματικά και όπως μας έλεγε και στο μικρόφωνο (πριν ξεκινήσει να χορέψει)
-Παρακαλώ όλα τα παιδάκια να κάμουνε στην άκρη, γιατί είμαι πολύ ταχύς να μη χτυπήσω κιανένα..!
Να σημειώσω πως επήγα για 15 μέρες στη Κω και εκαμα τελικά πάνω από τρία χρόνια, με διαφορετικούς λυράρηδες, για κάθε σεζόν.
Είχα την οικογένεια μαζί μου, είχα νοικιάσει ένα σπίτι στην πόλη , μαζί με τον Θανάση τον Παχάκη που είχε κι αυτός την οικογένεια μαζί ντου.
Έπαιξα ένα διάστημα και με εκείνο μαζί. Τότε είχε έρθει στην Κω στου Τσιμισήρη το μαγαζί, ο ΜΕΓΑΛΟΣ Γιώργης Κουμιώτης, μαζί με ένα λυράρη, που τον θεωρώ αδικημένο (εξ αιτίας του ίσως) τον Στέλιο Καβαλαράκη…
Φυσικά…μεγάλη λύρα ο Στελιανός…..να σου παίξει Μουντάκη, Σηφογιώργη, Ξυλούρη, Σκορδαλό, πολύ καλός.
Μια μέρα τους κάλεσα στο σπίτι να τους κάνουμε το τραπέζι…
Ήρθανε λοιπόν και εντακάραμε να λυροπαίζομε…ο Κουμιώτης έπαιζε και λαούτο, και λύρα…οι νοικοκεράδες ετοιμάζανε το φα’ι’ ..και εμείς το χαβά μας.
Μνια στιγμή εσηκώθηκενε ο Κουμιώτης και λέει…μρέ σεις… έχω καιρούς να πορπατήξω στα χωράφχια και θα πάω σάμε πέρα, πέρα να ξεκορνιάσουνε τα πόδια μου και θα γιαγύρω….
Εμείς ελυροπαίζαμε και εκεί πραγματικά εκατάλαβα, ήντα λύρα ήτονε ο Καβαλαράκης… δεν το νε χόρταινα πραγματικά…
Σε λίγη ώρα, ετοιμάστηκε το φα’ι’, μα ο Κουμιώτης δεν ήρθενε ακόμη…
-Ίντα εγίνηκε μπρέ και το φα’ι’ θα κρυγιώσει νάρθει να φάμε…
Μετά από λίγη ώρα και αφου εκαθυστερούσενε, εντακάραμε να τρώμε…δεν είχαμενε ποφαωμένα, και τονε θωρούμε να βστά ένα τζουβάλι, στο ν’ώμο, να ρχεται…
-Ίντα κάθεστε έπαε τόσονα καιρό σα ντα μουσκάργια, ήθελα και να κάτεχα, (μασε λέει)…
Ανοίγει το σακί, και το αδειάζει χάμε.
Ετροζαθήκαμε, τελείως….
Ένα τζουβάλι σταμναγκάθι έβρηκε σε μισή ώρα ο άνθρωπος…
Και λέει στσι γυναίκες….
-Αγλακάτε σαλάτα ντελόγω, με μπόλικο ξύδι και αλάτσι χοντροκωμένο και αύριο βραστό με μπόλικο λεμόνι και θα φέρω απου την αγορά δυό ψαρούκλες, ν’ άψωμε κάρβουνα στη ν’αυλή , να ξεμυγίσωμε τη γειτονιά…
Δε θα ξεχάσω κάθε ξημερώματα, μετά τη δουλειά, εσμίγαμε στο Πλάτανο και μας έκανε να κυλιούμαστε απου τα γέλια.
Είχαμε πάει και νύχτα στα κουνέλια, δυό τρείς φορές, απου εκειά στη Κω, ήτονε γεμάτα κουνέλια στα χωράφχια.
Εγώ τον είχα παρομοιάσει με το Ζορμπά..αστείρευτο μερακλίκι, και όξω καρδιά.
Με δισκογραφία πολύ μεγάλη και με μια μοναδικότητα.
Για όσους δε γνωρίζουν, ο δίσκος με τίτλο η γρά Παγώνα, είχε κάνει ρεκόρ πωλήσεων που δεν γνωρίζω αν έχει καταριφθεί στη Κρητική δισκογραφία…!
Μετέπειτα στην Κρήτη συναντηθήκαμε αρκετές φορές, και στο μαγαζί μου στο Ασήμι, είχαμε σμίξει όταν ερχότανε στο χωργιό του το Τεφέλι.
Και με το Δημήτρη το Καμάρη, επαίζαμε στα Χανιά σε ένα χωργιό, σε ένα γάμο και μινιά στιγμή τα ξημερώματα να το Κουμνιώτη.
-Ίντα κάνεις Γιώργη επαέ που ήσουνε..; (του κάνει ο Καμάρης)
-Ίντα δα ρωτάς, που πάω κι ίντα κάνω, αφού κατέχεις Μήτσο, πως όπου βραδιαστώ ξωμένω…!
-Και πως εξετρύπωξες έπαε..;
-Πολιώρα σασε γροικώ, εκειέ κάτω, κάτω έχω τη κλούβα…!
-Και για δε ν’ ήρθες πχιό νωρίς…!
Γυρίζει και με ξανοίγει και του κάνει…
-Δε ν’ εσίμωσα για θελα γελά ο φίλος μου ο Κουκλινός και θελα του πέσει το λαγούτο..χαχαχααχα
Πάντα μου έλεγε…
-Αντωνιώ ετούτονα δεν έπρεπε να το κάμεις, επαρέτησες το λαγούτο και ήρθες να κλειστείς σε τέσσερεις τοίχους.
Χαριτολογώντας εσυμπλήρωνε…θα σούδινα δυό πούλους μα..σε ντρέπομε, γιατί σαι γέρος άθρωπος χαχαχαχαχα….