Ήμουν μπογιατζής.
Η φιλοδοξία μου ήταν να πετύχω και να ξεφύγω από την οικοδομή.
Άκουγα λαϊκούς τραγουδιστές που δε μου άρεσαν και είπα μέσα μου ότι εγώ, μπορώ να το κάνω καλύτερα.
Εκατό μεροκάματα έχασα, όμως κάποια στιγμή βαρέθηκαν να με βλέπουν και μου έκλεισαν ραντεβού για ακρόαση με άλλους σαράντα πέντε.
Σαράντα πέντε άτομα μέσα σε δύο ώρες.
Φαντάσου τι ξεπέταγμα έπεφτε…
Μέσα από το τζάμι του στούντιο της δισκογραφικής εταιρείας Columbia ήταν:
ο Βασίλης Τσιτσάνης,
ο Γιάννης Παπαιωάννου,
ο Απόστολος Καλδάρας
και ο Μίκης Θεοδωράκης.
Ψηφίζανε Ναι ή Όχι.
Οι προηγούμενοι τραγούδαγαν αμανέδες και τσιφτετέλια.
Όταν ήρθε η σειρά μου
λέω στους μουσικούς:
– Θα πω ένα τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη.
Με κοιτάξανε καλά – καλά…
– Εδώ δε μπορούν να τραγουδήσουν ένα τσιφτετελάκι κι έρχεσαι εσύ, να μας πεις ”Μάνα μου και Παναγιά”;
Με το που τραγουδάω βγαίνει ο ψηλός και λέει:
– Σας κάνει δε σας κάνει, τον κάνω εγώ τραγουδιστή. Για πάρτη μου.
Έτσι ξεκίνησα.
”Και Δόξα τω Θεώ,
Το ψωμί είναι στο τραπέζι,
Στρώσε το στρώμα σου για δυο”, είναι τα πρώτα τραγούδια που είπα.
Ο Θεοδωράκης με βοήθησε στο ξεκίνημα. Με έβαλε και σε δουλειά.
Επιτυχίες έχω κάνει με τον Γιάννη Σπανό, τον Μάνο Λοίζο, τον Νίκο Μαμαγκάκη, τον Γιάννη Γλέζο, τον Λίνο Κόκοτο.
Μεγάλες επιτυχίες έχω κάνει με τον Πλέσσα.
Ο Δρόμος ήταν ο πρώτος ελληνικός δίσκος που έγινε χρυσός το 1969, σε μουσική του Μίμη Πλέσσα και σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
”Θα πιώ απόψε το φεγγάρι,
Μέθυσε απόψε το κορίτσι μου,
Γέλαγε η Μαρία, η Μαρία,
Όλα δικά σου μάτια μου,
Θέλω να μ’ αγαπάς όπως τον ήλιο,
Αγάπα με, μ’ όλα τα λάθη
που ‘χω κάνει κράτα με,
Μια φορά μονάχα φτάνει
να ραγίσει το γυαλί,
Ποια νύχτα σ’ έκλεψε,
ποια πίκρα σ’ έκρυψε,
Το άγαλμα,
Ξημερώνει Κυριακή
μη μου λυπάσαι,
Γειτονάκι μου,
Καμαρούλα μια σταλιά,
δύο επί τρία,
Φίλε έλα απόψε που πονάω,
Ήρθες εψές στον ύπνο μου
και μου ψιθύρισες,
Έκλαψα χθες σαν μέτρησα
τις πίκρες της ψυχής μου,
Έπεφτε βαθιά σιωπή
στο παλιό μας δάσο,
Απόψε κλαίει ο ουρανός
για σένα και για μένα.”
Ως τραγουδιστή με βοήθησε η διορατικότητα που έχω.
Μπορούσα να δω το κάθε τραγούδι μέχρι πού μπορεί να πάει.
Κι αν πάει ως εκεί, τι μπορεί να αποφέρει.
Δε μιλώ για οικονομικό όφελος.
Από το 1970 έως το 1975 έκανα τρεις δίσκους.
Έκανα Πάμπλο Νερούδα, μετά κάνω ένα δίσκο
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα με τον Γιάννη Γλέζο, και κάνω και τα Δώδεκα Τραγούδια του Γιάννη Ρίτσου, με τον Νίκο Μαμαγκάκη.
Πήγα με τον Μίμη Πλέσσα στη Νέα Υόρκη και τραγούδησα στο περίφημο Carnegie Hall.
Την πρώτη μέρα το πρόγραμμα έγραφε Shirley Bassey και τη δεύτερη Γιάννης Πουλόπουλος.
Ήθελα να είμαι περήφανος για ό,τι κάνω.
Το μόνο που χρωστούσα στον εαυτό μου ήταν να είμαι εντάξει απέναντί του.
Η επιτυχία δε μου λέει τίποτα.
Τι είναι επιτυχία;
Το χειροκρότημα;
Τη δεκαετία του ’80 υπήρχαν δέκα περιοδικά όλα κι όλα.
Στα επτά ήμουν εξώφυλλο και στα τρία η Βουγιουκλάκη.
Τους είπα: Ευχαριστώ, αλλά δεν είμαι ”μαιντανός”.
Επιτυχία για μένα είναι να έχω πει εκπληκτικά ένα κομμάτι, και να το ακούω και να μου σηκώνεται η τρίχα.
Επιτυχία είναι να με σέβεται ο κόσμος, όπως με σέβεται.
Επιτυχία είναι, κάθε χρόνος που περνάει να λες:
”Το ταξίδι συνεχίζεται…”
Γιάννης Πουλόπουλος
Σαν σήμερα, το 2020, έφυγε από τη ζωή.
………………………………………………………………
Πηγές: ogdoo. gr
Απόσπασμα από συνέντευξη στον Γιάννη Αλεξίου.
Απόσπασμα από συνέντευξη στον Γιώργο Τσάμπρα για το ”Χρυσό Άλμπουμ του Ζάππινγκ”
Πηγή: Πρόσωπα