Γράφει ο Δημήτρης Σταυρουλάκης*
Ο ευλαβής Γέροντας υπεραγαπούσε την ευλάβεια, τη θεϊκή δικαιοσύνη, και προτιμούσε να αδικείται και να χαίρεται και ποτέ να μην αδικεί. Έλεγε διδακτικά: «Οι ωραιότερες στιγμές που έζησα ήταν της αδικίας. Όποιος δέχεται τον άδικο, δέχεται τον αδικημένο Χριστό στην καρδιά του». Τα λόγια αυτά δεν είναι απλά ωραία λόγια, αλλά είναι καρπός μακράς εργασίας και κατασκήνωση στην απάθεια.
Η χριστιανική αγάπη είναι πάντα διφυής· προς Θεό και άνθρωπο. Δεν μπορεί να αγαπάς τον Θεό και να μην αγαπάς τον άνθρωπο και το αντίθετο. Ο όλος αγάπη άνθρωπος του Θεού Παίσιος, πίστευε ακράδαντα πως, «όταν παίρνεις κάτι, δέχεσαι ανθρώπινη χαρά. Το πνευματικό πάρσιμο γίνεται με το δόσιμο». Άλλοτε έλεγε: «Οι κοσμικοί λένε το δώρο δεν δωρίζεται. Εμείς ταπεινωνόμαστε και παίρνουμε το δώρο και μετά το δωρίζουμε σε κάποιον κι έχουμε διπλή χαρά» και είναι μεγάλη η αλήθεια επίσης που έλεγε: «Ο εγωισμός και η αγάπη δεν μπορούν να συμβαδίσουν. Η αγάπη και η ταπείνωση είναι δύο δίδυμα αδελφάκια σφιχταγκαλιασμένα. Όποιος έχει αγάπη έχει και ταπείνωση κι όποιος έχει ταπείνωση έχει και αγάπη». Ήθελε αν μπορούσε να κόψει κομματάκια την καρδιά του να τη μοιράσει στον πονεμένο κόσμο από αγάπη. Γι’ αυτό προσευχόταν πολύ για τον κόσμο. Πόσο πάσχει ο κόσμος από την έλλειψη αυτής της αληθινής αγάπης.
Ο Γέροντας Παΐσιος δεν ήταν άτλας, γίγαντας, υπεράνθρωπος, αλάνθαστος, ξύλινος ή σιδερένιος, γρανιτένιος, απρόσιτος, κατηφής κι απλησίαστος. Γινόταν πλαστελίνη στα χέρια του Θεού και για χάρη των πονεμένων ανθρώπων, έχοντας εγκολπωθεί τη χριστομίμητη αγάπη και την υψοποιό ταπείνωση. Δεν ήταν μορφωμένος, επιστήμονας, ψυχολόγος, θεολόγος διπλωματούχος, κοινωνικός λειτουργός, ιατρός και ιεροκήρυκας υψηλού άμβωνος με πύρηνα κηρύγματα. Ήταν ολιγογράμματος πατέρας, αδελφός και φίλος, που πάντα σού άφηνε χώρο, καθόταν πιο χάμω. Αποσυρόταν στην αντίδραση. Βοηθούσε πιο πολύ με την προσευχή του, με τη σιωπή του, με το ζωντανό παράδειγμά του. Τα λόγια του ήταν εγκάρδια, αληθινά ζυμωμένα με δάκρυα, γι’ αυτό ανέπαυαν, παραμυθούσαν, εμψύχωναν, οδηγούσαν στη μετάνοια. Έγινε δάσκαλος οικουμενικός, με αμέτρητους μαθητές μικρούς και μεγάλους, Μοναχούς και λαϊκούς, μένοντας πάντα ησυχαστής, ασκητής, γνήσιος Αγιορείτης. Ο μικροκαμωμένος, φιλάσθενος, αδύναμος, αδύνατος, κοκκαλιάρης πατήρ, έγινε ιατρός και βοηθός πολλών. Νοιαζόταν πιο πολύ για τους άλλους, παρά για τον εαυτό του. Πως να μην τον χαριτώσει ο Θεός; Πως να μην τον λαμπρύνει ο Ήλιος της δικαιοσύνης;
* Ο κ. Δημήτρης Σταυρουλάκης είναι μαθητής του Λυκείου Αγίας Βαρβάρας