Με προξενιό παντρεύτηκε…
Έναν άντρα που τον είδε μόνο μια φορά την ώρα που του πήγε τον καφέ. Έτσι στα κλεφτά…
Το βλέμμα της δεν το σήκωσε από ντροπή.
Δεν έπρεπε..δεν ήταν σωστό. Η γυναίκα είχε τα μάτια χαμηλωμένα. Κι όμως είπε το ναι.
Ήταν ώρα να παντρευτεί. Έτσι έπρεπε να γίνει να πάρουν σειρά κι άλλες. Η μεγαλύτερη ήταν ακολουθούσαν άλλες τρεις.
Έφυγε ο γαμπρός αφού απόπιε τον καφέ. Χαιρέτησε..Εκείνη είπε καλό δρόμο!! Αυτό ήταν όλο…
Μαθεύτηκε στο χωριό κι άρχισε το πηγαινέλα των ευχών!!
Βάλανε μπροστά τις ετοιμασίες.
Βιαζόταν ο γαμπρός! Του άρεσε η νύφη!! Ήταν σεμνή!!
Εκείνη πάλι δεν άντεξε. Ήθελε κάτι παραπάνω να έχει να σκέφτεται ώσπου να γίνει ο γάμος κι έτρεξε την ώρα που εκείνος έστριβε το σοκάκι.
Ίσα που πρόλαβε να δει την πλάτη του. Μ αυτή την εικόνα έκανε όλες τις ετοιμασίες της.
Μ αυτή την εικόνα έπλυνε τα προικιά της!!
Ήταν αρκετή να αλλάξει λίγο το πρόσωπό της να ομορφύνει στην σκέψη της πλάτης του άντρα που θα την αγκάλιαζε σε λίγο…
Της άρεσε… Είχε θωριά λεβέντικη!!
Οι μεγαλύτερες του χωριού ζηλέψανε κομμάτι αλλά η προξενήτρα είπε πως τώρα θ ανοίξει κι η δική τους τύχη.
Θα’ρθει κόσμος στο γάμο.
Θα’ρθουν ανύπαντροι..θα τις δουν..και ποιος ξέρει? Κάποιος θα’ναι το τυχερό τους.
Και πήραν τα πάνω τους οι μαγαλοκόρες και τρέξαν στη μοδίστρα να ράψουν φόρεμα.
Κι άρχισαν να ονειρεύονται τον γάμο της συγχωριανής τους…
Κι έφτασε η ώρα!! Όλα ήταν έτοιμα!!
Η νύφη έτρεμε από αγωνία. Σε λίγο θα τον αντικρύσει. Θα της πιάσει το χέρι. Θα τον κοιτάξει στα μάτια.
Θ αφήσει το πατρικό της για τις πλάτες του…
Ελευθερία Λάππα
Πηγή: Ομφαλός της γης