Του Αντώνη Κουκλινού
Χιονισμένες κορφές, σα ντα ψαρά μαλλιά του σοφού Γέροντα.
Ογρασά και γιάτσο κάθα ταχινή, σάμε να ξετρυπώξει ο ήλιος.
Ο Μήνας με τσι πλιά πολλές αντιθέσεις.
Λειψές οι μέρες του, με τσι ψευτο άγιους, τις Τσικνοπέμπτες, με τα τριώδια και τσι καρνάβαλους.
Μέσα στσι βροχές και τσι χιονιάδες, η Άνοιξη δειλά, δειλά, θα δηλώσει παρόν.
Έχει τον τρόπο τζη.
Όμως ο ήλιος δε θα βγεί για όλους…
Δυστυχώς οι σεισμοί στη γειτονιά μας, έχουνε σπείρει το θάνατο και τη καταφρόνια σε χιλιάδες ψυχές.
Αναγκαστικά σίγησαν τα όπλα και οι απειλές, μπροστά στην οργή του εγκέλαδου.
Πόσο μικρός και ασήμαντος, είναι ο κάθε λοής πολεμοχαρής και ολιγάρχης πολιτικάντης.
Έρχεται ένας σεισμός, για να του δώσει μνιά σφαλιάρα ξεγυρισμένη, να στανιάρει και να του κοπεί η μαγκιά.
Δυστυχώς όμως με τίμημα τις αθώες ψυχές, που καταπλακώθηκαν κάτω από ‘’χάρτινα’’ κτίσματα.
Το μυαλό του αθρώπου, δε μπορεί να το διαχειριστεί όλο αυτό που συμβαίνει.
Ότι δε προλαβαίνουν οι θεομηνίες να καταστρέψουν, αναλαμβάνει ο πόλεμος.
Ο άνθρωπος ανέκαθεν, μισεί και καταστρέφει ότι δημιουργικό χτίζεται.
Κόντρα του καιρού και της απαξίωσης όμως….
Οι αμυγδαλιές οσά ντα ξεπετασάρικα θηλυκά, βγιάζουνται να ξεμπουμπουκιάσουνε.
Ανθισμένες παντού, μέσα στσι πρασινάδες, στολίζουνε τσι κάμπους και τσι δέτες.
Γεννήτρα φύση τα’ί’ζεις, ποτίζεις, φωτίζεις και γεμίζεις ομορφιές τη ζωή μας.
Τη ζωή μας που τη φέραμε σε κακό χάλι, με τα καμώματά μας.
Οι επαγγελματίες πολιτικάντηδες, που βγαίνουνε κάθε τόσο ραντεβού με την εξουσία, συνουσιάζουνται μεταξύ τους, για να αυγατίζουν τσι καταθέσεις τους, να’ χουνε να φάνε και τα δισέγγονα.
Οι άμοιροι εμείς (όχι και τόσο) είμαστε πάλι στσι δρόμους να διεκδικούμε τα αυτονόητά μας.
Οσά ντα κακομαθημένα κοπέλια, μυξοκλαίμε κάθα χρόνο, για ένα ξεροκόμματο.
Δούλοι μιάς αρρωστημένης αντίληψης πως κάποιος θα μας σώσει.
Εφτάξαμε σχεδόν στα μισά του μήνα.
Έτσι κι αλλιώς οι μέρες του είναι ληψές, οπότε ο Μάρτης έρχεται και μαζί του έρχεται η Άνοιξη.
Παλουκοκαύτη όμως τον είπανε και μακάρι τα πολιτικά ‘’παλούκια’’ που μα σε ζυγώνουνε από γύρου, γύρου, να καούνε στα τζάκια τση σαπίλας και της απαξίωσης.
Η ελπίδα δε θα πεθάνει όσο και να φαίνεται ακατόρθωτο…