Είναι γνωστό πως ο Δήμος Φαιστού, σχεδόν απ’ άκρη σ’ άκρη του, διαθέτει πλούσια μνημεία πολιτισμικής κληρονομιάς με έντονη ιστορικότητα. Ενώ όμως είναι ένας από τους πιο «πλούσιους» σε επίπεδο πολιτισμού δήμος στην Ελλάδα και την Ευρώπη, δυστυχώς έχει στερηθεί διαχρονικά – για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά – την ανάδειξη αυτής της μοναδικότητας του.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το γεγονός πως ενώ ήδη εξελίσσονται οι διαδικασίες για την ενοποίηση όλων των αρχαιολογικών χώρων της Μεσαράς, στο πλαίσιο ενός μεγαλόπνοου σχεδίου που θεωρείται το πιο οραματικό σχέδιο για την σύγχρονη ιστορία της Κρήτης, η «Λαβύρινθος» που κατ’ εξοχήν συνδέεται με το μύθο και την ιστορία του Μινωικού Πολιτισμού, παραμένει μη επισκέψιμη, ενώ εδώ και δεκαετίες έχει εγκαταλειφθεί στο έλεος της, χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται για ένα τόσο σημαντικό μνημείο, που ολόκληρη η Ευρώπη στερείται.
Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί από επιφανείς επιστήμονες διαχρονικά αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα του σπηλαίου, την ανάγκη αναστήλωσης και ανάδειξης του, ενώ υποδηλώνουν ότι αυτό το σπάνιου κάλλους δημιούργημα υπήρχε στην περιοχή από τη μινωική εποχή, για να ανακατασκευαστεί πλήρως στη συνέχεια κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους και να καταστραφεί στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από τους Γερμανούς, οι οποίοι το χρησιμοποίησαν ως αποθήκη πυρομαχικών.
Και μόνο το γεγονός πως το σπήλαιο θεωρήθηκε από αρκετούς μελετητές ως η κατοικία του μυθικού τέρατος Μινώταυρου, αλλά και ο ηρωικός χώρος νίκης του πρίγκιπα της Θήβας Θησέα, αρκούν για να στηριχθεί η ανάγκη ανάδειξης του. Πέραν όμως από τους μύθους με τους οποίους συνδέεται το σπήλαιο, τόσο η αρχαιολογική όσο και η σπηλαιολογική του σημασία θεωρούνται κορυφαίες, αφού το σπήλαιο είναι το μεγαλύτερο της Ευρώπης, με πλήθος διαμερισμάτων, διαδρόμων, αλλά και κατασκευών που αναδεικνύουν πρωτοφανείς αρχιτεκτονικές και στατικές γνώσεις, σε μια περίοδο μάλιστα που πιστεύεται ότι δεν είχαν αναπτυχθεί καν επαρκώς οι αντίστοιχες επιστήμες.
Την ίδια στιγμή, η χωροθέτηση του σπηλαίου μεταξύ του δεύτερου μεγαλύτερου αρχαιολογικού χώρου της Κρήτης τη Φαιστού, του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Γόρτυνας, αλλά και του Μινωικού Θεάτρου της Γόρτυνας, το οποίο τώρα αναδεικνύεται, υποδηλώνουν πως η μη ανάδειξη του εν λόγω μνημείου θα αποτελούσε σημαντική έλλειψη στη γενικότερη προσπάθεια ανάδειξης του πολιτισμού της ευρύτερης περιοχής.
Γι’ αυτό και ως δημοτική αρχή ζητούμε το αυτονόητο: Θέλουμε πίσω το μνημείο της Λαβυρίνθου για να το παραδώσουμε προς επίσκεψη σε ολόκληρο τον κόσμο και για να γίνει γνωστό το μεγαλείο του συνολικά. Σε αυτή μας την προσπάθεια ζητούμε τις δικές σας παρεμβάσεις και ενέργειες για τις απαραίτητες μελέτες και χρηματοδοτήσεις που θα κάνουν αυτό το όραμα πράξη. Ως Δημοτική Αρχή, με αφορμή μάλιστα και τη συμπλήρωση των 80 ετών από την επίθεση της Ναζιστικής Γερμανίας στην Κρήτη, θεωρούμε πως μια κοινή συνεργασία και υποστήριξη ανάδειξης και επισκεψιμότητας του σπηλαίου από την γερμανική πλευρά, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναδειχθεί η συναδέλφωση των λαών και η κοινή συμπόρευση τους, όλα τα χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρακαλούμε θερμά, το Γερμανικό Κράτος, όλους τους Γερμανούς φιλέλληνες, αλλά και κάθε συνειδητοποιημένο ευρωπαίο πολίτη, να στηρίξουν την προσπάθεια μας και
να προχωρήσουμε όλοι μαζί στην ανάδειξη κι ενδεχομένως στην απάντηση βασικών ερωτημάτων, για ένα από τα σπουδαιότερα σπήλαια στην Ευρώπη που κρύβει αναπάντητα ακόμα ερωτήματα για το σύγχρονο κόσμο.
Βασικά ιστορικά στοιχείο
Το σπήλαιο της «Λαβυρίνθου» που βρίσκεται κοντά στο χωριό Καστέλι Μεσαράς, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα σπήλαια και είναι ίσως το μεγαλύτερο της Ελλάδας. Οι μύθοι το συνδέουν με την κατοικία του Μινώταυρου και το μύθο του Θησέα, ο οποίος κατάφερε με την βοήθεια της Αριάδνης να σκοτώσει το τέρας. Σύμφωνα με τους σπηλαιολόγους, η σπουδαιότητα του είναι τεράστια, ενώ το σπήλαιο θεωρείται πως υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων – πιθανότατα και από τη Μινωική Εποχή – χωρίς να μπορεί να προσδιοριστεί ο αρχικός χρόνος κατασκευών εντός του σπηλαίου, καθώς κατά τα Ρωμαϊκά Χρόνια υπέστη σημαντικές αλλοιώσεις, καθώς εκτιμάται ότι υπήρξε πλήρης ανακατασκευή. Με βάση τις έρευνες των αρχαιολόγων, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως Ρωμαϊκό Λατομείο, κάτι βεβαίως που ως ένα βαθμό αμφισβητείται από τους σπηλαιολόγους που θεωρούν την ηλικία του προγενέστερη. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής και το Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γερμανοί το χρησιμοποίησαν ως αποθήκη πυρομαχικών, ενώ κατά την απομάκρυνση τους το κατέστρεψαν (τουλάχιστον την είσοδο του) για να μην αφήσουν πυρομαχικά στα χέρια των συμμάχων.
Σε όλο το πέρασμα των ετών, είναι γνωστό πως το σπήλαιο αποτελούσε μνημείο εξαιρετικού ενδιαφέροντος και παρέμενε επισκέψιμο ήδη από τον 15ο αιώνα, με επισκέπτες και ντόπιους να αναζητούν τα κρυμμένα μυστικά του. Η γεωστρατηγική θέση του, που δημιουργεί ένα «τρίγωνο» μεταξύ των αρχαιολογικών χώρων Φαιστού και Γόρτυνας, αλλά και η σημερινή κατάσταση, στην οποία πολύ κοντά του τοποθετείται πλέον το Μουσείο Μεσαράς, κάνουν την ανάδειξη του, αλλά και την εκ νέου επισκεψιμότητα του, επιβεβλημένη.
Η τελευταία προσπάθεια αποκατάστασης του σπηλαίου σταμάτησε το 1990, ενώ το 1961 η περιοχή θρήνησε τέσσερις νεκρούς που αναζητούσαν πυρίτιδα και πυρομαχικά εντός του. Η σπουδαιότητα του όμως θεωρείται ακόμα τεράστια, ενώ το National Geographic το έχει εντάξει στα σημεία άλυτων μυστηρίων του σύγχρονου κόσμου.
Είναι προφανές πως ούτε οι νεκροί των νεότερων χρόνων μπορούν να γυρίσουν πίσω, ούτε όμως και το σπήλαιο μετά τις πολλαπλές παρεμβάσεις να επιστρέψει εξολοκλήρου στην αρχική μορφή του, η οποία πλέον δεν είναι γνωστή. Παρ’ όλα αυτά, το σπήλαιο εξακολουθεί να αποτελεί ένα σπουδαίο μνημείο της Μεσαράς κι ένα από τα σπουδαιότερα σπήλαια της Ελλάδας, που συνδέεται με μύθους, με ιστορία και αρχαιολογικό ενδιαφέρον.
Σύντομη περιγραφή
Ένα από τα σημαντικότερα σπήλαια με ιστορική και αρχαιολογική σημασία για την Κρήτη και την Ελλάδα, βρίσκεται εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Φαιστού. Πρόκειται για το σπήλαιο της «Λαβυρίνθου» το οποίο περιβάλλεται από πλήθος μύθων, θρύλων, αλλά και σημαντικών ιστορικών στοιχείων.
Το σπήλαιο «Λαβύρινθος» βρίσκεται κοντά στο χωριό Καστέλι Μεσαράς του Δήμου Φαιστού. Ήταν γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων και είναι ένα από τα σπουδαιότερα και ίσως το μεγαλύτερο σε μέγεθος απ’ όλα τα σπήλαια της Ελλάδας. Η ονομασία «Λαβύρινθος» οφείλεται στο πολυδαιδαλώδες της κατασκευής. Σύμφωνα με την έκθεση της σπηλαιολόγο Άννα Πετροχείλου που έκανε αναλυτική έρευνα εντός του σπηλαίου, η «Λαβύρινθος» είναι φυσικό σπήλαιο με πολλές διακλαδώσεις, διανοιγμένο σε πορόλιθο με οριζόντιες στρώσεις. Από τους αρχαίους Έλληνες έχει διευθετηθεί λαξευτά σε ορισμένα πρόσφορα γι’ αυτό το σκοπό τμήματα του, που παρουσιάζουν θαλάμους σε διάφορα μεγέθη, αφάνταστης συμμετρίας και καλλιτεχνικής απόδοσης.
Σε ορισμένους από αυτούς τους θαλάμους, υπάρχουν βαθμιδωτά λαξευτά αναπαυτήρια και αλλού ανάκλιντρα, καθίσματα ομαδικά ή μεμονωμένα και τράπεζες. Σε πολλά σημεία του σπηλαίου στη φυσική τους θέση υπάρχουν καλλιτεχνικά λαξευμένες κολώνες υποστήλωσης της οροφής του. Ακόμα υπάρχουν λαξευμένοι τοίχοι σε ελεύθερες διαβάσεις, με συμπληρωμένα τα κενά τους από ξηρολιθιές, για τη συγκράτηση άχρηστων υλικών, που προήλθαν από τα λαξευμένα τμήματα και τοποθετήθηκαν σε αυτούς τους χώρους. Αυτά καλύπτουν μεγάλα τμήματα του σπηλαίου άγνωστης έκτασης και απροσπέλαστα σήμερα εξαιτίας του ελάχιστου κενού μεταξύ αυτών και της οροφής.
Κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν το σπήλαιο ως αποθήκη πυρομαχικών, γι’ αυτό και κατασκεύασαν δρόμο προσπελάσεως μήκους 3,5 χιλιομέτρων που ενώνει το χωριό Καστέλι με το σπήλαιο. Κατά την αποχώρηση τους οι Γερμανοί ανατίναξαν τα πυρομαχικά του σπηλαίου για να μην πέσουν στα χέρια των συμμάχων με αποτέλεσμα το σπήλαιο να υποστεί ορισμένες καταστροφές κυρίως στην είσοδο του.
Μετακατοχικά έγιναν προσπάθειες εκκαθάρισης του σπηλαίου από την στρατιωτική υπηρεσία κατά τα έτη 1947 – 1950 και κυρίως από την εταιρία Α. Καμινάρη κατά τα έτη 1954 – 1959. Η εταιρία αυτή ανέλαβε κατόπιν διαγωνισμού την εκκαθάριση του σπηλαίου με αμοιβή την εκμετάλλευση του μετάλλου των καλύκων και με όρο την καταστροφή των άχρηστων πυρομαχικών και της πυρίτιδας που θα προέκυπτε. Από μαρτυρίες των κατοίκων του χωριού που εργάστηκαν στην εταιρία και ιδιαίτερα του χρησιμοποιηθέντος σαν πυροτεχνουργού, ελάχιστες ποσότητες πυρομαχικών έμειναν στο σπήλαιο μετά την αποχώρηση του Α. Καμινάρη. Έμειναν κυρίως Α/Α φυσίγγια των οποίων οι κάλυκες δεν ήταν από χαλκό και κυρίως μεγάλες ποσότητες πυρίτιδας που η εταιρία κακώς δεν κατέστρεψε προφανώς για να μην πληρώσει πολλά εργατικά.
Στη συνέχεια κάτοικοι των γύρω χωριών και κυρίως άτομα νεαρής ηλικίας μετέβαιναν στο σπήλαιο και αφαιρούσαν πυρομαχικά και κυρίως πυρίτιδα για αυτοσχέδιες κροτίδες για το Πάσχα. Αυτό συνέβαινε μέχρι και το Πάσχα του 1961 οπότε τέσσερα νεαρά άτομα σκοτώθηκαν μέσα στο σπήλαιο από την ανάφλεξη τεράστιων ποσοτήτων πυρίτιδος που είχαν κακώς εγκαταλειφθεί στο σπήλαιο.
Το σπήλαιο πλέον παραμένει κλειστό με βάση την οδηγία του Γενικού Επιτελείου Στρατού από τις 10 Ιανουαρίου του 2000, ενώ το 2009 πραγματοποιήθηκε για τελευταία φορά η αποκατάσταση της περίφραξης του. To National Geographic μάλιστα με τη συνδρομή του καθηγητή Nick Haworth του τμήματος Γεωλογίας από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έχει πραγματοποιήσει σχετικό ντοκυμαντέρ, στο οποίο η «Λαβύρινθος» εντάσσεται μέσα στα άλυτα μυστήρια της ανθρωπότητας.
Σημερινή κατάσταση
Σήμερα το σπήλαιο εξακολουθεί να είναι σφραγισμένο με τσιμέντο, υπάρχουν όμως είσοδοι – οπές, απ’ όπου πολλά νεαρά κυρίως άτομα εισέρχονται στο σπήλαιο είτε από περιέργεια, είτε με την ελπίδα ανεύρεσης πυρομαχικών ή πιστολιών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι υπάρχουν πάρα πολλοί απλωμένοι σπάγγοι που χρησιμοποιούνται από τους επισκέπτες για να μην χάσουν τον προσανατολισμό τους.
Το 1985 μια άλλη ομάδα σπηλαιολόγων της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρίας, με επικεφαλής την κ. Άννα Πετροχείλου παρέμεινε μέσα στο σπήλαιο επί 20ημέρου περίπου κατά τη διάρκεια του οποίου συνέταξε πλήρη μελέτη συνοδευόμενη από κάτοψη του σπηλαίου. Το 1983, μια ομάδα σπηλαιολόγων εξερεύνησε το σπήλαιο επί διημέρου και δημοσίευσε σχετικό άρθρο στο περιοδικό «Ταξιδιώτες».
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Μεσσαριτών «Μινώταυρος» ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εκκαθάριση του σπηλαίου, ενώ δημιουργήθηκε αλληλογραφία και σχετικός φάκελος με το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Οι στρατιωτικές υπηρεσίες της Κρήτης εξέτασαν την υπόθεση και αποφάνθηκαν ότι η εκκαθάριση του σπηλαίου είναι σχετικά εύκολη υπόθεση.
Το Γενικό Επιτελείο Στρατού για να έχει υπεύθυνη γνώμη επί της δυνατότητας εκκαθάρισης του σπηλαίου συγκρότησε ειδική επιτροπή με πρόεδρο Ταξίαρχο και μέλη πυροτεχνουργό προσωπικό του ΤΕΝΞ σπηλαιολόγους κ.λπ. η οποία επιτροπή επισκέφθηκε το σπήλαιο, επιθεώρησε όλα τα υπάρχοντα άχρηστα πυρομαχικά και συνέταξε σχετικό πρακτικό που υπέβαλλε το ΓΕΣ. Και η ειδική επιτροπή αποφάνθηκε πως η εκκαθάριση του σπηλαίου είναι εύκολη και εφικτή. Έκτοτε, ουδεμία διαταγή ή ενέργεια για την εκκαθάριση του σπηλαίου εξεδώθει ενώ φαίνεται ότι η υπόθεση είχε φθάσει στο στάδιο της τελικής επιλύσεως.
Η αξία του σπηλαίου από αρχαιολογικής και σπηλαιολογικής απόψεως είναι διατυπωμένη από τα χείλη των αρμόδιων είναι μεγάλη. Το μήκος του σπηλαίου και το δαιδαλώδες της κατασκευής επαυξάνουν την αξία του.
«Θέλουμε πίσω την ιστορία και τον πολιτισμό μας» δηλώνει ο Δήμος Φαιστού με αφορμή το θέμα της Λαβυρίνθου
«Θέλουμε πίσω την ιστορία και τον πολιτισμό μας». Με αυτή την πρόταση επαναφέρει ο Δήμος Φαιστού, το θέμα πλήρους αποκατάστασης κι επισκεψιμότητας του σπηλαίου της «Λαβυρίνθου». Έπειτα από μήνες έρευνας και συλλογής στοιχείων, η Δημοτική Αρχή του Δήμου Φαιστού έχει συντάξει αναλυτικό υπόμνημα το οποίο έχουν λάβει ήδη οι αρμόδιες αρχές της Γερμανίας και όλοι οι Έλληνες ευρωβουλευτές, ζητώντας από την γερμανική κυβέρνηση και τους απανταχού φιλέλληνες, να εκκινήσει μια διαδικασία για την αποκατάσταση ενός χώρου ύψιστης σημασίας.
Υπενθυμίζεται ότι ο χώρος παρέμενε επισκέψιμος από τον 17ο αιώνα, αλλά σε μεγάλο μέρος του καταστράφηκε κατά τη διαδικασία απομάκρυνσης των Γερμανών από την Κρήτη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ανατίναξαν την είσοδο του.
Από τη δεκαετία του ’90 κι έπειτα, στην ουσία σταμάτησαν οι διαδικασίες αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου, ενώ οι όποιες πολιτικές ενέργειες υλοποιήθηκαν δεν είχαν καμία τύχη.
Σήμερα, 80 χρόνια από τον εορτασμό της Μάχης της Κρήτης και με δεδομένο το μεγαλόπνοο σχέδιο για την ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων της Μεσαράς, η ανάδειξη της Λαβυρίνθου θεωρείται ύψιστης σημασίας απέναντι στη μνήμη των κρητικών και την ιστορία της Κρήτης.
Πηγή: athensmagazine.gr