Γράφει ο Μιχάλης Στρατάκης*
Άντε να σας φτιάξω λιγάκι το κέφι…
Λες και δεν είχαμε πράμ’ άλλο να κουβεντιάζουμε μεταξύ ρακής και σταφιδολιάς, αρχίσαμε να μιλούμε για την Πόλη, για τον μαρμαρωμένο βασιλιά, για την Αγιά Σοφιά και για όλα τα συμπαρομαρτούντα.
Δηλαδή, αυτός άρχισε να σκαλίζει την πληγή, και δεν τη σκάλιζε με το νύχι, μα με….σκαπέτι.
Εμίλιε κι εμίλιε και σταματημό δεν είχε.
Αποφάσισα να τον διακόψω, όχι για κανένα άλλο λόγο, μα γιατί έπρεπε να σηκωθώ να κατεβάσω τους χοχλιούς από τη φωθιά.
”Άντε, ρε φίλε, και κάνουμε ντου και παίρνουμε την Πόλη. Κατέχεις πόσο πληθυσμό έχει;” τον ρώτηξα.
”Όι δεν κατέχω” μου απάντησε.
”Δεκαπέντε εκατομμύρια, μιάμιση Ελλάδα” του ‘πα.
”Ε, και;” με ρώτηξε.
”Ανίμενε να κατεβάσω τους χοχλιούς και θα σου εξηγήσω” του ‘πα και σηκώθηκα.
Σαν εγύρισα και απόθεσα στο τραπέζι τους χοχλιούς που αχνίζανε, γέμισα τα ποτήρια παγωμένη ρακή και βάλθηκα να του εξηγώ.
”Πήραμε, λοιπόν, την Πόλη, ξεμαρμαρώσαμε και το βασιλιά, προστέσαμε την πόλη στην Ελλάδα κι έτσι, από 11 εκατομμύρια που είμαστε, γινόμαστε 26 εκατομμύρια, σωστά;” του ‘πα, για να δω αν ήτανε σε θέση να με παρακολουθήσει.
”Ε, και;” ήτανε η απάντηση του.
”Πε μου ρε φίλε, από αυτά τα 26 εκατομμύρια, πόσοι θα ‘ναι Τούρκοι;” τον ρώτηξα ξανοίγοντας τον στα μάθια.
”Ε, και;” άντε πάλι η ίδια απάντηση.
”Να σου πω εγώ. Έντεκα εκατομμύρια θα ‘μαστε οι Έλληνες και δεκαπέντε εκατομμύρια θα ‘ναι οι Τούρκοι, που θα ‘χουνε γίνει Έλληνες πολίτες, αφού η Κωνσταντινούπολη θα ανήκει σε εμάς, μαζί με τους κατοίκους της. Σωστά;” άρχισα να του τα κάνω λιανά.
Ήξερα την απάντηση του ”ε, και;” κι αυτή ήτανε.
”Κι αυτοί οι 15 εκατομμύρια Τούρκοι, θα ψηφίζουν στην Ελλάδα, δεν θα ψηφίζουν;” τον σκούντηξα.
Δε μου απάντησε, μόνο με ξάνοιγε.
”Να σου πω τώρα και τούτο, γιατί θα κρυώσουν οι χοχλιοί. Στις εκλογές, που λες, θα κατεβάσουν οι Τούρκοι της Ελληνικής Κωνσταντινούπολης δικό τους κόμμα, θα το ψηφίσουνε δαγκωτό και μια ωραία πρωία, θα ‘χουμε Τούρκο πρωθυπουργό και τουρκική κυβέρνηση, για να μη σου λέω τα ποδέλλοιπα τούρκικα που θα ‘χουμε. Εκατάλαβες ίντα σου λέω ή να σου τα ξαναπώ;” τον ρώτηξα, η αλήθεια είναι λίγο νευριασμένος.
”Επολύψησες τσι τσι χοχλιούς και δε βγαίνουνε” μου απάντησε.
Τοιουτοτρόπως εγλύτωσε η Πόλη από τα χέρια του φίλου μου και την πληρώσανε οι χοχλιοί.
* Ο Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς