Γράφει ο Δρ. Μανώλης Γιαχνάκης
Ο αλησμόνητος Μανώλης Μπικάκης, ως γνωστόν, ανδραγάθησε στην Κύπρο αντιμαχόμενος τον Αττίλα κατά την εισβολή του εκεί το 1974. Στο κείμενο αυτό:
Η εικόνα του ως αδάμαστου μαχητή συμπληρώνεται με χαρακτηριστικά της ευγενικής του ψυχής.
Η λειτουργία του εν μάχη αντιδιαστέλλεται πλήρως και απολύτως με τη δράση ενός «ράμπο».
Η συνολική στάση του στη ζωή εξηγείται ως κληρονομιά πραγματικών ιδιοτήτων της οικογένειας και του τόπου του, μεταξύ των οποίων ο σεμνός ανδρισμός, η ανθρωπιά, ο πατριωτισμός, η πνευματικότητα.
Χαρακτηρίζεται δίκαια Αστερούσιος για την αρχέγονη λαμπρή ουσία του ανθρώπινου Είναι την οποία ανέδειξε.
Προτείνεται ως άξιος αναφοράς σε μαθήματα τοπικής ιστορίας. Συνάγεται, τέλος, πως στις σημερινές συνθήκες της πανανθρώπινης Κρίσης το υπόδειγμα του Μανώλη καλεί σε Αντίσταση: για το ίδιο το ανθρώπινο Όν και ταυτόσημη με τον Πολιτισμό με την έννοια που αυτός διαμορφώθηκε και βιώθηκε στα Αστερούσια όρη της Κρήτης.
Το κείμενο είναι λόγος επιμνημόσυνος στο ετήσιο μνημόσυνό του στον Αμύγδαλο των Αστερουσίων στις 1 Νοεμβρίου 2015.
Λίγα λόγια για την Ιερή και Αγαπημένη Μνήμη του Μανώλη Μπικάκη, κατά χρέος μας πολλαπλό. Συνοδευόμενα με μεγάλη συγκίνηση, συγχωρητέα ελπίζω γιατί είναι ανθρώπινο.
Ως στενό οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του Μανώλη μιλούμε, ενώπιοι ενωπίοις: για «ό,τι είδαμε, ακούσαμε, αγγίξαμε».
Μερικά από τα λόγια αυτά διατυπώνονται συστηματικά εδώ για πρώτη φορά, με πλήρη συναίσθηση της ευθύνης μας. Σκοπός είναι να δόσουμε λησμονημένες ή αγνοημένες διαστάσεις που εμείς θεωρούμε σημαντικές μιας εικόνας του Μανώλη πληρέστερης εκείνης που συνήθως διακινείται στα διαδικτυακά και τα έντυπα μέσα. Με στοιχεία που τεκμαίρονται ιστορικά, γενεαλογικά, βιωματικά.
Μανώλης Μπικάκης, του Μπικογιάννη και της Γαλανολευτερίας. Γεννημένος στον οικισμό Αμύγδαλος της νυν τοπικής κοινότητας Παρανύμφων στην οροσειρά των Αστερουσίων της Κρήτης το έτος 1954, χάθηκε πρόωρα – στα 40 του χρόνια – στο τέλος του Οκτώβρη του 1994. Ήρωας που αντιμετώπισε μοναχός του μα με επιτυχία τον Αττίλα κατά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.
Σάρκα από τη σάρκα μας και αίμα από το αίμα μας. Μα και ψυχή από την ψυχή μας.
Στο πεδίο της μάχης, ως καταδρομέας, στη μεγάλη του ώρα, «είδες εκείνα τά ’καμα, που άλλος δεν τα δυνάστη, κ’ εις μιά μπαμπακερή κλωστήν η ζήση μου εκρεμάστη»: Αποδείχτηκε αγωνιστής, πατριώτης, αποφασιστικός, ψύχραιμος και άφοβος, ριψοκίνδυνος, καρτερικός και ανθεκτικός, ευφυής, αποτελεσματικός, ανδρείος υπερασπιστής ιδανικών, ήρωας.
Ο δικός μας Μανώλης ήταν αυτός; Εμείς τον Μανώλη μας τον γνωρίσαμε και τον θυμούμαστε αλλοιώς στο περιβάλλον της οικογένειας και της τοπικής κοινωνίας μας, στο πατρικό του αρχικά και μετά ξενιτεμένο αμούστακο έφηβο, μαραγκουδάκι μαθητευόμενο: ομορφοπλασμένος, καλοαναθρεμμένος και ευγενικός, φιλότιμος, ήσυχος και φρόνιμος, ήμερος και ήρεμος, συναισθηματικός και τρυφερός κι αγαπητερός, χαμογελαστός και ευχάριστος και καλόκαρδος.
Κι όταν επέστρεψε από τα μαρμαρένια αλώνια της Λευκωσίας, αυτός ήταν ο Διγενής μας που ενίκησε για τότες τον Χάροντα; Άντρας άξιος, σοβαρός και σεμνός, μακρυά από επιδείξεις και καυχησιολογίες. Φιλήσυχος, συμβιβαστικός, μεγαλόψυχος. Αξιοπρεπής και περήφανος. Οικογενειάρχης εργατικός και επιμελής. Ευθύς, έντιμος και ειλικρινής. Τιμούσε τη φιλία, λάτρευε τα κρητικά μας τραγούδια, ήξερε να διακρίνει την αληθινή ομορφιά της ζωής.
Ναι, αυτός ακριβώς ήταν. Μορφή λεβέντικη από κάθε άποψη. Του παλιού καιρού παλληκάρι, με όλες τις χάρες. Ένας Άνθρωπος, «αμάλαγος» Άνθρωπος, ολοκληρωμένος, με αξίες.
Γενναία πάλεψε πάντοτε, από μικρός, όλες της ζωής του τις ατυχίες, σε όλες τις μεγάλες του δυσκολίες, εντός του και γύρω του. Ποτέ, ποτέ δεν λερώθηκε. Επέδειξε σε όλα και πάντοτε αριστεία.
Ψυχή ανθρώπινη ήταν ο Μανώλης μας, πολύτιμο πετράδι του ωραίου πανάρχαιου Πολιτισμού μας: εκείνου που κατέχει καλά τι θα πει ανδρισμός και ανθρωπιά και ευγένεια, που κατέχει το πότε και το πώς και το γιατί και το τι
Πρέπει, και που το πράττει με νεύρο και εσωτερική δύναμη, με στιβαρό χέρι και με γόνατο που δεν τρέμει, τότε που πρέπει.
Ναι, έτσι ακριβώς ήταν. Με όλα εκείνα χωρίς τα οποία η σωματική αλκή ή η οποιαδήποτε άλλου τύπου υπεροχή συχνά γίνεται άχρηστη ή ακόμα και κοινωνικά επικίνδυνη. Χωρίς όλα αυτά ο ηρωισμός του θα είχε νόημα πολύ διαφορετικό.
Τι σχέση μπορεί να έχει με τη βαρβαρότητα ο Μανώλης; Η ηρωική καρδιά του γνώριζε καλά πως λειτουργούσε γιατί υπερασπιζόταν, από τη θέση που ετάχθη μέσα σε όλη εκείνη τη μεγάλη τραγωδία, το εξάμηνο βρέφος του Τραχωνίου Κυθραίας που έμεινε τότε αγνοούμενο και βρέθηκε σήμερα μόνο, 41 χρόνια μετά, θαμμένο μαζί με την πιπίλα του.
Ο Μανώλης δεν υπήρξε ποτέ Άτομο, νευροψυχωτικό, βίαιο, με νοοτροπία ξενόφερτου «ράμπο». Δεν ήταν δημιούργημα μηχανημάτων και ουσιών. Δεν ήταν φερέφωνο, σφαγέας, τυφλός εκτελεστής εντολών. Δεν πολεμούσε από διαστροφή, για παιχνίδι, ούτε καν για τη ζωή του την ίδια μέσα στον κίνδυνο. Λοξοδρομούν όσοι τονίζουν μόνο το ανδραγάθημά του στη μάχη.
Καμαρώνουμε αλλά δεν κομπάζουμε, όπως ποτέ του δεν κόμπασε. Έκαμε απλώς εκείνο που έπρεπε. Απέδειξε ό,τι ακριβώς εμείς περιμέναμε από αυτόν, και ό,τι περιμένουμε από τον καθέναν μας εδώ, τίποτα διαφορετικό. Τίμησε την οικογένειά του, τον τόπο του.
Ψυχή όμορφη, γενναία και με γνώση, ήταν ο Μανώλης μας, γέννημα και ανάθρεμμα του ωραίου Πολιτισμού μας, της Ιστορίας μας, του Τόπου μας.
Ας ανακαλέσουμε στοιχεία αληθινά της αυτογνωσίας μας: Της Κύπρου το ρηγόπουλο, ο Κυπρίδημος, και κι άλλοι, πώς μάχονται αντρίκεια μα και με πόση «καλοθέληση» και ευγένεια μιλούν, στον Ερωτόκριτο του Κρητικού Βιτσέντζου Κορνάρου που είναι ακόμη και σήμερα μέσα στη βούργια μας; Εδώ στα Αστερούσια δε χάθηκαν οι επαναστατημένοι κατά των Βενετσιάνων κατακτητών Ψαρομήλιγγοι; Δεν είναι τα Αστερούσια ο τόπος της Αντίρρησης του λόγιου Ιωσήφ του Φιλάγριου, και της τόσο βαθειάς πνευματικότητας; Μα κι ο όμαιμός μας, ο υπέροχος επαναστάτης αρχηγός καπετάν Γιάννης Αϊνικολιώτης, δεν πέθανε μια μόλις γενιά – και ούτε σωστή – πριν γεννηθεί ο Μανώλης αφήνοντάς μας τόσα διδάγματα; Και ένας άλλος, παππούς του Μανώλη, ο γέρο Πανάγος Παντέχης, δεν χάθηκε μαχόμενος κι αυτός μέσα στη Μεγάλη Επανάσταση κάμποσο καιρό μετά που σαν τέτοιες μέρες ανατινάξαμε το Αρκάδι; Μα κι ο πατέρας του ο ίδιος, ο πολύπαθος αρχοντάνθρωπος Μπικογιάννης, δεν ετιμήθηκε κι αυτός για τη συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση τότε που χρειάστηκε; Στην Ιερά Μονή της Παναγίας του Κουδουμά, εδώ, δεν έχουν μείνει ανεξίτηλα τα ίχνη του Γέρο Ζαχάρη, του Δαβίδη, και τόσων άλλων πάλι εδικών μας; Τυχαία η οικογένεια και ο τόπος του βρίθουν με τα ονόματα Λευτέρης και Ελευθερία; Στον καιρό της γέννησης του Μανώλη, στη δεκαετία του 1950, οι αγράμματοι αγνοί πατριώτες μας εδώ δεν νοιαζόταν για ό,τι κρατούσε την Κύπρο βουτηγμένη στο αίμα και για διαμαρτυρία συμπαράστασης επέστρεψαν μαζικά τα μετάλλιά τους που τιμητικά είχαν λάβει για την πατριωτική δράση τους στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής;
Μ’ αυτά όλα επλάστηκε, έτσι ζυμώθηκε, αυτών υπήρξε δημιούργημα ο Μανώλης και όχι του χρόνου, της τύχης και της ανάγκης. Τα χαρακτηριστικά του, εξ αυτών υπήρξαν επιγενετικά. Αυτά υπαγόρευσαν και το Χρέος του που συνειδητά επιτέλεσε: τόπος και πρόγονοι, «πνοή ζώσα».
Εμπνέει τώρα και ο ίδιος εμάς. Η βαρειά κληρονομιά των ιδανικών του συνεχής και ατέρμονη, σήμερα μέσω ημών.
«Από τα βάθη του καιρού φωνιάζουν οι προγόνοι – όρτσα τση Κρήτης τα πανιά, και ντρέτα το τιμόνι!», κατά την έκφραση του Κορνάρου των ημερών μας.
Στο θρήνο μας για την πρόωρη απώλεια της ζωής του και σε στιγμές άλλες αναπόφευκτης ψυχικής φόρτισης, από το περίσσευμα της καρδιάς μας εκάμαμε τον Μανώλη μας ίαμβο. Μα «τον αντρειωμένο μην τον κλαις».
Γιατί υπερασπίστηκε την Πόλη που ετάχθη, αλλά και γιατί από κάθε άποψη άφησε παρακαταθήκες για την Πόλη του μέλλοντος, ο Μανώλης έχει περάσει από τη σφαίρα του πολέμου σε εκείνη του Πολιτισμού. Του ιδιαίτερου ολοκληρωμένου ανθρώπινου Πολιτισμού των Αστερουσίων μας, μάλιστα, του οποίου έγινε άξιος συνεχιστής και διαπρύσιος κήρυκας.
Μα όχι για το τοπωνυμικό Αστερούσια της καταγωγής του, παρά γιατί με την όλη συνειδητή δια βίου Ευποιία του φανέρωσε τόσο ξεκάθαρα την Ουσία, εκείνη των ίδιων των άστρων, την ακατάλυτη ψυχή, που οι άνθρωποι πάντοτε διατηρούμε εντός μας, κέρδισε δια παντός την περγαμηνή του Αστερούσιου.
Ο Μανώλης είναι ήδη ένας θρύλος. Αλλά, για όλα τα παραπάνω, είναι και μια μορφή άγια στη συλλογική μας συνείδηση, άξια να διδάσκεται: Όταν κάποτε με το καλό φτάσουμε στο ευτυχές να διδάσκεται συστηματικά στα σχολεία του τόπου μας κατά προτεραιότητα η τοπική ιστορία, ο τοπικός πολιτισμός σωστότερα, τότε ο Μανώλης θα μπορεί να διδάσκεται γιατί συμπυκνώνει και παρέχει πλείστα διδάγματα και παραδείγματα και αφορμές αρετής και παιδείας αληθινής. Για να μη μείνει ο χώρος που αναπαύονται τα οστά του στο κοιμητήριο του Αμύγδαλου φολκλορική ατραξιόν και η μνήμη του σκεπασμένη με τη σκόνη της άσοφης λήθης, για να μη μείνει ο Μανώλης το πολύ ένα όνομα σε κάποιους δρόμους ή ακόμα και μια προτομή…
Μαζί με την ιερή μνήμη του αγαπημένου μας Μανώλη τιμούμε, γιατί έτσι αρμόζει, και όλα εκείνα τα άλλα ηρωικά παλληκάρια που κείτονται στα Φυλακισμένα Μνήματα και στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας και όπου αλλού, τους άλλους Κρήτες συμπολεμιστές του που επίσης στάθηκαν άξιοι, αλλά και εκείνους τους απανταχού στην ελληνική γη ξεχασμένους. Τιμούμε, ακόμη, και όλες τις άλλες ευγενικές και άξιες φυσιογνωμίες του τόπου μας που μέσα στο διάβα του καιρού μέχρι και σήμερα αφιέρωσαν τη ζωή τους σε μια ωραία Αποστολή για τον Άνθρωπο και την Κοινωνία.
Η μνημόσυνη προσευχή μας εδώ για την ψυχή του Μανώλη είναι να ξημερώσει πλέον στη γη ο καινούργιος καλύτερος κόσμος για τον οποίο εκείνος αποτέλεσε Ελπίδα: Με έγκαιρη επικράτηση σε όλη τη γη της Φρόνησης και της Ειρήνης για πάντα. Με το λαό της πατρίδας μας κερδισμένο στα Δίκια του, μακρυά από τη βία που γεννά βία, μακρυά από απάνθρωπες ιδεολογίες και πρακτικές. Και χωρίς πουθενά στον πλανήτη τα άφταιγα παιδιά χειμαζόμενα, με ρημαγμένη την παιδικότητα ή χαμένα, σαν τα παιδιά της λαθρομετανάστευσης σήμερα.
Αλλά ως γνωστόν για όλα τούτα, για κάθε καλό και αγαθό, απαιτείται πάντα ο ωραίος και δύσκολος αγώνας.
Στις σημερινές ήδη ακραίες συνθήκες της παγκόσμιας πολύπλευρης Κρίσης, σήμερα που ήδη περνά από πάνω μας πάλι το βαρύ άρμα της Ιστορίας, ο Μανώλης Μπικάκης μας οδηγεί στο δρόμο της Αντίστασης: Αντίσταση στο Απάνθρωπο, στο Κτηνώδες, στη φθορά του Προσώπου, για χάρη του ίδιου του Ανθρώπινου Όντος, έμπρακτη, ταυτόσημη με τον Πολιτισμό, τον ωραίο Πολιτισμό των Αστερουσίων. Υπερβαίνοντες «κατά πολύ την εκτέλεσιν του καλώς εννοουμένου καθήκοντος», σαν και κείνον, Αντιστέκεστε!
Μέρος αυτής της Αντίστασης και η οικογενειακή και κοινωνική μας συνοχή: Ομονοείτε και αλληλοστηρίζεστε.
Δεν μιλούμε για τον Μανώλη, μιλούμε μαζί με τον Μανώλη. Γιατί για εμάς η ψυχή του πάντοτε Ζει: δεν είναι ζωή μας μόνο «ό,τι αγγίζουμε, ακούμε και βλέπουμε», ούτε «το σύνορό της θα το δείχνει ένα ορθό κυπαρίσσι».
Αξέχαστος. Αθάνατος. Μακάριος μαζί με τους άλλους δικούς μας…