(Στη μνήμη του Βασίλη από τον Κουσέ, ένα μικρό ιστορικό αντί για μνημόσυνο)
Της Ουρανία Κουτσάκη – Καράτζη
Μικρό παιδί ήταν πολύ ζωηρός, έφευγε στη φύση, κυνηγούσε πουλιά και εξερευνούσε τον κόσμο.
Μια φορά τον διέκριναν στην τρούλα ενός κυπαρισσιού, που το ΄δερνε ο αέρας, δεξιά-αριστερά.
Ήταν ριψοκίνδυνος και στην πρώιμη εφηβεία έκανε την επανάστασή του.
Σε μια εποχή που δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο και τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα, έφυγε κρυφά από το σπίτι και τράβηξε για τη μεγάλη πόλη, το Ηράκλειο.
Η πρώτη του αυτή έξοδος έληξε άδοξα, αφού τον βρήκε ο αδερφός του ο Λεωνίδας και τον γύρισε πίσω επιβάλλοντάς του αυστηρή τιμωρία.
Μεγάλωσε λίγο και νέος πια, τίποτα δεν τον συγκρατούσε στο χωριό και έφυγε για την Αθήνα, όπου εργάστηκε ως συντηρητής αεροσκαφών για ένα διάστημα.
Τα πρώτα βήματα εκτός Ελλάδας, τα έκανε στην Ιταλία, όπου και έμαθε την Ιταλική γλώσσα.
Το υπερατλαντικό ταξίδι που ακολούθησε, δεν ήταν ένας απλός στόχος.
Για να τον δεχτούν στον Καναδά έπρεπε κάποιος μόνιμος κάτοικος Καναδά, να τον καλέσει και να αναλάβει ένα είδος εγγύησης.
Το ότι δε γνώριζε κανένα για να τον καλέσει στον Καναδά, ήταν ένα εμπόδιο που το ξεπέρασε, με την ευστροφία και την επιμονή του.
Άρχισε να αλληλογραφεί με αγνώστους στον Καναδά, μέσω στήλης περιοδικού, που εξασφάλιζε αλληλογραφία μεταξύ αγνώστων, όπως ήταν τότε η μόδα.
Έτσι γνώρισε τους ανθρώπους που τον προσκάλεσαν να πάει στον Καναδά και να ζήσει εκεί τα περισσότερα χρόνια της ζωής του.
Στο Τορόντο έφτασε με πλοίο, μετά από ταξίδι ενός μήνα.
Εκεί εργάστηκε σκληρά, δημιουργώντας τελικά μια μεγάλη επιχείρηση στις σιδηροκατασκευές.
Το σαράκι της αλλαγής και της δημιουργίας, τον οδήγησε στο να αλλάξει πολλούς τόπους διαμονής και πολλές δουλειές.
Σιδηροκατασκευές, κατασκευή και πώληση διαμερισμάτων, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Τορόντο, Αλμπέρτα, Αθήνα, Τορόντο, Κρήτη, Τορόντο …..Κουσές.
Αυτή τη μεγάλη δραστηριότητα, τη στήριζε γερά στις ρίζες του.
Την πατρίδα του ποτέ δεν την ξέχασε και τα ήθη του τόπου του τα θεωρούσε προτεραιότητα.
Ήταν τίμιος και με αυστηρές ηθικές αρχές.
Παντρεύτηκε τη γυναίκα του Στασούλα από την Κρήτη και αυτή, και απέκτησαν τρία παιδιά, το Γιώργο, τη Ράνια και το Νίκο, από τα οποία ευτύχησαν να δουν εγγόνια.
Συχνά τα καλοκαίρια ερχόταν στο χωριό οικογενειακώς, για να αναπνεύσουν Ελλάδα, να μάθουν τα παιδιά τη γλώσσα και να ζήσουν στο αγαπημένο χωριό, φορτωμένοι με δώρα.
Η αρχική τάση απομάκρυνσης από το χωριό, όσο περνούσαν τα χρόνια γινόταν τάση επιστροφής στο χωριό.
Τα τελευταία χρόνια έμεινε στον Κουσέ και πρόσφερε σημαντικά στην ανακαίνιση και επέκταση του κτιρίου του Συλλόγου του Κουσέ, που χρησιμοποιείται σήμερα σαν καφενείο.
Ακόμα και με χειρωνακτική εργασία πρόσφερε στην κατασκευή του, στην ηλικία των ογδόντα ετών!
Τα ταξίδια στη γη σταμάτησαν πριν ένα χρόνο στον Κουσέ, η επιθυμία του να επιστρέψει στο γενέθλιο τόπο εκπληρώθηκε και έκτοτε το ανήσυχο πνεύμα του αναπαύεται στο χωριό που αγάπησε!
Την ζωή σου τη σημάδεψε η αγάπη για τη ΓΝΩΣΗ, τη ΔΟΥΛΕΙΑ, για την ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ και τον ΤΟΠΟ σου!
Θα σε αγαπάμε πάντα!
Στην οικογένειά σου ευχόμαστε να είναι πάντα καλά και να σε θυμάται…