Γράφει η Εύα Καπελλάκη Κοντού*
Ήρθε κι ο θεριστής όπως κάνει κάθε χρόνο με χαρά και χαμόγελα αλλά δεν βρήκε τον ίδιο χωροχρόνο να κινηθεί, γιατί εδώ στο γύρισμα του χρόνου όλα άλλαξαν ή σχεδόν όλα.
Οι άνθρωποι δεν είναι πια οι ίδιοι, ο καιρός έχει αλλάξει, φθινοπωρινό το τοπίο κι ο θεριστής μελαγχολικός, άκεφος προχωρεί με διστακτικά βήματα την πορεία του.
Μόνο τα πουλιά είναι στη θέση τους στον κήπο του σπιτιού, χτίζουν τις φωλιές τους κι ετοιμάζουν τις συγχορδίες τους καθημερινά. Πιο εκεί στην άκρη του κήπου κάτω από ένα αιωνόβιο κυπαρίσσι μια δεκοχτούρα προσπαθεί να μαζέψει ξύλα για να φτιάξει τη φωλιά της στις φυλλωσιές των δέντρων του κήπου. Δεκοχτώ…δεκοχτώ…μονολογεί και προχωρεί στο έργο της. Ο οικοδεσπότης για μια στιγμή αφήνει τις σκοτούρες του κι επαναλαμβάνει…δεκοχτώ…δεκοχτώ με χαρούμενη διάθεση . Τώρα πια φίλεψαν.
Τελικά ο άνθρωπος δε χρειάζεται πολλά για να είναι ευτυχισμένος.
Την όλη διαδικασία διακόπτει απότομα η φωνή της τηλεπαρουσιάστριας, βρέθηκαν κι άλλοι με τον ιό… σας παρακαλούμε να μην ξεχάσετε την ύπαρξή του, τα λόγια της χάνονται στις σκέψεις: «γιατί να χαίρομαι αφού υπάρχει η σπάθη του εχθρού πάνω από το κεφάλι μου»; Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται.
Είναι κάτι σαν το «κρυφτό» όπως παλιά σαν ήμασταν παιδιά. Κι όμως τότε το παιχνίδι αυτό μας έδινε χαρά, τούτο εδώ των ημερών μας, μόνο θλίψη και αγωνία μάς δίνει.
Τι να σου κάνει και το καλοκαιράκι, ο Ιούνιος με τις πρώτες ζέστες και το θέρος; Όλα αλλάζουν, σιγά και σταθερά όλα διαμορφώνονται κι εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε στη νέα πρωτόγνωρη κατάσταση να, όπως αυτή η Δεκοχτούρα, έτρεξε και μ’ ένα φρρρρρρρρ πέταξε ως την κορυφή του κυπαρισσιού, ίσως από κει ψηλά ο κόσμος να έχει άλλη όψη, ίσως….
* Η Εύα Καπελλάκη Κοντού είναι Εκπαιδευτικός και αρθρογράφος Lettere Classiche dell’ Universita’ degli studi di Napoli “Federico II”.