Γράφει ο π. Νικόλαος Σιγάλας*
Ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας εἶναι ἕνα πανέμορφο λιβάδι, ἕνας ἀγρὸς ποτισμένος μὲ τὸ ἄχραντο αἷμα τοῦ Κυρίου. Σὲ αὐτὸν σπείρεται ὁ Λόγος τοῦ Εὐαγγελίου καὶ φυτρώνει ἁγιότης. Βγάζει Ἁγίους ἡ Ἐκκλησία μας μέσα σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ παραπαίει καὶ τὴν ἔχουν πνίξει τὰ ζιζάνια τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἀθέων, τῶν συγχρόνων εἰδωλολατρῶν, τῶν ἀνθρώπων τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου, τοῦ ἀπατεῶνος. Ἅγιοι ἀναδεικνύονται σὲ κάθε ἐποχή. Οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι εἶναι ὄχι τῆς ἐρημίας καὶ τῶν διωγμῶν, ἀλλὰ τῆς ἐρημίας τῶν πόλεων καὶ τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως. Εἶμαι βέβαιος ὅτι στή χορεία αὐτή τῶν συγχρόνων ἁγίων τῆς Πίστεώς μας συγκαταλέγεται καί ἡ Γερόντισσα Γαλακτία τῆς Κρήτης, τήν ὁποία εἶχα τήν ἰδιαίτερη εὐλογία νά γνωρίσω στά τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς της καί ἔστω καί ὀλίγο νά τήν συναναστραφῶ.
Ἀπό τήν πρώτη στιγμή διεπίστωσα τήν ἀγάπη της γιά τόν Θεό καί τή ζωντανή εἰκόνα Του ἐπάνω στή γῆ, τόν ἄνθρωπο. Μολονότι σκελετωμένη, μέ ὑπομονή καί ἀγάπη δεχόταν στό ταπεινό ἐνδιαίτημά της, στήν Πόμπια, ὅλους ὅσοι τήν ἐπισκέπτονταν εἴτε γιά νά πάρουν τήν εὐχή της, εἴτε γιά νά καταθέσουν τό πρόβλημά τους προκειμένου νά προσευχηθεῖ γιά τήν ἐπίλυσή του. Κι ἐκείνη ἄκουγε τά προβλήματα, τά ὁποῖα ἐκ τῶν προτέρων σίγουρα ἐγνώριζε καί προσευχόταν γιά τή λύση τους.
Γεύθηκα ἀναξίως κι ἐγώ τῶν δωρεῶν της. Ἔγινα ἀποδέκτης τῆς ἀγάπης της. Διεπίστωσα τό διορατικό, τό προορατικό της χάρισμα. Στήν πρώτη μου ἐπίσκεψη εἶπε χαρακτηριστικά στόν π. Ἀντώνιο Φραγκάκη «Εἶναι καλός ἀλλά ἔχει λίγα χορταράκια πού πρέπει νά βγάλουμε». Ὅσες φορές τή συνάντησα, ὅπως ἐκ τῶν ὑστέρων φαινόταν, γνώριζε τό λόγο τῆς ἐπίσκέψεως. Ἡ Γερόντισσα ἦταν αὐτή πού διέγνωσε, ἀλλά καί πιστοποίησε τήν ἁγιότητα καί τή δύναμη τοῦ νεοφανοῦς Ὁσίου Προσδοκίου, τά ἱερά λείψανα τοῦ ὁποίου ἀνεκομίσαμε τόν Ἰανουάριο τοῦ ἔτους 2015. Χωρίς νά τῆς ἔχω μιλήσει καθόλου γιά τό θέμα αὐτό, ὅταν ἀντίκρυσε τήν πρώτη ἱστορηθεῖσα εἰκόνα τοῦ Ὁσίου ὁμολόγησε: «Ἅγιος! Ὑπομονή, ὑπομονή καί θά σοῦ δείξει!». Καί τά ἱερά του λείψανα δέν ἄργησαν νά εὐωδιάζουν καί νά θαυματουργοῦν. Σέ δύσκολη περίσταση τοῦ βίου πρίν ἀναγκαιμένος τήν ἐπισκεφθῶ, ἦλθε ἐκείνη, ἐμφανισθεῖσα κατ’ ὄναρ σέ ἀδελφό κληρικό πού δέν τή γνώριζε, οὔτε τοῦ εἶχα μιλήσει γι’ αὐτήν καί λέγοντάς του: «Εἶμαι ἡ Γαλακτία, πές στόν π. Νικόλαο νά προσέχει αὐτά πού τοῦ εἶπα». Ὅταν ἔνδακρυς πῆγα στήν Πόμπια γιά νά τήν εὐχαριστήσω, ἐκείνη ὡς μητέρα μέ ἀγκάλιασε, μέ ἀσπάστηκε ἀλλά καί μέ αὐστηρό ὕφος συνέστησε: «Τίποτα! Σέ κανέναν δέ θά πεῖς τίποτα γιά μένα! Καί ὄχι κλάμματα. Θά εἶσαι παλικάρι!». Σέ ἐπίσκεψή μου πάλι στήν Πόμπια, τήν τελευταία πού εἶδα τή Γερόντισσα πρίν τήν κοίμησή της, εἶχα τό λογισμό νά μοῦ ἔδιδε ὡς εὐλογία ἕνα προσωπικό της ἀντικείμενο. Διεπίστωσα γιά μία ἀκόμη φορά ὅτι γνώριζε τήν ἐπιθυμία μου. Τό ἀντικείμενο αὐτό πού ἐπιθυμοῦσα, πρίν τό ζητήσω, τό ἔθεσε ἡ ἴδια στό χέρι μου παραγγέλοντάς μου καί τό πῶς μελλοντικά νά τό ἀξιοποιήσω, ὅταν ἐκείνη θά ἀναχωροῦσε ἀπό τήν παροῦσα ζωή. Φεύγοντας μάλιστα ἀπό τό σπίτι της, εἶπε: «Σήμερα φεύγεις πλούσιος». Ἀκόμα καί μετά τήν κοίμησή της ἡ παρουσία της ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἔντονη στή ζωή μου: Σέ δύσκολο πρόβλημα πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἀκόμα καί τόν κλονισμό τῆς ὑγείας μου, μοῦ ἐμφανίστηκε κατ’ ὄναρ δύο φορές, τήν πρώτη προμηνύοντας τήν αἴσια ἔκβαση καί τή δεύτερη, μετά τήν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος, ἐνθαρρύνοντάς με (ὅπως καί οὖσα ἐν ζωῇ ἔκανε) καί γεμίζοντας μέ γλυκύτητα τήν ψυχή μου.
Ἀκριβῶς ὁκτώ ἡμέρες πρίν γραφοῦν αὐτές οἱ γραμμές διεπίστωσα καί τή θαυματουργική της δύναμη. Σέ μία ἀπό τίς ἐπισκέψεις μου στήν Πόμπια, εἶχα πάρει μαζί μου ἕνα νέο ζευγάρι. Ἐδῶ καί χρόνια προσπαθοῦσαν νά τεκνοποιήσουν ἀλλά ἦταν ἀδύνατον. Πῆραν τότε τήν εὐχή τῆς Γερόντισσας, τήν ἐπικαλοῦνταν καθημερινά καί ὁ Θεός ἔδωκε μέ τίς πρεσβεῖες της νά ἀποκτήσουν ἕνα ὑγιέστατο ἀγοράκι. Ὅταν μάλιστα μιλήσαμε μέ τήν μητέρα πρίν τόν τοκετό, εἶπε χαρακτηριστικά: «Δέν φοβᾶμαι τίποτα. Ἔχω μαζί μου τήν εὐλογία ἀπό τή Γερόντισσα. Ὅλα θά πᾶνε καλά».
Σήμερα, ἡ Γερόντισσα, σίγουρα οὐρανοπολίτις, ἀπολαμβάνει τά ἀγαθά, «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν. (Α΄ Κορ. Β΄ 9). Ἔχει βρεῖ παρρησία, νά δέεται τοῦ Κυρίου μας γιά ὅλους πού τήν ἐπικαλούμεθα καί να μᾶς εὐλογεῖ καὶ νά μᾶς στηρίζει μέ τίς οὐράνιες εὐχές καί εὐλογίες της. Καί τό νοιώθουμε!
Θήρα, 24/10/‘22
* Ο π. Νικόλαος Σιγάλας είναι Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Θήρας, Αμοργού και Νήσων