Ο Έλληνας αγρότης το 2040 δεν πληρώνει ούτε ένα ευρώ για ρεύμα καθώς μέσω αγροβολταϊκών που συνυπάρχουν με την αγροτική παραγωγή στο ίδιο χωράφι, θα παράγει ο ίδιος την ενέργεια που καταναλώνει χωρίς να χαλάει παραγωγική γη.
Εξασφαλίζει ότι κάθε εποχή, βάζει όση ποσότητα χρειάζεται λιπάσματος και φυτοπροστατευτικού με χάρτες αποδόσεων αφού που έχει αισθητήρες στο χωράφι του, που αγόρασε υψηλότερο ποσοστό αύξησης.
Δεν ξεχνάει να βιοδιεγέρτες, εδραιώνοντας το φιλοπεριβαλλοντικό του προφίλ, που προβλέπει το καθεστώς επιδοτήσεων. Φέτος που έχει ξηρασία δεν επηρεάζεται γιατί έχει πρόσβαση σε μια ευρυ φασμα σπόρων ποιότητας για φυτικές ποιότητες προσαρμοσμένες στις πιέσεις της κλιμακωτικής αλλαγής.
Αν θέλει να νοιώσει επιπλέον γη, θα υπάρξουν αρκετά κίνητρα καθώς θα είναι μικρότερο από τα παράγωγα που προσφέρει και τα προϊόντα του με συμβολαιακή. Και επειδή ακολουθεί τα μοντέλα αγροτικής παραγωγής που δεν επιτάσσει τη μεγιστοποίηση της παραγωγής της αλλά τη μεταγραφή του περιθωρίου κέρδους, εφαρμόζει αγροτικές πρακτικές δέσμευσης εγκαταλείπει λαμβάνοντας χρήματα έπειτα από συμφωνία που έκανε μια αεροπορική εταιρεία η ομαάδα που μετέχει. Σε όλα τα βήματα του, ο αγρότης υποστηρίζεται από ένα πρόγραμμα παροχής δικτύου ολοκληρωμένων και ειδικών συμβουλευτικών υπηρεσιών υψηλής ποιότητας. |
Τα παραπάνω, περικλείουν το όραμα που ανέπτυξε το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επιμελήθηκε ο πρύτανης Σπυρίδων Κίντζιος σε μελέτη με θέμα «Η Ελληνική Γεωργία το 2040: Προβλέψεις και Εκτιμήσεις».
Πρόκειται για μια μελέτη με σκοπό να παρουσιάσει επιγραμματικά το περιβάλλον στο οποίο θα πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόσει τα παράγωγα του μέλλοντος και τις αλλαγές στα παραγωγικά μοντέλα που βασίζονται στην ψηφιακή επεξεργασία και τις νέες βιοτεχνολογικές μεθόδους, καθώς και την αλλαγή των γεωργικών αγορών, τα πρότυπα κατανάλωσης και τις οικονομικές ανισότητες.
Το ζητούμενο, σύμφωνα με τη μελέτη, δεν πρέπει να εξισορροπηθεί ο παραγωγικός ιστός ανάμεσά τους στη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και των περιβαλλοντικών επιταγών.
Στόχοι αειφορίας μέσω της έρευνας των βιοδιεγερτών
Πάνω σε νέα τεχνολογία εισροών και μοντέλων παραγωγής που γίνονται στο περιβάλλον αλλά παράλληλα παρέχουν ένα ικανοποιητικό περιθώριο κέρδους στα παράγωγα, στηρίζει την όραμα του ΓΠΑ για τις προοπτικές της ελληνικής γεωργίας έως το 2040.
Με βάση τα ευρήματά της μελέτης, οι βάσεις πάνω στις τοποθεσίες πρέπει να στηριχθεί ο αγροτικός τομέας στα μελλοντικά του βήματα είναι:
1) Ενέργεια: Μία δυνητική προσέγγιση είναι η χρήση των λεγομένων αγροφωτοβολταϊκών (agrivoltaics) εγκαταστάσεων, στις εγκαταστάσεις συνδυάζεται η λειτουργία φωτοβολταϊκών πάνελ με την πλήρη αξιοποίηση του εδάφους της εγκατάστασης για αγροτικούς στόχους, επέρχεται από το πρόβλημα της παραγωγής τους για τους ανταγωνιστικούς σκοπούς. ενέργεια – και γεωργικής παραγωγής. Επιπρόσθετα, δεν μπορούν να αποτελέσουν πηγή συμπληρωματικού αγροτικού εισοδήματος.
2) Βιοδιεγέρτες: Ο ρόλος των βιοδιεγερτών που είναι σημαντικός στην εδραίωση του φιλοπεριβαλλοντικού χαρακτήρα της ελληνικής φυτικής παραγωγής. Λειτουργούν με διαφορετικούς μηχανισμούς σε σχέση με τα λιπάσματα, ακόμα και αν περιέχουν στη σύσταση τους θρεπτικά συστατικά, επιβαρύνοντας ελάχιστα το και συμβάλλοντας στην κατακόρυφη αύξηση του βαθμού χρήσης της συμβατικής λίπανσης από τα φυτά. Με τον τρόπο αυτό την εξοικονόμηση λιπασμάτων ως εισροών και ασφαλώς τη μείωση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης. Ήδη οι περισσότερες ελληνικές εταιρείες οι εταιρείες δραστηριοποιούνται στον χώρο των προϊόντων θρέψης φυτών αναπτύσσονται δικά τους σκευάσματα βιοδιεγερτών σε συνεργασία με ΑΕΙ και ερευνητικά ινστιτούτα.
3) Ποικιλίες: Ζητούμενο είναι η εξασφάλιση της εγχώριας διάθεσης αγενώς αναπαραγόμενου φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού (δενδρώδεις και ανθοκομικές καλλιέργειες), όσο και η αξιοποίηση των γηγενών οικιών με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά προσαρμογής στις οριζόμενες περιοχές της χώρας (π. Με βάση την παρούσα δυναμικότητα των διαθεσίμων μονάδων μικροπολλαπλασιασμού, καλύπτεται μόλης στο 1% των ετησίων αναγκών.
4) Ορθή επιλογή φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού: Οι γεωργοί πρέπει να έχουν πρόσβαση σε μια φάσμη σπόρων ποιότητας για φυτικές ποιότητες προσαρμοσμένες στις πιέσεις της κλιμακωτικής αλλαγής. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να διευκολυνθεί η καταχώριση των ποικιλιών σπόρων, μεταξύ άλλων και τη βιολογική γεωργία, και να εξασφαλιστεί ευκολότερη πρόσβαση στην αγορά για τις παραδοσιακές και τοπικές προσαρμογές ποιότητες.
5) Συμβολαιακή Γεωργία: Βασικοί στόχοι της συμβολαιακής γεωργίας είναι η αποκόμιση του αμοιβαίου οφέλους που προκύπτει από τη μείωση του κινδύνου των αντισυμβαλλομένων και η ενίσχυση της ανταγωνιστικής τους θέσης.
– Εκμετάλλευση του νέου επιχειρηματικού μοντέλου στον αγροδιατροφικό τομέα μέσω της γεωργίας δέσμευσης πυρακτώσεως (Carbon Farming). Με τα συστήματα δέσμευσης γεωργίας φυτοφαρμάκων γίνονται αγροτικές πρακτικές που αποκρύπτουν το CO2 από την ατμόσφαιρα, δίνοντας επιπλέον έσοδα στα παράγωγα είτε με προτάσεις από τον ΚΑΠ είτε με ιδιωτικές εταιρείες συμφωνιών (π.χ. με αεροπορικές εταιρείες), αυτό θα γίνει σε αυξημένες δεσμεύσεις και πιέσεις για βελτιωμένες περιβαλλοντικές επιδόσεις από τους εμπλεκόμενους στα συστήματα εγχώριων αλυσίδων παραγωγής τροφίμων, τα οποία οφείλουν να συνεισφέρουν περισσότερο στους κρατικούς στόχους.
Η ελληνική γεωργία στην κλιμματική αλλαγή
Στην Ελλάδα ο αγροτικός τομέας είναι ένας από τους λιγότερο προετοιμασμένους οικονομικούς τομείς για να αντιμετωπιστεί στις αρνητικές επιδράσεις της κλιμακωτικής αλλαγής. Οι χώρες που δεν θα μπορέσουν να μετεξελίξουν την αγροτική τους παραγωγή και να υιοθετήσουν ένα πιο αειφορικό μοντέλο, θα πληγούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, ενώ ενδέχεται στο μέλλον να αντιμετωπιστούν οι αυξημένοι περιορισμοί και οι δασμοί. Σηµαίνει εδώ πως το ένα τρίτο των ελληνικών εδαφών πρόκειται για υψηλό δυνητικό κίνδυνο «ερηµοποίησης», που σηµαίνει ότι τα εδάφη αυτά είναι ακατάλληλα για παραγωγή τροφίµων ή για παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων ποιότητας. Όσον αφορά το αρδευτικό, ήδη σε πολλές περιφέρειες της Ελλάδας (π.χ. Θεσσαλία) η κατάσταση είναι μια αντιστρεπτική, καθώς το διαθέσιμο δυναμικό δεν μπορεί να ικανοποιήσει τη ζήτηση.
Πρώτα η Συμβουλευτική
Θα πρέπει -εκτός από την περαιτέρω αύξηση της εκμηχάνισης των γεωργικών δραστηριοτήτων, όπως η συγκομιδή φρούτων- να ενισχυθούν τα μέτρα προσέλκυσης νέων αγροτών, εξασφάλιση της διαδοχής στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις, και αύξηση των ποσοστών της βασικής και κυρίως της πλήρους αγροτικής επαγγελματικής εκπαίδευσης, τη μελέτη. Όσον αφορά την επαγγελματική εκπαίδευση, καθοριστικός ρόλος προβλέπεται να διαδραματίσει η διεύρυνση της στοχευμένης εκπαίδευσης είτε με τη μορφή σε μιναρίων είτε με τη χρήση των λειτουργικών ειδικών Κέντρων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.
Ακόμα σημαντικότερος όμως είναι ο ρόλος των Γεωργικών Συμβούλων. Προκειμένου οι νέοι γεωργοί να αντιμετωπίσουν τις παθογένειες που χαρακτηρίζουν την ελληνική γεωργία υψηλή μεταβλητότητα τιμών εισροών και προϊόντων) και να προσαρμόζονται στα νέα χαρακτηριστικά γεωργών που θα αναπτυχθούν στις επόμενες δεκαετίες (και που παρουσιάστηκαν προηγουμένως στο παρόν κείμενό), θα πρέπει να αποκτήσουν κατάλληλα εφόδια (εξειδικευμένη γνώση και τεχνογνωσία), που μπορούν να μεταδοθούν σε αυτούς. μέσα από τη δημηουργία ενός αξιόπιστου συστήματος παροχής γεωργικών συμβουλών.
Όπως είναι ευρέως γνωστό, μια ολοκληρωμένη προσπάθεια συμβουλευτικής υποστήριξης των γεωργών απουσιάζει τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια από τον ελληνικό αγροτικό χώρο. τρέχουσα κατάσταση, οι συμβουλευτικές υπηρεσίες που παρέχονται αποκλειστικά από τα ιδιωτικά τομέα έχουν περιορισμένο εύρος και αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις πολυσύνθετες απαιτήσεις των γεωργών. Από τη μια, οι δημόσιοι φορείς παροχής συμβουλών, μετά τον έλεγχο της Υπηρεσίας Γεωργικών Εφαρμογών του (τότε) Υπουργείου Γεωργίας, εξακολουθούν να βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε έναν γραφειοκρατικό ρόλο, προσανατολισμένοι κυρίως σε θέματα που ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως η κατανομή και ο . Από την άλλη, ο συμβουλευτικός ρόλος των γεωπόνων-ιδιοκτητών καταστημάτων γεωργικών εφοδίων περιορίζεται σε θέματα τεχνικής φύσεως αναφορικά με τα προϊόντα που εμπορεύονται, ενώ οι ιδιώτες γεωπόνοι-σύμβουλοι εξυπηρετούν κυρίως γεωργούς που ενδιαφέρονται να ενωθούν σε ευρωπαϊκά προγράματα.
Το νέο υπόδειγμα Συμβουλευτική
Ένα παράδειγμα για το μέλλον παρέχει την πρωτοβουλία του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών για τη δημιουργία πιλοτικών δικτυακών συστημάτων ολοκληρωμένων και γεωγραφικών συμβουλευτικών υπηρεσιών υψηλής ποιότητας σε νέους εργάτες ή νέους που επιθυούνται να εγκατασταθούν και να αποκτήσουν γεωργική δραστηριότητα. Η λειτουργία του δικτύου γεωργικών συµβούλων αναφέρεται σε υφιστάµενες γεωργικές εκµεταλλεύσεις µε αρχηγό κάτω ετών των 40 ετών ή σε νέους (κάτω των 40) που επιθυµούν να αποκτήσουν γεωργική δραστηριότητα. Οι επιμέρους στόχοι της λειτουργίας του δικτύου για την αύξηση της τεχνικής αποτελεσματικότητας, καθώς και η αποτελεσματικότητα της κλιμάκωσης των εκμεταλλεύσεων, η βελτίωση της οικονομικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας των εκμεταλλεύσεων, η έμφαση στην ψηφιακή γεωργία κ.α..
Νέο τοπίο χτίζει η επένδυση στη γεωργία ακριβείας
Η γεωργία ακρίβειας στην Ελλάδα βρίσκεται σε πρώτο στάδιο ανάπτυξης και κατά συνέπεια η επίδρασή της στις αγορές αγροτικών εφοδίων είναι, προς το παρόν, αμελητέα, αναφέρει η μελέτη. Η μείωση του επενδυτικού κόστους για την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και η ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού τα επόμενα χρόνια αναμένονται ωστόσο να προσδώσουν ισχυρή δυναμική στην ανάπτυξή της.
Μερικές από τις τεχνολογίες που ξεχωρίζουν οι συγγραφείς της μελέτης είναι:
Εφαρμογές στη φυτική παραγωγή και γεωργία ακριβείας
– Μείωση εισροών / χαρτογράφησης παραγωγής: Σ’ αυτή την προσέγγιση της διαχείρισης αγροκτημάτων, ένα βασικό συστατικό είναι η χρήση πληροφορικής και διαφόρων εργαλείων, όπως αισθητήρες, συστήματα ελέγχου, ρομποτική, αυτόνομα οχήματα, αυτοματοποιημένο υλικό, τεχνολογία μεταβλητού ρυθμού κ.ο.κ. , με σκοπό τη χαρτογράφηση της παραγωγής, τη δημιουργία ζωνών καλλιέργειας και την ορθολογικότερη μείωση όλων των εισροών (νερό, φυτοφάρμακα, λιπάσματα, ενέργεια).
– Ιχνηλασιμότητα: Η ιχνηλασιμότητα, ως ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής ασφάλειας των τροφίμων της ΕΕ, είναι ένα εργαλείο διαχείρισης κινδύνων που επιτρέπει στους διαχειριστές των τροφίμων ή στις αρχές να αποσύρουν ή να ανακαλέσουν προϊόντα που χαρακτηρίζονται ως μη ασφαλή. Σημαντική θέση στη μεθοδολογία της ιχνηλασιμότητας κατέχει η ψηφιακή γεωργία και η γεωργία ακριβείας, από τις βασικές προτεραιότητες της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
– Ολική ασφάλεια τροφίμων: Μονόδρομο για την επιτυχή ταυτοποίηση των τροφίμων ως προς τον βαθύ ασφάλεια τους αποτελεί την εφαρμογή εξελιγμένων συστημάτων βιοαισθητήρων (biosensors) με χαρακτηριστικά φορητότητας και διασυνδεσιμότητας στο Διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικής έκδοσης κινητού τηλεφώνου, ) για κάθε παρτίδα αγροτικής παραγωγής.
– Έξυπνα θερμοκήπια: Οι κυριότεροι λόγοι που οδηγούν στην αύξηση της παραγωγής της αυτοματοποίησης των εργασιών στα θερμοκήπια είναι το συνεχώς αυξανόμενο μάγεθος παραγωγής (δημιουργία μεγαλύτερων μονάδων), το αυξημένο κόστος εργατικών (το οποίο εξακολουθεί να είναι 30-35%), η έλλειψη ειδικού προσωπικού, οι ανθυγιεινές συνθήκες στις πολλές φορές δουλεύουν οι εργαζόμενοι, η ανάγκη εξειδίκευσης όσον αφορά την παραγωγή γεωργικών προϊόντων, η ανάγκη παραγωγής ασφαλών και ποιοτικών προϊόντων όπως επίσης και η εξοικονόμηση χρήματος και χρόνου.
Εφαρμογές στη ζωική παραγωγή και κτηνοτροφία ακριβείας
– Εκτροφή ακριβείας: Η χρήση των συστημάτων αυτών επιτρέπει τη διατροφή των ζώων όταν πρέπει, όσο πρέπει και για όσο χρόνο πρέπει. Τα συστήματά τους δεν μπορούν να μειώσουν σημαντικά το κόστος της διατροφής, ενώ παράλληλα διασφαλίζουν την υγεία και την παραγωγικότητα των ζώων
– Συστήματα για την έγκαιρη πρόβλεψη ασθενειών: Τα συστήματα αυτά συνδυάζουν την καταγραφή τιμών του περιβάλλοντος των κτηνοτροφικών κτιρίων, δεικτών φυσιολογίας των ζώων και κατάλληλων μοντελών και αλγορίθμων και είναι σε θέση να προειδοποιήσουν για την ενδεχόμενη ασθένεια. Η χρήση αυτών των συστημάτων οδηγεί σε σημαντική μείωση των φαρμάκων και αντιβιοτικών και στην αύξηση της ευζωίας των ζώων.
– Βελτιστοποίηση στέγασης / συστήματα ελέγχου περιβάλλοντος: Σχεδιασμός και δημηουργία βιοκλιματικών κτηνοτροφικών κτιρίων και χρήση αισθητήρων και καταλόγων μοντέλων για βέλτιστο έλεγχο των περιβαλλοντικών συνθηκών. Η χρήση τέτοιων συστημάτων οδηγεί σε αύξηση της ευζωίας των ζώων αλλά και σε σημαντική μείωση των παραγόντων και της κατανάλωσης ενέργειας.
Πηγή – agronews.gr