Γράφει ο Μιχάλης Χανιωτάκης*
Την γειτονιά μου την παλιά στο χωριό μου την Πόμπια την λέγαμε Σταυρός…
Ήταν μια πλατεία που ξεκινούσαν η κατέληγαν επτά δρόμοι.
Ήταν το εμπορικό και διοικητικό κέντρο του χωριού!
Είχε το γραφείο της Κοινότητος, ταχυδρομείο, τηλεγραφείο, τηλεφωνείο και το αγρονομίο.
Είχε τέσσερα μπακάλικα και τρία καφενεία…
Σε αυτά έπαιζαν θέατρο τα μπουλούκια, τον καραγκιόζη και σ΄ αυτά έπαιζαν κινηματογραφικά έργα!
Τα ελληνικά ειδικά τα κωμικά έχαιραν προτιμήσεως γιατί τα ξένα κούραζαν να παρακολουθείς τούς ελληνικούς υπότιτλους…
Σ΄ αυτή την πλατεία έχουν έρθει και έκαναν επίδειξη της δυνάμεως τους ο Καμπαφλής και άλλοι υπερήρωες της εποχής που σπούσαν πέτρες πάνω στα κεφάλια τους ή τους έδεναν με αλυσίδες τα παλικάρια του χωριού και εκείνοι λυνόταν με επιδέξιες κινήσεις.!
Στο τέλος της υπαίθριας παράστασης είχαμε και διαφήμιση προϊόντων….
Ένα άσπρο υγρό σαν νερό τόβαζε στο στόμα του, με το δάκτυλο έτριβε τα δόντια του και σε άλλο ποτήρι το έφτυνε και έβγαινε κόκκινο για να δείτε τι βρωμιές έχουμε στο στόμα μας.
Άλλος διαφήμιζε μια σκόνη για την υγιεινή του στόματος που την έλεγαν ΚΟΛΥΝΟΣ!
Προχωρημένα πράγματα…
Στο Σταυρό ερχόταν οι πραματευτάδες, με ρούχα, εσώρουχα νυχτικά, κάλτσες, φόρμες, παντελόνια και σε παραλλαγή στρατιωτικά ρούχα…
Από παντελόνια μπουφάν μέχρι παλτά …οι χλενες!
Εδώ γινόταν και το μεγάλο γλέντι τις αποκριες…
Από όλα τα χωριά της Μεσσαράς ερχόταν για το γλέντι!
Μερικοί ακόμη τα θυμούνται…
Μου έλεγε ένας φιλος μου Μοιριανός, πως μόνο στην Πόμπια τον άφηνε ο πατέρας του να πάει σε γλέντι και αυτό γιατί δεν γινόταν ποτέ καυγάς και αν αρρώσταινε κάποιος οι Πομπιανοί τον φρόντιζαν σαν δικό τους παιδί….
Το πρωί ερχόταν πρώτοι οι ψαράδες συνήθως με μουλάρια από τις Λιμνιώνες, από τα Μάταλα, τον Κόκκινο Πυργο.
Φρέσκα και λαχταριστά τα σκορπίδια που ήταν ζωντανά ακόμη….
Οι συναγρίδες, τα φαγκριά, αξέχαστα θα μου μείνουν!
Αλλά και γόπες και οι σκάροι…
Φέρανε μια φορά ένα βλάχο και τον κρέμασαν στο τσιγκέλι του χασάπικου!
Σαν αρνί ήταν το κρέας του..
Μετά ερχόταν οι μανάβηδες – παραγωγοί, κυρίως Πετροκεφαλιανοί αλλά και Κουσανοί….
Τους Πετροκεφαλιανούς δεν τους έπιανε κανείς στα μαναβικά….
– Είναι κατεχιάρηδες, έλεγε ο πατέρας μου.
Το κολατσιό ερχόταν και ο Παμεινώντας ο κουτσός με την γαϊδάρα του…
Αυτός είχε πράγματα που δεν έφερναν οι άλλοι μανάβηδες…. Μαϊντανό, κολοκυθανθούς κλπ
Το καλοκαίρι ερχόταν και οι παγωτατζήδες ειδικά το απόγευμα..
Με ένα κιβώτιο που είχε τα παγωτά με ξυλάκι πάνω σε διασκευή ποδηλάτου…
Ανάρπαστα γινόταν!
– Βρε Μιχάλη θα κάνεις μια αντρειά, έλεγε! Θα παίξεις ένα ατζιρίτι να πας ένα παγωτό στην θεια σου την Ρινιώ;
– Θα πάω πατέρα…
– Παρε δυο και για την Βασιλεία την ψυχοκόρη της…
– Τρέχω γρήγορα μη λιώσουν!
– Θεία παγωτό! Που είναι η Βασιλεία;
– Στην Μελπωμένη την έστειλα και κόλλησε! Φώναξε την…
– Έλα γιατί σε θέλει η θεία μου!
Γύριζα με ένα σωρό ευχές φορτωμένος…
Γελάει ο πατέρας μου και δεν μπορεί να μιλήσει…
– Ήντα πάθες;
– Ο Κανακονικολής τρώει το τέταρτο… Αν παγώσει το άντερο του και του ‘ρθει κόψιμο ήντα θα τον κάνομε…
Σαν μια οικογένεια είμαστε όλοι μας…
Νοιαζόταν ο ένας για τον άλλον και στο καλό και στο κακό….
Που πήγαν αυτά τα χαρακτηριστικά;
Γιατί άλλαξε ο κόσμος;
Ο καθένας ποια, ζει στον μικρόκοσμο του, φυλακισμένος στο κάστρο που έκτισε…
Έχει αλλάξει η νοοτροπία και η ψυχοσύνθεση των Πομπιανών!
Λίγα έχουν κρατήσει….
Εγώ τα ξεχωρίζω και καμαρώνω!
Πάω στην Πόμπια, για να ζήσω την δική μου Πόμπια…
Την Πόμπια των αναμνήσεων μου…
* Ο Μιχάλης Χανιωτάκης είναι συνταξιούχος γιατρός, από την Πόμπια του Δήμου Φαιστού…