Η συγκλονιστική Μαρτυρία του Αλέκο Παπαδάκη που επέζησε την εκτέλεσή του από τους Γερμανούς στη Γέργερη
«[…]απομείναμε 25. Τη βραδιά που ήμασταν μέσα κανείς δεν το σκέφτηκε πως θα μας εκτελέσουνε, γιατί αυτοί εκαταρρέανε τότες, γιατί αν ήτανε να το σκεφτούμε και μετά που μας εβγάλανε έξω, ήθαλε φύγομε. Είχε άντρες εκειά, εγώ μπορεί να μην ήμουνα τόσονα αυτό, ήθελε πιάσει ο καθείς ένα Γερμανό, αλλά λέμε αυτοί για να μας τρομοκρατήσουνε το κάνουνε[…].Την ώρα που εφτάναμε εδώ κοντά στην “Κερά”, το μέρος που μας εκτελέσανε ήτανε κυκλωμένο από άλλους Γερμανούς και τακτοποιημένη η εκτέλεση με τα πολυβόλα έτοιμα[…]
Την ώρα που εφτάξαμε και είδαμε, λέμε ναι εδά θα μας εκτελέσουνε, μονάχα εδώ το καταλάβαμε ότι ήταν για εκτέλεση και αγκαλιαστήκαμε και φιλιούμαστανε, συγχώρεσε με και ο θεός να μας συγχωρέσει ελέγαμε, αλλά ύστερα μας αρχινήξανε πάλι με τα υποκόπανα και μας εβάλανε πάλι κατά δυάδας και μας ετραβούνε εκεί παρά πάνω και μας ελένε γονάτισε, γονατίζει ο πρώτος, γονατίζει ο δεύτερος μέχρι και μας εφέρανε στη γραμμή.
Εγώ είχα τρία παιδιά και ήμουνα 36 χρονών τότε και έβγαλα το σακάκι μου και το πέταξα μακριά για να μην ματωθεί λέει, να το βρει η γυναίκα μου να το βάλει κάνα παιδί και σε μια βούρια κάνα παξιμάδι, κάνα νταγιδόψωμο που τρώγαμε τότε.
Με φωνάζει ο Κακουλαγιώργης που ήταν ποιο πέρα, κουμπάρε Αλέκο , έλα επαέ πέρα να ποθάνουμε μαζί. Σηκώθηκα από το μέρος μου και πήγα εκεί, δεν μου μίλησε κανείς, γονατίσαμε αυτός ήτανε ψάλτης και έψαλε, εγώ δεν ήξερα να ψάλω και ήλεγα της χάρης σου Παναγία μου παρέδωκι η ψυχή μου, και έκανα τον σταυρό μου, της χάρης σου Παναγία μου παρέδωκι η ψυχή μου.
Μιας στιγμής λέει ο Φραγγιάς ο Κακουλάκης βρε παιδιά να μην τους εζητήξουμε το λόγο, για ποιό λόγο θα μας εκτελέσουνε 25 αθώους ανθρώπους χωρίς κατηγορία, να μας εδιαβάσετε κύριοι την κατηγορία και αν έχουμε αιτία να μας εκτελέσετε λέει ο Κακουλάκης ο Φραγγιός, λοιπόν απάντηση καμία, σα δεν εμιλούσανε των νε λέει είσαστε βάρβαρος λαός και θα καταρρεύσετε όπου και να πάτε[…]. Το αποτέλεσμα ήτονε να ρίξει τότε μια μπιστολιά ο Γερμανός και να αρχίξουνε τα πολυβόλα…Ε έγινε μέχρι τέρμα. Σας λέω ειλικρινά την αλήθεια, ε, και όπως είχα πέσει δεν εμμείνανε βρε παιδιά, η χάρη της Παναγίας που είναι κι δίπλα, μόνο οι κλωστές στις μανίκες και δεν μούμεινε στην πλάτη μου ουδεμία κλωστή από τις σφαίρες που περάσανε. Επήρα 13 και έχω και ακόμα μια στην σπονδυλική, γιατί μου βγάλανε δυο με πήγε ο μακαρίτης ο Ψαλιδάκης και μούβγαλε δύο, αλλά λιγώθηκα και μου λέει, απόμεινε μια αλλά αν την εβγάλεις ή το “ψιλό” σου δεν θα μπορείς να κάνεις ή το πόδι σου θα πιαστεί, αλλά δόξασι ο θεός μέχρι την ώρα δεν με πειράζει τίποτα.
Ε, έγινε η εκτέλεση με τα πολυβόλα κι τα όπλα, μετά αρχίξανε την χαριστική(βολή), εγώ είχα πέσει ήμουνα ένας βώλος μεγάλος, μου ρίξανε την χαριστική, αλλά φορούσα μια τραγιάσκα και με το πέσιμο σηκώθηκε και την έφαγε. Έντονε έχει μια αυλακιά η κεφαλή μου αλλά το κρανίο δεν τόσπασε μόνο την προβιά επήρε[…] Μετά ας αφήσομε αυτό και να πιάσομε το άλλο, εγώ εκεταλάβαινα ότι είχα ζωή αλλά έγινε κάτι χειρότερο και από τις σφαίρες: Όπως είχα πέσει, με συγχωρείτε για την φράση μου, ο πισινός ήτανε πουγγί που λέμε εμείς οι χωριάτες και οι Κρητικοί. Αυτοί εδοκιμάζανε με την κλοτσιά αν είναι κανείς ζωντανός, κι εμένα μου δώκανε μιά, πως ξεκωλιάζονε βρέ παιδιά τα γουρούνια τα Χριστούγεννα κι τους τραβούμε το κωλάντερο τους, ετσά κρεμάστηκε ο κωλάντερος μου[…]
Μετά που έγινε το μυστήριο όλο αυτό κατεβήκανε όλοι οι Γερμανοί και σταθήκανε εδώ στο δρόμο, εγώ άκουγα ακίνητος βέβαια, αλλά μύγες, το αίμα έτρεχε αυλάκι από όλες τις μεριές…”.
Ένας συγχωριανός του που βρίσκονταν κοντά ειδοποίησε του συγγενείς των σκοτωμένων και άλλους συγχωριανούς και του έδωσαν τις πρώτες βοήθειες. Στη συνέχεια, για μήνες ολόκληρους μετακινούνταν και κρυβόταν από τους Γερμανούς που τον έψαχναν παντού, αφού τον είχε καταδώσει ο … καλύτερος του φίλος, ότι γλίτωσε και είναι ακόμα ζωντανός.
Σαράντα ένα (41) χρόνια αργότερα ο Αλέκος Παπαδάκης σαν να απολογείται, προσπαθεί να εξηγήσει τη διάσωση του σε κείνο το “μυστήριο”, όπως ονομάζει την εκτέλεση των αμάχων στη Γέργερη: “Έ, δε μίλησα, γιατί πολλές φορές μου λένε μα δεν μίλησες και δεν εκουνήθηκες και πως και εγλίτωσες; Λέω δεν ξέρω μου δε γω, μόνο η χάρη της Παναγίας, του Χριστού και των Αγίων που τονε κοντά αυτοί ξέρουνε μόνο. Εγλίτωσα, δεν ήμουνα πιο καλός από όλους, αλλά έτυχε, είχα χρόνια ή βάσανα περισσότερα…” και χωρίς να ξεχωρίζει τον εαυτό του από τους άλλους που δολοφονήθηκαν, δείχνει να νιώθει τύψεις για τη σωτηρία του και την επιλεκτική μεταχείριση του από την “Μοίρα”».
Πηγή: kandanos.eu Του Κωστή Πετράκη
“Εκθεσις της κεντρικής επιτροπής διαπίστωσεως ομοτήτων εν Κρήτη”
«Εις τα 14/08/44 εκύκλωσαν το χωρίον (Γέργερη), (οι Γερμανοί) και το ελεηλάτησαν, αφαιρέσαντες όλην την εσοδείαν των δημητριακών καρπών και του ελαίου. Κατόπιν αφού επέβαλον εις τους κατοίκους να τους παρασκευάσουν φαγητόν, συγκέντρωσαν όλους, άνδρας και γυναίκας, εντελώς ανύποπτους, εις την δημοσίαν οδόν. Εκεί τους ανηγγέλθει ότι επειδή αποφεύγουν την αγγαρείαν, διατρέφουν Άγγλους και αντάρτας και δεν έχουν παραδώσει τα δημητριακά των εις την επίταξην, θα τιμωρηθούν. Εμπαίζοντας τας κορασίδας εφώναζον: “Τώρα φοράτε κόκκινα, γρήγορα θα τα βάψετε μαύρα”. Κατόπιν, επί βάσει των ταυτοτήτων, απεμάκρυνον τους ξενοχωριανούς, έθεσαν τους άνδρας της Γέργερης εις την σειράν, και συμβουλευόμενοι τα σημειώματα των εξεχώρησαν 22. Επειδή όμως δεν συνεπληρούτο ο προκαθωρισμένος αριθμός των εκτελεστέων, παρέλαβον άλλους 18, εκ των πλέον ρωμαλέων και νέων, τους οποίους και εφυλάκισαν μετά των πρώτων εντός οικίας. Οι λοιποί κάτοικοι εκλήσθησαν εις τα οικίας των. Με την μεσολάβησιν ενός Έλληνος ανήκοντος εις την Γκεσταπό αφέθησαν την επομένην 14, εξαγοράζοντες την ζωήν των με λύτρα εις είδος (έλαιον και σίτον). Εκ των 26 που απέμειναν, εις δραπέτευσεν[…]»
(σελίδες 66-67)