Του π. Αντωνίου Φραγκάκη
Δυο χρόνια πέρασαν από την οσιακή σου εκδημία,
και την μεταχώρησή σου στην ουράνια φωτοφορία…
Δυο χρόνια άδειος από την σωματική σου παρουσία
αλλά και πεπληρωμένος από την αναστάσιμη ζωντάνια
και την πνευματική σου χαριτοδωρία.
Όσο ζούσες εδώ, βίωνες τα επουράνια!
Τώρα που μετοίκησες εκεί, μεριμνάς για τα επίγεια!
Όχι, βέβαια, για τα είδωλα της αμαρτίας
που όζουν πτωμαΐνη και τρέφουν την φθορά…
Για τα έμπονα φροντίζεις που αποκολλούν από την υλοφροσύνη
και ζωογονούν την φορά.
Την φορά προς τα άνω,
τα οποία ζούσες,
για τα οποία σκιρτούσες,
γι’ αυτά που άμεσα γεύθηκες
και αγιοπρεπώς κατέκτησες.
Τρέχεις και δεν σταματάς…
«Μη με κρατάς…Με φωνάζει ο κόσμος…»
μου είπες καθ’ ύπνους κάποτε…
Πάντα ήσουν η ασίγαστη μέριμνα των πονεμένων.
Τώρα, υπεραυξήθηκε το χάρισμα
και έγινες η πυροσβέστρια των καιομένων…
Αυτών που φλέγονται στο καμίνι του πόνου
και προσμετρούν αγκομαχώντας
και το «πολλοστημόριο» του χρόνου…
Αφανίζεις την πυρά της κάθε δοκιμασίας
και την στάχτη μετατρέπεις
σε εφαλτήριο ουρανοπορείας…
Δίνεις θαυματουργικά το έναυσμα
για μια αναγωγική σκυταλοδρομία
και μεταστρέφεις την οξεία κάθοδο
προς την εκφυλιστική ηδονοδοξία…
Έκθαμβος παρακολουθώ…
Και ταπεινά ως ελάχιστος σε παρακαλώ.
Μη με λησμονείς καθώς στην κοιλάδα του Κλαυθμώνος σαν σε φουρτούνες πελαγοδρομώ…Στοχεύοντας στον αειφεγγή ορίζοντα και παλεύοντας με «κύματα άγρια θαλάσσης, τας εαυτών αισχύνας επαφρίζοντα»…
Γίνου ουράνια δροσοσταλίδα στην αυχμώσα πορεία
της ανεμοδαρμένης μου ποντοπορίας.
Τηλαυγής φάρος για ασφαλή πλοήγηση της ευτελούς μου σχεδίας.
Κραταιά σκέπη στην κάθε αντίξοη νηοπομπή που χρήζει απόκρουσης και ναυμαχίας.
Και αξίωσέ με:
Στον εύδιο λιμένα κάποτε να φθάσω,
και την θωριά σου πάλι να χορτάσω,
βουτηγμένη σ’ εκείνο το τρισμακάριο φως
που απ’ εδώ πληθωρικά έζησες
και οπτικά ακόμη στον καθένα μετέγγισες…
Και τώρα σ’ αυτό μέσα ακορέστως πλέεις
και αδαπάνητα τις ανταύγειές του νέμεις
στους χρείαν έχοντες…Περίμενέ με
και μέχρι τότε κραταίωνέ με…
Μανούλα μου…
Για να δοξάσω κάποτε μαζί σου,
Εκείνον που στόλισε την υπόστασή σου,
με το αμήχανο κάλλος της αρρήτου δόξης Του!
Α Μ Η Ν