Το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008 ο 37χρονος αστυνομικός (ειδικός φρουρός για την ακρίβεια) Επαμεινώνδας Κορκονέας πυροβόλησε και σκότωσε στα Εξάρχεια τον 15χρονο μαθητή Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Την επομένη ξέσπασε ένα κύμα νεανικής αγανάκτησης πανελλαδικής εμβέλειας, που οδήγησε σε πρωτοφανούς έντασης ταραχές, κυρίως στη Αθήνα, τις «χειρότερες από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974», σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή». Το αιματηρό περιστατικό και τα επακόλουθά του έλαβαν διεθνείς διαστάσεις και σε πολλές μεγαλουπόλεις του κόσμου διοργανώθηκαν εκδηλώσεις αλληλεγγύης και συμπαράστασης.
Η μοιραία συνάντηση δράστη και θύματος έγινε λίγα λεπτά μετά τις 9 το βράδυ του Σαββάτου στη συμβολή των οδών Τζαβέλα και Μεσολογγίου στα Εξάρχεια. Αρχικά υπήρξε φραστική αντιπαράθεση μιας ομάδας νεαρών με τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα και τον συνάδελφό του Βασίλη Σαραλιώτη. Στη συνέχεια, οι δυο άνδρες διατάχθηκαν να αποσυρθούν από τον τόπο του επεισοδίου. Προς στιγμή υπάκουσαν στις εντολές των προϊσταμένων τους, αλλά λίγο μετά επανήλθαν πεζή στην οδό Τζαβέλα, όπου βρισκόταν η παρέα των νεαρών. Ανάμεσά τους ήταν και ο συνομήλικος του Γρηγορόπουλου, Νίκος Ρωμανός, που απασχολεί έκτοτε τις αρχές και τη δημοσιότητα με την αναρχική του δράση.
Η φραστική αντιπαράθεση συνεχίστηκε και τότε ξαφνικά ο Κορκονέας έβγαλε το υπηρεσιακό του περίστροφο και πυροβόλησε τρεις φορές. Μία από τις σφαίρες χτύπησε τον 15χρονο μαθητή Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο και τον άφησε άπνου. Στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου διακομίστηκε, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατός του.
Σύμφωνα με τον Τύπο, ο νεαρός Γρηγορόπουλος ήταν γόνος ευκατάστατης οικογένειας των Αθηνών, κάτοικος Παλαιού Ψυχικού και μαθητής ιδιωτικών σχολείων (Σχολή Μοραΐτη, Λύκειο «Ώθηση»).
Αμέσως μετά, οι δυο ειδικοί φρουροί ενημέρωσαν, ως όφειλαν, την υπηρεσία τους για το συμβάν, αναφέροντας ότι δέχθηκαν επίθεση με πέτρες και μπουκάλια από τους νεαρούς. Είναι και το σενάριο που διακινεί η αστυνομία τις πρώτες ώρες. Στις ανακοινώσεις της κάνει λόγο για τον εξοστρακισμό της σφαίρας που προκάλεσε το θάνατο του νεαρού παιδιού. Οι δυο ειδικοί φρουροί συνελήφθησαν και τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, όπως και ο διοικητής του αστυνομικού τμήματος Εξαρχείων, στη δύναμη των οποίων ανήκαν. Στην πρώτη του κατάθεση, ο δράστης υποστήριξε ότι πυροβόλησε τρεις φορές, δύο στον αέρα και μία στο έδαφος. Οι αυτόπτες μάρτυρες, όμως, τον διέψευσαν, καθώς κατέθεσαν ότι πυροβόλησε κατευθείαν προς την πλευρά των νεαρών, οι οποίοι δεν προκάλεσαν τους δύο αστυνομικούς.
Σε κυβερνητικό επίπεδο, μετά το αρχικό σοκ, ο υπουργός Εσωτερικών Προκόπης Παυλόπουλος, πολιτικός προϊστάμενος της αστυνομίας εκείνη την περίοδο, και ο υφυπουργός του Παναγιώτης Χηνοφώτης υπέβαλαν για λόγους ευθιξίας τις παραιτήσεις τους στον πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, ο οποίος δεν τις έκανε αποδεκτές. Ο κύριος Παυλόπουλος, αφού εξέφρασε την οδύνη του για το θάνατο του μαθητή, διαβεβαίωσε ότι οι υπεύθυνοι θα τιμωρηθούν παραδειγματικά και χαρακτήρισε μεμονωμένο το περιστατικό.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας. Την επομένη, 7 Δεκεμβρίου, σε συλλυπητήριο τηλεγράφημα προς την οικογένεια του μαθητή, χαρακτήρισε το θάνατό του ως τραύμα στη λειτουργία του κράτους δικαίου και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι θα αποδοθούν ευθύνες στους υπαιτίους. Ανακοινώσεις για το συμβάν εξέδωσαν και τα πολιτικά κόμματα, που απέδωσαν ευθύνες στην κυβέρνηση Καραμανλή. Από την πλευρά της, η Εισαγγελία Αθηνών άσκησε ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση και παράνομη οπλοχρησία σε βάρος του Επαμεινώνδα Κορκονέα και για απλή συνέργεια στον Βασίλη Σαραλιώτη.
Η δολοφονία Γρηγορόπουλου προκάλεσε ακαριαία ένα νεανικό κύμα διαμαρτυρίας (βοηθούντων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης), που όμοιό του δεν είχε ξαναζήσει η χώρα από τη μεταπολίτευση και μετά. Από τις 7 έως τις 10 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκαν μεγάλες πορείες διαμαρτυρίας στην Αθήνα και σε πολλές πόλεις της χώρας. Μαθητές γυμνασίων και λυκείων προχώρησαν σε πορείες, καταλήψεις σχολείων και αποχή από τα μαθήματα. Σημειώθηκαν σοβαρά επεισόδια και πρωτοφανείς καταστροφές σε δημόσια κτίρια, τράπεζες, εμπορικά καταστήματα, μνημεία και αυτοκίνητα. Οι μεγαλύτερες καταστροφές σημειώθηκαν στην Αθήνα. Σύμφωνα με εκτίμηση του ΕΒΕΑ, οι ζημιές που προκλήθηκαν μόνο στην Αθήνα ξεπέρασαν τα 50 εκατομμύρια ευρώ. Οι αναλυτές απέδωσαν τη νεανική εξέγερση στο αίσθημα απελπισίας που διακατείχε τη νέα γενιά, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της ραγδαία αυξανόμενης νεανικής ανεργίας, αλλά και στην ανικανότητα της ιθύνουσας τάξης να τους εμπνεύσει, λόγω σκανδάλων και διαφθοράς.
Στο δικαστικό σκέλος της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, στις 10 Δεκεμβρίου οι δύο ειδικοί φρουροί κρίθηκαν προφυλακιστέοι μετά την απολογία τους στον ανακριτή. Και οι δύο κατηγορούμενοι παρέδωσαν στον ανακριτή δια του συνηγόρου τους Αλέξη Κούγια απολογητικά υπομνήματα. Ο Κορκονέας ισχυρίστηκε ότι δεν είχε πρόθεση να δολοφονήσει τον Γρηγορόπουλο και ότι έριξε δύο προειδοποιητικές βολές στον αέρα, ευρισκόμενος, αυτός και ο συνάδελφός του, σε καθεστώς φόβου, καθώς είχαν δεχθεί επίθεση με πέτρες και δοκάρια από ομάδα τριάντα αναρχικών. Ανέφερε ότι οι νέοι αυτοί, ενώ είναι γόνοι πλούσιων οικογενειών, συνηθίζουν να συχνάζουν στα Εξάρχεια, αλλά και σε διάφορα γήπεδα, όπου προκαλούν επεισόδια. Επίσης, είπε ότι ο θανών είχε αποβληθεί από τη Σχολή Μωραΐτη και άλλαζε συχνά σχολεία, γεγονός που αποτυπώνει μία αποκλίνουσα συμπεριφορά. Η Σχολή Μωραΐτη, σε ανακοίνωσή της διέψευσε τους ισχυρισμούς του αστυνομικού.
Στις 18 Δεκεμβρίου κατατέθηκε στον ανακριτή το πόρισμα της βαλλιστικής εξέτασης, σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν «στοιχεία απολύτως συμβατά με πρόσκρουση της βολίδας σε σκληρή – ανένδοτη επιφάνεια με το πλαϊνό τμήμα της και στη συνέχεια εποστρακισμού της από την επιφάνεια αυτή». Στις 14 Ιανουαρίου 2009 παραδόθηκε στον ανακριτή η έκθεση της βλητικής αυτοψίας. Οι πραγματογνώμονες δέχονται ότι η σφαίρα εποστρακίστηκε σε τσιμεντένια μπάλα και στη συνέχεια έπληξε το θύμα. Αντίθετα, οι τεχνικοί σύμβουλοι της οικογένειας Γρηγορόπουλου δεν δέχτηκαν τον εποστρακισμό της σφαίρας, ισχυριζόμενοι ότι «πρόκειται για μία πολυσυζητημένη λέξη, για την οποία έχει αναπτυχθεί φιλολογία και παραφιλολογία, η οποία στην ουσία δεν προσδιορίζει τίποτα».
Στις 24 Αυγούστου 2009 το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών επικύρωσε το πρωτοβάθμιο βούλευμα (του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών) και διέταξε την παραπομπή των δύο ειδικών φρουρών στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο, προκειμένου να δικαστούν για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο ο Κορκονέας και για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο ο Σαραλιώτης.
Η δίκη της υπόθεσης ορίστηκε για τις 15 Δεκεμβρίου 2009 στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χαλκίδας για λόγους ασφαλείας. Ύστερα από αντίδραση τοπικών φορέων, ο Άρειος Πάγος μετέφερε τη δίκη στην Άμφισσα και όρισε την έναρξη διεξαγωγής της την 20η Ιανουαρίου 2010. Η ακροαματική διαδικασία διάρκεσε σχεδόν δέκα μήνες και χρειάστηκαν συνολικά 84 συνεδριάσεις για να εκδώσει το δικαστήριο την απόφασή του.
Στις 11 Οκτωβρίου 2010, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Άμφισσας, αποτελούμενο από 3 τακτικούς δικαστές και 4 ένορκους, έκρινε και τους δύο ειδικούς φρουρούς ενόχους, τον Κορκονέα για ανθρωποκτονία με άμεσο δόλο (με μετατροπή της κατηγορίας επί το αυστηρότερον και χωρίς ελαφρυντικά) και τον Σαραλιώτη για συνέργεια. Ο Κορκονέας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη (ψήφοι 4-3) και 15 μήνες φυλάκιση, ενώ ο Σαραλιώτης σε πρόσκαιρη κάθειρξη δέκα ετών (ψήφοι 6-1). Και οι δυο καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στη φυλακή, αλλά μετά από ένα χρόνο ο Σαραλιώτης αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους.
Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η «ακατάσχετη επιθυμία του Επαμεινώνδα Κορκονέα να προκαλέσει με κάθε τρόπο άοπλα νεαρά άτομα και να κάνει επίδειξη ισχύος, εμφορούμενος από την ασφάλεια που του παρείχε η κατοχή του οπλισμού του» ήταν μία από τις αιτίες που όπλισαν το χέρι του με αποτέλεσμα τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ακόμη, χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του «εριστική, ανάρμοστη και προκλητική».
Πηγή: sansimera.gr