Ο Νίκος Μανιάς (κανονικό επιθέτο Μανιαδάκης) γεννήθηκε το 1931 στην Επισκοπή Ρεθύμνου. Αρχισε από μικρός να ασχολείται με την μουσική και ξεκίνησε με λύρα την οποία όμως παράτησε σύντομα για χάρη του λαούτου. Την λύρα του την είχε αποκτήσει από τον Μανώλη Σταγάκη στο Ρέθυμνο αλλά έπειτα από παρακίνηση του λυράρη Κυριάκου Μαυράκη από τη Φυλακή Αποκορώνου πήγε στα Χανιά όπου με 700 δρχ απέκτησε το πρώτο του λαούτο.
Με πρότυπο του τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη και με την κληρονομιά του περιβόητου συντοπίτη του θρύλου-λαγουτιέρη Σταύρου Ψυλάκη ή Ψύλου (ο πιο παλιός καταγεγραμμένος Ρεθεμνιώτης λαγουτιέρης του 20ου αιώνα), ο Νίκος Μανιάς ξεκίνησε την καριέρα του.
Την πρώτη του δημόσια εμφάνιση την κάνει σε ηλικία 16 ετών σε γάμο στην Επισκοπή, πλάι στον Μαυράκη. Η πρώτη δισκογραφική δουλειά κυκλοφορεί το 1953 σε δίσκο 78 στροφών με τον Κώστα Μουντάκη (“Σαν το ζητιάνο έρχομαι”), μια συνεργασία που στην πορεία της απέφερε μερικά από τα πιο κλασσικά κομμάτια στην ιστορία της Κρητικής μουσικής.
Ο Νίκος Μανιάς είχε επίσης συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα όπως τον Θανάση Σκορδαλό, το Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη, το συντοπίτη του Μανώλη Κακλή, το Γιώργο Καλομοίρη, το Νίκο Σωπασή, το Βασίλη Σκουλά, το Γεράσιμο Σταματογιαννάκη, το Νίκο Τσαγκαράκη, το Γιάννη Σκαλίδη, κ.α., αλλά και με καλλιτέχνες από τη νεότερη γενιά όπως το Στέλιο Σταματογιαννάκη, το Χρήστο Στιβακτάκη, τους αδερφούς Φραγκιαδάκη, το Νίκο Ζωιδάκη, κ.α.
Ερμήνευσε επίσης με ανεπανάληπτο τρόπο, σειρά κρητικών τραγουδιών, στο ύφος των λεγόμενων “κρητικορεμπέτικων” (βλ. ρεπερτόριο Φουσταλιέρη), που αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία της μουσικής της Κρήτης όπως “Αμέτεμε στην εκκλησιά”, “Πες μου και γιάιντα τη χτυπάς”, και άλλα συνθέσεις κυρίως του Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη.
Έφυγε από τη ζωή στις 26 Μαΐου 2012