Πέρασαν κιόλας 10 χρόνια από την ημέρα που κηδέψαμε στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου το Μανώλη το Βάρδα.
Δέκα χρόνια από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ένας αγαπημένος δάσκαλος, ένας μαχητικός συνδικαλιστής, ένας χαροκαμένος πατέρας, ένας καλός φίλος.
Δύσκολο να συμβιβαστής με την ιδέα ότι πας στον Άγιο και δε θα συναντήσεις το Μανώλη…
Αλλά βλέπετε ο Χάρος δεν κάνει διακρίσεις…
Και έφυγε νέος, με τον καημό του χαμού το γιου του, Παρασκευή πρωί, 3 Δεκεμβρίου 2010 στο ΠΑΓΝΗ, μετά από ένα βαρύ εγκεφαλικό!
Για να τιμήσουμε τη μνήμη του παραθέτουμε ένα απόσπασμα από κείμενο της Κατερίνας Αεράκη που δημοσιεύτηκε στο erotokritos.gr για το Μανώλη το Βάρδα:
Λέει ο Μανώλης στο βιβλίο του..΄΄Καημέ μου πρωτοπαίδι μου΄΄.
Στις 25 Σεπτεμβρίου το 1950 έπρεπε να γεννηθεί κάποιος..
Γιατί Θεέ μου εγώ;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κριτσά, ένα ορεινό χωριό του Μεραμπέλλου. Δύσκολα χρόνια τότε, δίσεχτα. Η ζωή μου διάβαινε ανάμεσα στο χωριό, στη Φανερωμένη και στ’ Αόρι.
Βοσκός ήταν ο πατέρας μου. Ο Γιάννης του Βαρδαντώνη. Η μάνα μου κόρη του αείμνηστου Παγκαλογιώργη, εξαιρετικού μαντιναδολόγου της εποχής, όπως λένε και σήμερα οι χωριανοί που τον πρόλαβαν.
Εκείνος απλά μου έμαθε να αγαπώ τη μαντινάδα. Μικρός μαθητής θυμούμαι, τρύπωνα στα καφενεία και στα χοροστάσια του χωριού να ακούσω λυράρηδες, βιολάτορες και νταουλιέρηδες να παίζουν.
Πότε-πότε έλεγα που και μαντινάδα, πού ‘χα ακούσει μα ποπάντων μαντινάδες για τα οζά, τ΄ Αόρι, το μιτάτο. Έφηβος αγόρασα μια κιθάρα, αργότερα μια δυο λύρες και στα σαράντα μου μαντολίνο. Τις καλύτερές μου παρέες τις έκανα με αυτά παίζοντας ερασιτεχνικά. Όμως τονίζω, ποτέ δεν ήμουν μαντιναδολόλος.
Οι μαντινάδες που θα διαβάσετε σε τούτο το βιβλίο ειπώθηκαν για το χατίρι του Γιάννη μου. Που τον έχασα στα δεκαεννιά του σε τροχαίο στις Γούβες. Κάποια στιγμή του υποσχέθηκα… Γιάννη μου βιβλίο θα σου γράψω…
Ο ανείπωτος πόνος του μονάκριβού μου Γιάννη μ’ έκαμε να λέω μαντινάδες. Θεωρώ κάθε μια ένα κερί στη μνήμη του. Και όλο το βιβλίο ένα καθημερινό, αιώνιο τρισάγιο στο αδικοχαμένο μου παλικάρι.
Διαβάστε λοιπόν λόγια, συναισθήματα, σκέψεις, συμπεριφορές ενός πατέρα που έχασε το γιο του και δε θεωρεί τον εαυτό του μαντιναδολόγο…
Σκέψεις από τον Μανώλη αποτυπωμένες στο χαρτί..
Δε κόβω μπλιο τα γένια μου
δε κάνω μλιο παρέες
για μένα ετελειώσανε
οι μέρες οι ωραίες.
Θάρθω παιδί μου ογλίγωρα
μόνο να μ ανιμένεις
αμοναχός στην ογρασά
δε θέλω να ξωμένεις.
Εγώ χασα το Γιάννη μου
και σύ μου λες κουράγιο
τάξε πως δε λειτούργησα
ποτέ μου έναν ’γιο.
Φεγγάρι ταξιδιάρη μου
αν πας οθέ τον Αδη
φέγγε του Γιάννη μου γιατί
φοβάται το σκοτάδι.
Απ το δεντρί μου έσπασε
ο πιο ωραίος κλώνος
και δε θωρώ με το καιρό
να μαλακώνει ο πόνος.
Είμαι στ Αόρι στων οζώ
και στω πουλιώ τσι τόπους
δε τη μπορώ τη μοναξά
ανάμεσα στσ’αθρώπους.
Δεν εχω φόβο να χαθώ
όπου και να πηγαίνω
γιατί θωρώ το δάκρυ μου
οπίσω και γιαγέρνω.
Όταν έχασε το μονάκριβό του Γιάννη ζήτησε από κάποιους φίλους να γράψουν τη σκέψη τους και να τις αποτυπώσει στη πλάκα, εκεί που άφησε τη τελευταία του πνοή… Έγραψαν λοιπόν τότε..
Μανώλης Βάρδας
Ο δρόμος της επιστροφής
ήταν κλειστός για σένα
εσύ Γιαννιό μου ξέγνοιασες
μα ρώτα με και μένα..
Ζαχάρης Παπαδάκης
Διαβάτη καλώς όρισες
μα να σταθείς με τρόπο
στο τόπο πού σβυς΄ άδικα
τα’ όνειρο δυον ανθρώπω.
Βαγγέλης Δραμουντάνης
Αχι και νά χα δύναμη
το λάθος πού’χει κάνει
ο Χάρος να διόρθωνα
να σε γιαγείρω Γιάννη.
Γιώργος Κάτρακας
Όποτε φίλοι οδηγοί
η στράτα σασε βγάνει
αφήνε ένα δάκρυ σας
να τρέξει για το Γιάννη.
Κατερίνα Αεράκη
Τα βήματά σας ταπεινά
νά ναι όντέ περνάτε
εδώ που ένα όνειρο
αξεδείλιατο κοιμάται.
Δέσποινα Σπαντιδάκη
Γιαυτόν το τόπο θάπρεπε
το μίσος να με πιάνει
μα τον αγάπησα γιατί
πετά η ψυχή του Γιάννη.
Γεωργία Λουλάκη
Όποιος περάσει και σταθεί
θα του γνωρίζω χάρη
δάκρυ να βγάλει και να πει
κρίμας το παλικάρι.