Ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης γεννήθηκε στο ορεινό χωριό Λάκκοι, της επαρχίας Κυδωνίας, των Χανίων το 1833. Γιος ιερέα, διδάχθηκε από τον πατερά του γραφή και ανάγνωση, πράγμα πολύ σπάνιο για την εποχή και τις συνθήκες της.
Σε νεαρή ηλικία μετέβη με τον πατέρα του και τον αδελφό του στους Αγίους Τόπους για προσκύνημα, οπού και ξαναβαπτίσθηκαν και οι τρεις στον Ιορδάνη ποταμό. Εξ ου και το προσωνύμιο “χατζής” το οποίο στην τουρκική δηλώνει τον προσκυνητή (Οθωμανό στην Μέκκα & χριστιανό στην Ιερουσαλήμ).
Ο ίδιος καλείται πλέον χατζη-Μιχάλης, ο δε πατέρας του αναφέρεται ως χατζή-Παπάς. Χαρακτήρας ατίθασος και αδούλωτος, σε ηλικία 25 ετών συμπλέκεται με Τουρκοκρητικούς που γλεντούσαν την λήξη του Κριμαϊκού πολέμου και την ήττα της Ρωσίας, στο χωριό Κυρτομαδω Κυδωνίας και έκτοτε αρχίζει η επαναστατική του δράση.
Η δράση του αυτή, κορυφώνεται με στην επανάσταση του 1866 της οποίας έχει και την αρχηγία. Με την κατάπνιξη της επαναστάσεως, συλλαμβάνεται ενώ προσπαθεί να διαφύγει στην Πελοπόννησο και στέλνεται αιχμάλωτος στην Κωνσταντινούπολη. Η Υψηλή Πύλη (σουλτάνος) προσπαθεί με κάθε μέσον να τον προσεταιριστεί, τον κρατά δε σε κατ’ οίκον περιορισμό και όχι στην φυλακή, προσπαθώντας να τον εκμαυλίσει με υλικές παροχές και υποσχέσεις μεγάλων αξιωμάτων.
Το Πάσχα του 1870, προφασιζόμενος ότι θέλει να μεταλάβει, μεταφέρεται συνοδεία ζαπτιέδων (Οθωμανών χωροφυλακών) στο Φανάρι για να εκκλησιασθεί. Σε συνεννόηση με τον Ρώσο πρέσβη στην Κων/πολη, δραπετεύει από την εκκλησιά μεταμφιεσμένος σε ιερέα και φυγαδεύεται από την Κων/πολη στην Οδησσό.
Στην Ρωσία απολαμβάνει τιμών και διακρίσεων, κατατάσσεται στον ρωσικό στρατό οπού θα φτάσει σε ανώτερα αξιώματα. Συμμετέχει στις επαναστάσεις έως την απελευθέρωση της Κρήτης και διατελεί πρώτος πρόεδρος της βουλής της Κρητικής Πολιτείας.
Την 1η Δεκεμβρίου 1913, παρασημοφορείτε από τον τότε βασιλέα Κων/νο για την προσφορά του στους απελευθερωτικούς αγώνες της Κρήτης και παρουσία του τότε πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου, υψώνει την ελληνική σημαία στο φρούριο Φιρκάς των Χανιών μαζί με τον Αναγνώστη Μάντακα. Απεβίωσε στα Χανιά στις 17 Ιουλίου 1916, κηδεύτηκε με τιμές στρατηγού και τα οστά του βρίσκονται ενταφιασμένα στον Ομαλό, διπλά στο εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα.