Άραγε είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επιστημονικά από ποιους τόπους προέρχονται οι επτά λάρνακες και τα ταφικά αγγεία που φέρονται να διαπραγματεύονταν προς πώληση τα μέλη του κυκλώματος των αρχαιοκάπηλων; Την απάντηση αυτή, που αναμένουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τα στελέχη του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης, μπορεί να δώσουν οι ειδικοί μέσα από συγκεκριμένες και χρονοβόρες διαδικασίες στο πλαίσιο της πραγματογνωμοσύνης που θα κληθούν να διενεργήσουν.
Σύμφωνα με αρχαιολογικούς κύκλους είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ο τόπος προέλευσης των ευρημάτων μέσα από συγκριτικές μελέτες και τις αναλύσεις των πηλών. Είναι ενδεχόμενο επίσης να προσδιοριστεί και το αρχαίο εργαστήριο κατασκευής τους.
Είναι εντυπωσιακό ότι τα περισσότερα ευρήματα είναι άθικτα και αυτό είναι που ανεβάζει και την αξία τους. Δεν έχουν φθορές. Επιπλέον, υπάρχουν ένα-δύο ευρήματα που χαρακτηρίζονται εξαιρετικά σπάνια, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις των ειδικών.
Αρχαιολόγοι, οι οποίοι όμως δεν έχουν εμπλοκή με την εν εξελίξει διαδικασία, ανέφεραν στο Cretalive με βάση το φωτογραφικό υλικό που δόθηκε στη δημοσιότητα, την εκτίμηση ότι οι λάρνακες μάλλον προέρχονται από διαφορετικούς οικογενειακούς τάφους αλλά και διαφορετικές περιοχές, πιθανότατα από Μεσσαρά αλλά και την ευρύτερη περιοχή του Κρουσώνα.
Τα ευρήματα αυτά αντιστοιχούν στην τελευταία φάση της Μυκηναϊκής κατάληψης της Κρήτης. Δυστυχώς, όπως σημειώνουν, το αρχαιολογικό περιβάλλον από το οποίο ανασύρθηκαν, δεν ανασυντίθενται. Καταστράφηκε για πάντα, αφανίζοντας πολύτιμα επιστημονικά δεδομένα. Αναφέρουν ακόμα ότι στην Κρήτη σε πολλές περιοχές υπάρχουν θαλαμοειδείς λαξευτοί τάφοι στο μαλακό φυσικό βράχο (κούσκουρας). Τέτοιοι τάφοι έχουν αποκαλυφθεί σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και στη διάρκεια διατομών στις παρειές ορυγμάτων κατά την εκτέλεση δημοσίων έργων.
Πώς άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης
Η υπόθεση άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά σε επίπεδο προανακριτικής έρευνας στα τέλη του 2022, με έναυσμα κάποιες πληροφορίες, όπως επικαλούνται τα στελέχη της υπηρεσίας, οι οποίες υποστηρίζεται ότι αφορούσαν σε εισαγωγή και μεταφορά όπλων στη χώρα μας από τα νότια παράλια του νομού Ηρακλείου. Η αξιολόγηση του περιεχομένου των επισυνδέσεων κατεύθυνε τελικά τις έρευνες στα …δαιδαλώδη μονοπάτια της αρχαιοκαπηλίας, με τους αστυνομικούς του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος να εστιάζουν στις κινήσεις της βασικής τριάδας των κατηγορουμένων για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, δηλαδή του 46χρονου ξυλουργού, του 56χρονου πρώην λιμενικού και του 72χρονου συνταξιούχου της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Κατά το Οργανωμένο, οι δύο πρώτοι εντόπιζαν αρχαιότητες ή κατόχους αρχαιοτήτων, φρόντιζαν να βρουν τους κατάλληλους αγοραστές και διευθετούσαν τις επιμέρους διαδικασίες για την ολοκλήρωση της κάθε αγοραπωλησίας. Η δράση τους, όπως περιγράφεται, στηριζόταν σε ένα δίκτυο ανθρώπων σε διάφορες περιοχές του νομού Ηρακλείου. Ο τρίτος της παρέας, ο συνταξιούχος της αρχαιολογικής υπηρεσίας, ήταν ο εκτιμητής της ομάδας. Μπορεί να μην είναι αρχαιολόγος, όπως έχουμε γράψει, όμως φέρεται να διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις και ήταν εκείνος που έδινε ουσιαστικά το «πράσινο φως», ανάλογα με την εκτίμηση που έκανε, για να προχωρήσει η διαδικασία της παράνομης αγοραπωλησίας. Αυτός είναι τουλάχιστον ο ρόλος που του αποδίδεται από την ΕΛ.ΑΣ.
Τους τελευταίους μήνες τους παρακολουθούσαν διακριτικά αλλά στενά. Διαρκούσης αυτής της επιτήρησης, τους έβλεπαν συνεχώς μαζί. Συνήθως έκαναν τις συναντήσεις τους στο ξυλουργείο του 46χρονου, όμως κανόνιζαν να τα λένε από κοντά και σε εξωτερικούς χώρους, τόσο στην πόλη του Ηρακλείου όσο και σε μέρη νοτίως του νομού. Άλλωστε οι δύο εκ των τριών κατάγονται από χωριά της Μεσαράς.
Αν και σε γενικές γραμμές περιγράφεται ότι πρόσεχαν τα νώτα τους και τις συνομιλίες τους στα τηλέφωνα, κάποιες κουβέντες ξέφευγαν στις επικοινωνίες τους και ήταν κουβέντες που ξεκάθαρα παρέπεμπαν σε αρχαία αντικείμενα. Υπάρχουν, για παράδειγμα, αναφορές σε λέξεις όπως «χάλκινα, αρχαία νομίσματα, χρυσή κεφαλή μοσχαριού, ξιφολόγχη με σκαλίσματα».
Οι αστυνομικοί είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα αρχαία βρίσκονταν σε ασφαλή κρυψώνα και θα μετακινούνταν από ‘κει μόνο για την πώληση τους. Ο δειγματισμός προς τους υποψήφιους αγοραστές γινόταν μόνο με φωτογραφίες.
Στα μέσα Ιανουαρίου φέρεται να έγινε η πρώτη επαφή των τριών βασικών κατηγορουμένων με τον 37χρονο φούρναρη, ο οποίος φέρεται ως ο βασικός κάτοχος των αρχαίων ευρημάτων. Αφού τα εκτίμησαν και είδαν ότι αξίζουν και με το παραπάνω, απευθύνθηκαν στον 71χρονο που αναζητείται. Αυτός ήταν ο άνθρωπος που τους έκανε το «κονέ» με τον Ιταλό, τον 69χρονο Τζιοβάνι.