Γράφει η Χαριστή Φανουράκη Κουκουμπεδάκη
Εγροίκα ο Χάρος κοντυλιές όμορφες του Σκευάκη
του Μεσσαρίτη λυρατζή
τ’ αθρώπου που ‘χε νάμι
και τσι γλυκόλαλους σκοπούς τραγούδια που μιλούνε
σαν τσι χερουβικούς ψαλμούς και τσ’ αγγελοβγαρμένους
κι είπε…《 μ’ ετέθιο λυρατζή θα στέσω γλεντοκόπι
στον άδη μου το σκοτεινό
θα κάμω πάλι ζεύκι,
να τονε πάρω το ταχύ
με τη δική ντου λύρα…
Τα πρόσαργα να τραγουδεί και να μου λυροπαίζει…
Να ξεσμιλιώνει τσι νεκρούς να στένουν χοροστάσι
να σηκωθούν οι νιοί κι οι νιές
μεσόκοποι γερόντοι
κι ούλοι να ξεφαντώσουνε
στο λυροπαίξιμό ντου…
Να σμίξει λαουθιέρηδες
και μ’ άλλους λυρατζήδες,
ν’ ακούσει ο Θιός να κατεβεί αγγέλοι να γροικήσουν
κι αρχάγγελοι ν’ ακούσουνε
κι εκείνοι να θαμάξουν,
κι εγώ…
..να πιάσω στο χορό μπροστάρης να χορέψω
να ‘ποχορτάσω κοντυλιές και ξεκοφτούς να κάμω,
ο κάτω κόσμος να σειστεί και να ξεσκοτεινιάσει
και να σκορπίσει ήλιου φως μ’ ετσά χρυσό λυράρη
απού ‘ναι το δοξάρι ντου διαμαντοφυλντισένιο
και μα το Θιό τον Ύψιστο έχει με τρεζαμένο
με τσι γλυκάκουστους σκοπούς εμάγεψέ με ντίπι
μα και με τσ’ αμανέδες του εξεκουρμούλωσέ με
γι’ αυτό του παίρνω την ψυχή…..
Αρέσει ντου του Χάροντα να σμίγει μερακλήδες
γι αυτό και τον καλύτερο πήρε απ’ τσι λυρατζήδες…
Φωτογραφία: Μάκης Διακουμάκης