Του Μιχάλη Χαραλαμπάκη*
Το Πάσχα στα παιδικά μου χρόνια άρχιζε την Καθαρή Δευτέρα!
Υπερβολές;
Όχι βέβαια!
Είχα μια μητρυιά (άγια τα χώματα που κείτεται ) πολύ θρήσκα! Τηρούσε κατά γράμμα (τα γράμματα της εκκλησίας μας).
Θυμούμαι ότι είχε την αγία επιστολή, ένα λαϊκό ανάγνωσμα που έλεγε ότι βρέθηκε στον τάφο της Παναγίας και εκεί περιέγραφε πως πρέπει και τι πρέπει να κάνει ένας καλός χριστιανός! Ανάμεσα στα άλλα έλεγε ότι , απαγορεύεται η κατανάλωση κρέατος και του ψαριού, Τετάρτη και Παρασκευή και αυστηρά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Έτσι λοιπόν μπαίναμε στην περίοδο πριν το Πάσχα. Αυστηρή νηστεία να μη μαγαρίσουμε γιατί… γιατί υπήρχε η κόλαση. Τι ήταν η κόλαση; Ανάμεσα στα άλλα εικονίσματα υπήρχε και ένα που το κοίταζα με δέος και με τρόμο! Ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη, το κάτω ήταν μαύρο με καζάνια και διαβόλους μαύρα ανθρωπόμορφα τέρατα με ουρά και κέρατα και να βγάζουν απ΄ το στόμα φωτιά. Καζάνια να βράζουν πίσσα και μέσα να βράζουν οι αμαρτωλοί. Και αμαρτωλοί ήταν και αυτοί που μαγάριζαν τη σαρακοστή.
Στο επάνω μέρος της εικόνας ήταν ο παράδεισος! Άνθρωποι ευτυχισμένοι κυκλοφορούσαν ευτυχισμένοι ανάμεσα σε ζώα και πουλιά και ένα ποταμάκι να διασχίζει το χώρο. Αυτός ήταν ο παράδεισος. Ποιος λοιπόν θα ήθελε να πάει στην κόλαση; Για αυτό λοιπόν είχαμε αυστηρή νηστεία!
Έτσι λοιπόν περνούσε η σαρακοστή και παρ όλο που στο σπίτι μας είχαμε πολλά τυροκομικά, τα βλέπαμε τρέχανε τα σάλια μας αλλά …. υπήρχε η κόλαση!
Φτάνουμε στην Κυριακή των Βαΐων. Εδώ έπρεπε να φάμε ψάρι. Που να το βρούμε το ψάρι στον Ψηλορείτη; Πολλές φορές έφερνε μπακαλιάρο ο μπακάλης αλλά να τον προλάβεις. Μια χρονιά που δεν προλάβαμε, πήραμε παστές σαρδέλες , γιατί έτσι έλεγε η Αγία Επιστολή!
Το πρωί έπρεπε να πάμε εκκλησία και μάλιστα έπρεπε να ντυθώ (παπαδάκι)
γιατί θα σήκωνα ένα από τα εξαπτέρυγα κατά την λιτανεία των βαΐων και κλάδων. Μεγάλη η χαρά μας την ώρα που παίρναμε τον βάιο σταυρό.
Την Κυριακή ξεκινούσαν τα αυγηκά… Η συμμετοχή μας υποχρεωτική. Το τροπάριο του Νυμφίου με καθήλωνε. Τον έβλεπα γαμπρό το Χριστό να έρχεται εν τω μέσω της νυκτός…
Τις άλλες μέρες καλά καλά δεν τις θυμούμαι αν εξαιρέσεις τη Μ. Τετάρτη που είχαμε το Μυστικό Δείπνο .
Και φτάνουμε στη Μ. Πέμπτη. Εδώ αρχίζει και το δικά μας πάθη. Σηκωνόμαστε πρωί πρωί για να βρούμε τα ξινά. Τι ήταν τα ξινά; Λεμόνια που τα είχαμε κρύψει στην άμμο την οποία βρέχαμε για να κρατούν δροσερά ή μέσα στα άχυρα… Μπουρνέλες όταν το Πάσχα ήταν όψιμο και δροσερά αμύγδαλα. …Τι τα κάναμε αυτά. …Έπρεπε να βρούμε και την κλωστή… Έτσι φορτωμένοι με τα ξινά και τις κλωστές φτάνουμε στην εκκλησία όταν κτυπούσε η καμπάνα. Άρχιζε το Ευαγγέλιο ο παπάς και σε κάθε ένα δέναμε ένα κόμπο στην κλωστή που κρατούσαμε. Μέχρι 12 κόμπους όσα ήταν τα Ευαγγέλια της Μ. Πέμπτης. Αυτό δενόταν μαζί με το φυλαχτό αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μας. Και τα ξινά; Α!!! Αυτά τα καταναλώναμε όταν το Ευαγγέλιο έλεγε ότι, Τον πότισαν χολή και όξος. Συμμετείχαμε στο πάθος Του, μέχρι που ήρθε ένας αγράμματος παπάς και μας έβαλε φασαρία ότι αυτά δεν επιτρέπονται και μας τα σταμάτησε!
Παράλληλα με τις βραδινές ακολουθίες είχαμε και τις ημερήσιες. Στο βάψιμο των αυγών δεν πολυσυμμετείχα. Όμως στο κουβάλημα των ξύλων για τον Ιούδα πρώτος. Αχινοπόδια , ασπαλάθια κατσοπρίνια που τα κάναμε ένα τεράστιο σωρό.
Μ. Παρασκευή. Αυτή την πένθιμη μέρα έπρεπε να κάνουμε το χρέος μας… Να επισκεφτούμε τους νεκρούς μας, που δεν είχαμε και λίγους. Να καθαρίσουμε τους τάφους να ανάψουμε το καντήλι να θυμιατίσουμε αυτή ήταν υποχρέωση, και μετά τα εξωμονάστηρα. Καθαρισμό θυμιάτισμα άναμμα των καντηλιών.
Υ.Γ Επειδή πιστεύω ότι σας κούρασα με τη φλυαρία μου σταματώ εδώ και ίσως συνεχίσω κάποια άλλη στιγμή. …
* Ο Μιχάλης Χαραλαμπάκης είναι συνταξιούχος δάσκαλος από τα Βορίζια του Δήμου Φαιστού.