Καθώς λήγει το 2023, η Ισπανική Ένωση Ελαιοκομικών Δήμων (AEMO) *** έκανε τον απολογισμό των δύσκολων εποχών που βιώνει ο ισπανικός ελαιοκομικός τομέας υπογραμμίζοντας ότι οι τελευταίοι 12 μήνες ήταν πραγματικά περίπλοκοι για όλους τους επί μέρους κλάδους που ασχολούνται με τον τομέα του ελαιολάδου στην Ισπανία.
Οι συνθήκες που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση:
Η Ισπανία παρήγαγε τελικά 648.712 τόνους κατά την εσοδεία 2022/2023, η οποία αποτέλεσε την πιο φτωχή του αιώνα και τη μικρότερη από πριν από 26 χρόνια, όταν κατά την εσοδεία 1996/97 δεν έφτασε ούτε τους 400.000 τόνους.
– Στα παραπάνω προστέθηκε μια κλιματολογικά πολύ αντίξοη χρονιά, με έλλειμμα βροχοπτώσεων κοντά στο 40% και ένα κύμα καύσωνα στα τέλη Απριλίου που κατέστρεψε μέρος του ανηρτημένου καρπού, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από τη χαμηλή συγκομιδή αυτών των εβδομάδων . Η Ισπανία πιθανότατα δεν θα ξεπεράσει τους 750.000 τόνους το τρέχον έτος 2023/2024.
– Εν αναμονή των βροχών τους επόμενους μήνες και για τις θερμοκρασίες που θα έχουμε σε κρίσιμα στάδια όπως ο Απρίλιος ή ο Μάιος, δεν φαίνεται ότι οι τιμές πρόκειται να χαλαρώσουν.
Όλοι είναι χαμένοι
Στη συνέχεια η ΑΕΜΟ προχωρά σε μία ανάλυση που μοιάζει αφάνταστα με αυτήν που έχουμε και εμείς διατυπώσει Η κρίση του ελαιολάδου διευκρινίζεται μέσα σε ένα πεντάγωνο ενώ ανανεωμένη και εμπλουτισμένη περιλαμβάνεται και στο 105ο τεύχος του Ελιά & Ελαιόλαδο που μόλις κυκλοφόρησε, αποδείχνοντας έτσι πόσο κοινά είναι τα προβλήματα που διαπερνούν όλη την ελαιοπαραγωγική Μεσόγειο.
Συνεχίζει λοιπόν η ΑΕΜΟ με τη διαπίστωση πως με αυτό το υπόβαθρο, πρέπει να πούμε ότι κανένας δεν κερδίζει… και μάλλον όλοι χάνουν:
-Ο ελαιοπαραγωγός, (ελαιοκαλλιεργητής), αντιμετωπίζει δύσκολους καιρούς. Παρά το υψηλό τίμημα του προϊόντος του, η περιορισμένη ποσότητα ελαιόκαρπου που έχει παραχθεί δημιουργεί προβλήματα. Επιπλέον, τα κόστη παραγωγής είναι πολύ υψηλά καθώς λόγω της χαμηλής παραγωγής, αυξάνονται έως και 60% ανά κιλό παραγομένου ελαιολάδου.
-Οι ελαιοτριβείς, ενώ διατηρούν σταθερά τα κόστη προσωπικού, ενέργειας, κ.λπ., έχουν τη μισή ποσότητα ελιάς για άλεση.
-Οι τυποποιητές, παρά την υψηλή τιμή του προϊόντος που αγοράζουν στην προέλευσή του, δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να μεταφέρουν αυτές τις τιμές στους πελάτες τους, τους διανομείς λιανικής και τους καταναλωτές, αντιμετωπίζοντας εντάσεις και δυσκολίες τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά.
-Οι αλυσίδες διανομής περιορίζουν τα κέρδη τους μπροστά στην υψηλή τιμή του τυποποιημένου προϊόντος, μειώνοντας τις πωλήσεις όλων των ποιοτικών κατηγοριών των ελαιολάδων.
-Ο καταναλωτής είναι ο μεγάλος χαμένος, καθώς μπροστά στις υψηλές τιμές, δεν έχει άλλη επιλογή από το να μειώσει την κατανάλωσή του. Παρόλο που πρέπει να σημειώσουμε πως αντιστέκεται, δείχνοντας πιστότητα στο προϊόν, ωστόσο, η κατανάλωση δεν παύει να μειώνεται. Έτσι τελικά δεν έχει άλλη επιλογή παρά να προσαρμόζει τις αγορές του, καθώς βαδίζει από τη μία χρονιά στην επόμενη, πάντα με τιμές πρωτόγνωρες, που δεν έχει ξαναδεί.
Μπροστά σε όλα αυτά, και δεδομένου ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια δυσμενή κατάσταση για όλους, μας μένει μόνο να ελπίζουμε ότι το 2024 θα φέρει τις ποθητές βροχές και τις φυσιολογικές για την εποχή θερμοκρασίες, ώστε η Ισπανία μας και οι γείτονές της στη Μεσόγειο να μπορέσουμε να παράγουμε αρκετό παρθένο ελαιόλαδο ώστε να ικανοποιήσουμε την παγκόσμια αγορά. Μια αγορά που τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζει τον φυσικό χυμό της ελιάς μας ως την πιο υγιεινή και εύγεστη λιπαρή ουσία από όλες όσες είναι γνωστές.
*** Η ΑΕΜΟ είναι γνωστή και στην Ελλάδα από την πολυσχιδή δράση που αναπτύσσει στο πλαίσιο μιας ευρύτερης Συμμαχίας των ελαιοκομικών πόλεων όλης της Μεσογείου. Σε αυτή την Μεσογειακή Συμμαχία αρχικά συμμετείχε ενεργά και η Ελλάδα με πρωτοβουλία τότε του Επιμελητήριου Μεσσηνίας και προσωπικότητες όπως ο εκλιπών γεωπόνος Νίκος Ψυλλάκης, πρώην Γ.Γ. του Υπουργείου Γεωργίας και διευθυντής του Ινστιντούτου Ελαίας Χανίων. Αναλυτικό ρεπορτάζ όπως και των “Δρόμων του Λαδιού στη Μεσόγειο” υπάρχει στο Ελιά & Ελαιόλαδο της εποχής εκείνης. Δυστυχώς η ελληνική παρουσία υπονομεύθηκε εκ των έσω και διασπάστηκε κατόπιν της χωριστής οργάνωσης που ιδρύθηκε ως Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ) από έναν άλλον πρώην διευθυντή του Ινστιντούτου Ελαίας Χανίων, τον κ. Νίκο Μιχελάκη, γεωπόνο ειδικό επί των αρδεύσεων, “επιστημονικό σύμβουλο” του ΣΕΔΗΚ, διαχειριστή της ιστοσελίδας με τις τιμοληψίες από ελαιοτριβεία και νυν αναλυτή της αγοράς του ελαιολάδου.
Πηγή: olivenews.gr