Επιμέλεια: Στεφανία Κασίμη
Ήταν ένας «σταρ» της πολιτικής, γνωστός με το μικρό του όνομα ακόμη και στο τελευταίο χωριό της Ελλάδας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, από τη γέννηση του οποίου συμπληρώνονται 102 χρόνια σήμερα, αγαπήθηκε όσο ελάχιστοι πολιτικοί στην Ελλάδα. Χαρισματικός ηγέτης, κατά γενική παραδοχή, χαρακτηρίστηκε από πολλούς «πολιτικό φαινόμενο». Άφησε πίσω του πιστούς οπαδούς, ενώ ακόμη και οι «ορκισμένοι» αντίπαλοί του αναγνώριζαν την αξία του. Ανεξάρτητα από την άποψη που έχει κάποιος γι’ αυτόν, ο Ανδρέας Παπανδρέου, αδιαμφισβήτητα σημάδεψε, τη σύγχρονη πολιτική ιστορία.
Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1919, στη Χίο. Γιος του αείμνηστου Γεωργίου Παπανδρέου και της Σοφίας Μινέικο, κόρης Πολωνού αριστοκράτη και στρατιωτικού μηχανικού. Μεγάλωσε στην Αθήνα και το μεγαλύτερο διάστημα της μαθητικής του ζωής, το πέρασε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου είχε τα πρώτα του πολιτικά ερεθίσματα. Διάβαζε για τον σοσιαλισμό και τον Μαρξισμό, ενώ εξέδωσε, με τους τρεις συμμαθητές του, Πάρι Kωνσταντινίδη, Λευτέρη Aδάμ και Γιώργο Σκιαδαρέση, το περιοδικό «Ξεκίνημα», όπου δημοσίευσαν και πολλά μαρξιστικά κείμενα. H εφημερίδα « Εστία» αντέδρασε, απαιτώντας τον εξοβελισμό του Ανδρέα Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία, γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη χώρα». Μάλιστα, το υπουργείο Παιδείας διέταξε ανακρίσεις και οι «παρεκτραπέντες» μαθητές τιμωρήθηκαν με διαγωγή “επίμεμπτο” στο ενδεικτικό της Γ΄ Γυμνασίου.
Το 1935, οι φιλομοναρχικοί ανατρέπουν την κυβέρνηση Τσαλδάρη, και η ελληνική δημοκρατία καταλύεται. Ο Κονδύλης χρίζεται προσωρινά αντιβασιλεύς και ο Γεώργιος Παπανδρέου εξορίζεται στη Μύκονο. Ο Ανδρέας, μαθητής της Ε΄ Γυμνασίου, αντιδρώντας, τυπώνει πολυγραφημένες προκηρύξεις υπέρ της Δημοκρατίας, οι οποίες κατάσχονται από τον διευθυντή του Κολλεγίου.
Ήδη από την έκτη τάξη του Πειραματικού Σχολείου, όπου έχει εγγραφεί για να παρακολουθήσει την τελευταία τάξη του Γυμνασίου, είχε αρχίσει να αναμιγνύεται με τροτσκιστικούς κύκλους. Στις 4 Αυγούστου του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς επιβάλλει τη δικτατορία στην Ελλάδα. Ο Ανδρέας, που έχει εγγραφεί για να παρακολουθήσει την τελευταία τάξη του Γυμνασίου στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, δεν διστάζει να σκίσει μια προκήρυξη που ανήγγειλε το πραξικόπημα, με αποτέλεσμα να συλληφθεί.
Το 1939 εγγράφεται στη Νομική Σχολή Αθηνών, ενώ παράλληλα συνεχίζει να αναπτύσσει αντικαθεστωτική δράση. Επί δικτατορίας Μεταξά, οργάνωσε μια αντιστασιακή ομάδα και δούλεψε σε κοινό μέτωπο μαζί με τροτσκιστές, κυκλοφορώντας παράνομα ένα περιοδικό σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας. Τελικά, τον Μάρτιο του 1939 η Ασφάλεια του Μανιαδάκη, που τον παρακολουθούσε, τον συνέλαβε για αντιδικτατορική δράση.
«Όταν μας πιάσανε μας πήγανε στην Ειδική Ασφάλεια όπου μας βασάνισαν πάρα πολύ, εμένα ιδιαίτερα. Μου έσπασαν τη μασέλα, ένας ανθυπομοίραρχος Γιαννάκος ήταν ο βασανιστής μου. Τελικά χρησιμοποίησαν πολλά μέσα και πίεση στη μητέρα μου (ο πατέρας μου ήταν εξόριστος) για να μας κάμψουν…».
Τον Ιούλιο του 1939 ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφυλακίζεται και τον Μάιο του επόμενου έτους, τριτοετής φοιτητής της Νομικής τότε, αναχωρεί από τον Πειραιά με προορισμό τις ΗΠΑ και μόλις 14 δολάρια στην τσέπη. Έμεινε στην Νέα Υόρκη στον Διεθνή Οίκο του Πανεπιστημίου Κολούμπια και εργάζεται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου για να καλύψει τα έξοδα του.
«Όταν βγήκα δεν μπορούσα πια να δουλέψω κατά της δικτατορίας. Ήμουν πλέον “σημαδεμένος”, άχρηστος. Αποφάσισα να φύγω… Επρόκειτο να πάω στη Γαλλία αλλά τυχαία εντελώς ένας φίλος μου, μου είπε ότι θα πήγαινε στην Αμερική για την οποία δεν ήξερα τίποτε πέρα απ’ ό,τι είχα δει στον κινηματογράφο… Αποφάσισα τη μεγάλη αυτή περιπέτεια… Δεν είχα όμως διαβατήριο. Έπρεπε να πάρω άδεια από τον Μανιαδάκη τον οποίο γνώριζα καλά λόγω και των αδειών που έπαιρνα για να πάω στον εξόριστο πατέρα μου (Στα Κύθηρα και την Άνδρο). Μου έλεγε (ο διαβόητος Μανιαδάκης): “Σε παρακολουθώ, είσαι μπλεγμένος με την Αριστερά, θα σε συλλάβω, θα το πληρώσεις ακριβά” και εγώ χαμογελούσα. Ο Μανιαδάκης έδωσε τελικά την άδεια για 17 μέρες… Η Αμερική που ήταν τότε φιλελεύθερη εσωτερικά με τον Φρ. Ρούσβελτ, μου έδωσε μετά από αίτησή μου άδεια παραμονής χωρίς διαβατήριο.»
Έπειτα από παροτρύνσεις, αποφασίζει να συνεχίσει τις σπουδές του στα οικονομικά , παρά να αποκτήσει ένα πτυχίο αμερικανικού δικαίου. Λίγους μήνες αργότερα, γίνεται δεκτός στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών του τμήματος Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και βάζει τα θεμέλια για μια ακαδημαϊκή καριέρα και ένα πλούσιο συγγραφικό έργο.
«…Το Χάρβαρντ με δέχθηκε αμέσως για μεταπτυχιακές σπουδές που προϋπέθεταν όμως ότι έχεις τελειώσει τα οικονομικά και πας για το διδακτορικό σου δίπλωμα. Εγώ όμως δεν είχα σπουδάσει οικονομικά. Έτσι το πρώτο εξάμηνο στο Χάρβαρντ ήταν για μένα ένας κυκεώνας… Για να αντιμετωπίσω τα έξοδα μου έπλενα τα παράθυρα της θεολογικής Σχολής. Έβαλα ένα πρόγραμμα εξοντωτικό. Από τις 6 το πρωί μέχρι τις 12 το βράδυ. Για μήνες δεν το έσκασα, ούτε για κινηματογράφο, διασκέδαση κλπ. Πέρασα το έτος με “λίαν καλώς”. Αυτό μου απέδειξε ότι μπορούσα να τα βγάλω πέρα αλλά ήταν το πιο κρίσιμο στάδιο στη ζωή μου!»