Παρασκευή, 9 Μαΐου, 2025
e-mesara
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
  • (Α)ΣΧΟΛΙΑΣΤΑ
  • ΑΓΡΟΤΙΚΑ
  • ΤΟΠΙΚΑ&ΑΛΛΑ
  • ΜΟΝΟΣΤΗΛΑ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
  • ΑΡΘΡΑ
  • ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ
  • ΥΓΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
  • ΑΓΓΕΛΙΕΣ
No Result
View All Result
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
  • (Α)ΣΧΟΛΙΑΣΤΑ
  • ΑΓΡΟΤΙΚΑ
  • ΤΟΠΙΚΑ&ΑΛΛΑ
  • ΜΟΝΟΣΤΗΛΑ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
  • ΑΡΘΡΑ
  • ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ
  • ΥΓΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
  • ΑΓΓΕΛΙΕΣ
No Result
View All Result
e-mesara
No Result
View All Result
Home ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Αλέξανδρος Διάκος: Ο πρώτος νεκρός αξιωματικός  του ελληνοϊταλικού πολέμου

30/10/2019
in ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
0
Αλέξανδρος Διάκος: Ο πρώτος νεκρός αξιωματικός  του ελληνοϊταλικού πολέμου
0
SHARES
Share on Facebook

Ο Α­λέ­ξαν­δρος Διά­κος γεν­νή­θη­κε το 1911 στη Χάλ­κη της Ρό­δου. Τό­τε το νη­σί βρι­σκό­ταν υ­πό ι­τα­λική κα­το­χή και ο Α­λέ­ξαν­δρος, α­πό μι­κρό παι­δί γα­λου­χή­θη­κε με τον πό­θο και τα ι­δα­νι­κά της λευ­τε­ριάς.  Την πε­ρί­οδο αυ­τή τα Δω­δε­κά­νη­σα βρί­σκο­νταν υ­πό τον ι­τα­λι­κό ζυ­γό. Ο Α­λέ­ξαν­δρος, γεννή­θη­κε και με­γά­λω­σε με τον πόθο για τη λευ­τε­ριά της ι­διαί­τε­ρης πα­τρί­δας του και την εν­σω­μά­τω­σή της στη Μη­τέρα Ελ­λά­δα. Α­πό μι­κρό παι­δί κιό­λας, μα­θη­τής Γυ­μνα­σί­ου α­ντι­δρού­σε στις ι­τα­λι­κές δια­τα­γές και α­πα­γο­ρεύ­σεις. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα, σε μια ε­πέ­τειο της 25ης Μαρ­τί­ου κα­τέ­βα­σε την ιτα­λι­κή σημαί­α που κυ­μά­τι­ζε στο προ­αύ­λιο του Γυ­μνα­σίου του και ύ­ψω­σε τη Γα­λα­νό­λευ­κη· ή­ταν μια με­γά­λη πρά­ξη, α­πό έ­να μι­κρό παι­δί.

Το 1929 φεύ­γει α­πό το νη­σί και φθά­νει στην Α­θή­να, ό­που και κα­τα­τάσ­σε­ται στην Στρα­τιω­τι­κή Σχο­λή των Ευελ­πί­δων. Α­πό ε­κεί α­πο­φοι­τά και ε­ντάσ­σεται στις τά­ξεις του Ελ­λη­νι­κού Στρα­τού το 1934, ο­νο­μα­ζό­με­νος Αν­θυ­πο­λο­χα­γός Πε­ζι­κού.

Η κή­ρυ­ξη του πο­λέ­μου βρίσκει τον Διά­κο στο βαθ­μό του Υ­πο­λο­χα­γού, να υ­πη­ρε­τεί στην Πίν­δο. Ο ί­διος ζή­τη­σε να με­τα­βεί στο μέ­τω­πο. Ο Α­λέ­ξανδρος πί­στευε πως ήταν η ευ­και­ρί­α να α­πο­δεί­ξει γι’ α­κό­μη μια φο­ρά στον ι­τα­λό κα­τα­κτη­τή, πως«του Έλ­λη­νος ο τρά­χη­λος ζυγό δεν υ­πο­μέ­νει». Ο Διά­κος ο­ρί­ζε­ται διοι­κη­τής του 2ου Λό­χου του 4ου Συ­ντάγ­μα­τος Πε­ζι­κού και ρί­χνε­ται στην πρώ­τη και τε­λευ­ταί­α του μά­χη.

Ο δρό­μος που α­νε­βά­ζει α­πό Ζού­ζου­λη στην Τσού­κα δια­περ­νά μια δα­σώ­δη ρε­μα­τιά και σε α­πό­στα­ση πε­ρί­που μισής ώ­ρας κα­τα­λή­γει, ύ­στε­ρα α­πό μια α­νη­φό­ρα, σε έ­να ει­κο­νο­στά­σι. Αυ­τό το ει­κο­νο­στά­σι ε­πέ­λε­ξε ο Υ­πο­λο­χα­γός Διά­κος για να τά­ξει τις προ­φυ­λα­κές του. Ο υ­πό­λοι­πος λό­χος βρι­σκό­ταν στη ρε­μα­τιά. Ο και­ρός δύ­σκο­λος με φο­βε­ρό κρύο, ι­δί­ως στη ρε­μα­τιά ό­που βρι­σκό­ταν το υ­πό­λοι­πο του λό­χου. Οι άν­δρες κρύ­ω­ναν. Κά­ποιοι πλη­σί­α­σαν τον Διά­κο και του ζή­τη­σαν να α­νά­ψουν φω­τιές. Μέ­σα στην νύ­χτα ή­ταν ε­πι­κίν­δυ­νο, κα­θώς μπο­ρεί να γί­νο­νταν α­ντι­λη­πτοί α­πό τους ι­τα­λούς. Ό­μως ο Διά­κος ξέ­ρο­ντας πως χω­ρίς φω­τιά, η ε­πι­βί­ω­ση των αν­δρών του θα ήταν α­δύ­να­τη και εκ­με­ταλ­λευόμε­νος την από­κρυ­ψη που πα­ρεί­χε η ρε­μα­τιά διέ­τα­ξε ν’ α­νά­ψουν φω­τιές και να ζε­στα­θούν τα πα­λι­κά­ρια του.

Η νύ­χτα περ­νού­σε ή­συ­χα, χω­ρίς τί­πο­τα να δια­τα­ράσ­σει αυ­τή την η­συ­χί­α. Οι άν­δρες κοι­μό­νταν γύ­ρω α­πό τις φω­τιές, ο Διά­κος σα να ’ξε­ρε, δεν ή­θε­λε να κοι­μηθεί, ί­σως σκε­φτό­ταν αυ­τό που θα ε­πακο­λου­θού­σε, αυ­τό για το ο­ποί­ο τον προ­ό­ρι­ζε η μοί­ρα. Ί­σως να α­να­πο­λού­σε την ι­διαίτε­ρη πα­τρί­δα του, που τό­σο ε­πι­θυ­μού­σε να δει ε­λεύ­θε­ρη. Ί­σως να σκε­φτό­ταν την εκδί­κη­ση στον κα­τα­κτη­τή, που σκλά­βω­σε τα Δωδε­κά­νη­σα, ί­σως ε­πι­ζη­τούσε την εκ­δί­κηση.

Η Μά­χη

Ε­κεί μέ­σα στη νύ­χτα τον πλη­σιάζει μια σκιά, ή­ταν ο έ­φε­δρος Αν­θυ­πο­λο­χα­γός Λευ­τέ­ρης Ντά­σκας, δι­μοι­ρί­της του λό­χου, από τα πρω­το­πα­λί­κα­ρα του Διά­κου, σύ­ντρο­φος στον α­γώ­να, και αρ­γό­τε­ρα σύ­ντρο­φος και στην α­θα­να­σί­α. Ο Ντά­σκας πι­στός στο λοχα­γό του, το Διά­κο, του ε­ξέ­φρα­σε την α­νη­συ­χί­α του για την κα­τά­λη­ξη. Ο Διάκος τον κα­θη­σύ­χα­σε. Δεν πέ­ρα­σε πο­λύ ώ­ρα και μια του­φε­κιά έ­πε­σε που διέ­κοψε τη βρα­δι­νή γα­λή­νη. Οι του­φε­κιές συ­νε­χί­στη­καν. Οι άν­δρες πε­τά­χτη­καν, ο Διά­κος ή­ταν ή­δη στο δρό­μο και έ­τρε­χε προς τις προ­φυ­λα­κές, κα­λώ­ντας τους δι­μοι­ρί­τες του να συ­ντά­ξουν τους άν­δρες. Ό­ταν ο Διά­κος έ­φτα­σε στο ει­κο­νο­στά­σι, έ­νας λο­χί­ας τον κα­τα­τό­πι­σε πρό­χει­ρα. Στο δρό­μο, πά­νω, α­κού­στη­καν βή­μα­τα και ά­γνω­στες φω­νές. Ο σκο­πός πρότει­νε «αλ­τ τις ει;», κα­μί­α α­πό­κρι­ση. Ή­ταν ι­τα­λοί. Οι του­φε­κιές ξε­κί­νη­σαν, και το ιταλικό τμήμα α­πά­ντη­σε με χει­ρο­βομ­βί­δες και αυ­τό­μα­τα. Σε λί­γο οι πυροβολισμοί στα­μά­τη­σαν, ο Διά­κος διέ­τα­ξε παύ­ση. Οι άν­δρες του Ντά­σκα εί­χαν έρ­θει.

Ο λό­χος α­κρο­βο­λί­στη­κε. Μπρο­στά ο Διά­κος σκαρ­φά­λω­νε, πί­σω του ο Ντά­σκας και οι άν­δρες του λό­χου. Κα­νείς δε μι­λού­σε. Σε λί­γο τα ι­τα­λι­κά πο­λυ­βό­λα και ο­πλο­πο­λυβό­λα άρ­χι­σαν να βάζουν. Ο Διά­κος ε­πι­τά­χυ­νε, οι σφαί­ρες περ­νού­σαν α­πό πά­νω τους, με­ρι­κοί στρα­τιώ­τες πλη­γώ­θη­καν, ο Διά­κος πρό­στα­ξε «εφ’ ό­πλου λόγ­χη», οι άν­δρες υ­πά­κου­σαν και όρ­μη­σαν, ο λο­χα­γός μπρο­στά και ξω­πί­σω αυ­τοί. Οι ι­τα­λοί για να πε­τύ­χουν ι­σχυ­ρό φραγ­μό ρί­χνανε και χει­ρο­βομ­βί­δες. Η ελ­λη­νι­κή θέ­λη­ση για λευ­τε­ριά με τη λόγ­χη εφ’ ό­πλου νί­κη­σε και σε λί­γο ο Διά­κος έ­φτα­νε στην κο­ρυ­φή της Τσούκας. Οι ι­τα­λοί ό­μως α­ντε­πι­τέ­θη­καν, οι έλ­ληνες δεν κρά­τησαν, έ­φθα­σαν στους πρό­ποδες. Ο Διά­κος δεν ή­θε­λε να ητ­τη­θεί και δεν έ­πρε­πε: χω­ρίς την Τσού­κα, το Σύ­νταγ­μα του Δαβά­κη δεν μπο­ρού­σε να προ­χω­ρή­σει. Ο Διά­κος δια­τά­ζει ε­πί­θε­ση με τη λόγ­χη. Η Τσού­κα ξα­να­πέ­φτει στα χέ­ρια μας. Ό­μως η υ­πο­στή­ρι­ξη των ι­τα­λών με πυ­ρά Πυρο­βο­λι­κού και όλ­μων σε συν­δυα­σμό με α­ντε­πί­θε­ση ε­πα­νέ­φε­ραν την Τσού­κα σε ι­τα­λι­κά χέ­ρια.

Ο Διά­κος α­να­συ­γκρο­τεί το λό­χο του και α­ντε­πι­τί­θε­ται σώ­μα με σώ­μα, μά­ταια ό­μως οι ι­τα­λοί βα­στά­νε και σπρώχνουν τους έλ­λη­νες στη βο­ρειο­α­να­το­λι­κή πλα­γιά. Ο λο­χα­γός παίρ­νει έ­να μάν­λι­χερ στο χέ­ρι α­πό έ­να νε­κρό στρα­τιώ­τη.

Μα­ζεύ­ει τους άν­δρες και ζη­τά να τον ακο­λου­θή­σουν στην τε­λευ­ταί­α ε­πί­θε­ση. «Ε­μπρός παι­διά! Ε­μπρός! Για μιαν Ελ­λά­δα! Για μια με­γά­λη Ελ­λά­δα! Για μιαν ε­λεύ­θε­ρη Δω­δε­κά­νησο!», «Μα­ζί σου λε­βέ­ντη», α­να­φώ­νη­σαν οι άν­δρες και κου­ρα­σμέ­νοι και ι­δρω­μέ­νοι κα­θώς ή­ταν, α­κο­λού­θη­σαν με ό­λη τη δύ­να­μή τους τον λο­χα­γό. Η πρώ­τη γραμ­μή των ιτα­λών πέ­φτει. Ο Διά­κος σε λί­γο βρί­σκε­ται μπρο­στά σε έ­να πο­λυ­βο­λεί­ο, ο στρα­τιώ­της δί­πλα του πέ­φτει νε­κρός, ο Διά­κος ση­μα­δεύ­ει και ρί­χνει στους χει­ρι­στές του φί­ατ. Το πο­λυ­βό­λο ξα­να­ρί­χνει. Ο Διά­κος στα­μα­τά. Πλη­γώ­θη­κε. Πέ­φτει στη γη σαν ή­ρω­ας, μό­νο έ­τσι θα μπορού­σε να πέ­σει, ό­χι σαν κοι­νός θνη­τός. «Μας έ­φα­γαν τον Υ­πο­λο­χα­γό», φώ­να­ξε ο Ντά­σκας κα­θώς έ­τρε­χε προς τον Διά­κο και μια ρι­πή σω­ριά­ζει κι αυ­τόν στο έ­δαφος, πι­στό ε­κεί δί­πλα στον λο­χα­γό του. Η Τσού­κα ε­κεί­νη την η­μέ­ρα πα­ρέ­μεινε στα ι­τα­λι­κά χέ­ρια, ό­μως οι μά­χες που α­κο­λού­θη­σαν την έ­φε­ραν υ­πό την κατο­χή μας.

Η α­να­φο­ρά που πή­ρε στα χέ­ρια του ο Συ­νταγ­μα­τάρ­χης Δα­βά­κης, αρ­γό­τε­ρα, α­νέ­φε­ρε:

«Πολ­λα­πλά­σιαι ι­τα­λι­καί δυ­νά­μεις α­ντε­πε­τέ­θη­σαν κα­τά των ο­πλι­τών του λό­χου… Με α­δά­μα­στον α­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα και α­κλό­νη­τον θάρ­ρος ο υ­πο­λο­χα­γός Διά­κος Α­λέ­ξαν­δρος κα­τόρ­θω­σε ν’ α­να­συ­ντά­ξη εκ τρί­του τον λό­χον, να τον εμ­ψυ­χώ­ση και να τον ρί­ψη με­τά νέ­ας ορ­μής ε­να­ντί­ον των λυσ­σω­δώς α­μυ­νο­μέ­νων ι­τα­λών. Καθ’ ον δε χρό­νον δια τέ­ταρ­την φο­ράν ο δο­κιμα­σθείς λό­χος ε­κα­λεί­το με την λόγ­χην εφ’ ό­πλου ν’ α­ντι­με­τω­πί­ση νέ­αν, θραυ­σθεί­σαν και αυ­τήν, α­ντε­πί­θε­σιν του ε­χθρού δια της τε­λι­κής ε­φό­δου του, ο δε η­ρω­ικός διοι­κη­τής του λό­χου αυ­τού, τε­θείς ε­πί κε­φα­λής, ε­κραύ­γα­ζε με φω­νήν Ά­ρε­ως: «Ε­μπρός, παι­διά, για μια με­γά­λη Ελ­λά­δα και μίαν ε­λεύ­θε­ρη Δω­δε­κά­νη­σο», ρι­πή πο­λυ­βό­λου τον ε­φό­νευ­σε». Ο Συ­νταγ­μα­τάρ­χης θαύ­μα­σε, ο νε­α­ρός Υ­πο­λο­χα­γός, α­πό την α­νε­λεύ­θε­ρη Χάλ­κη έ­πε­σε μα­χό­με­νος για την Πα­τρί­δα του. Μέ­ρες αρ­γό­τερα κά­ποιο ελ­λη­νι­κό τμή­μα βρή­κε το ά­ψυ­χο, αλ­λά η­ρω­ι­κό σώ­μα του Διά­κου, πά­νω σε στρώ­μα α­πό κλα­διά και φύλ­λα. Α­πό τη στολή του έ­λει­παν τα κου­μπιά.

Ο Υ­πο­λο­χαγός Α­λέ­ξαν­δρος Διά­κος ή­ταν ο πρώ­τος έλλη­νας Α­ξιω­μα­τι­κός του Στρατού Ξηράς, α­νά­με­σα στους 13748 νε­κρούς και α­γνο­ού­με­νους του Β΄ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου, που έ­πε­σε μα­χό­με­νος για την Πα­τρί­δα στα αι­μα­το­βαμ­μέ­να βου­νά την Πίν­δου. Έ­πε­σε μα­χόμε­νος για τα ι­δα­νι­κά της ε­λευ­θε­ρί­ας, που τό­σο πο­θού­σε για την ι­διαί­τερη πα­τρί­δα του τη Χάλ­κη της Ρό­δου.

Έ­πε­σε με τη λέ­ξη Ελ­λά­δα στο στό­μα.

Πηγή: stratistoria.wordpress.com

Previous Post

Τα αμέτρητα θαύματα των Οσίων Παρθενίου και Ευμενίου (βίντεο)

Next Post

Παρέλαση στην Πόμπια στη δεκαετία του 1970… (Φωτογραφίες)

Next Post
Παρέλαση στην Πόμπια στη δεκαετία του 1970… (Φωτογραφίες)

Παρέλαση στην Πόμπια στη δεκαετία του 1970… (Φωτογραφίες)

  • Αρχείο
  • Επικοινωνία

© All rights reserved 2014 - 2025 | Incited by Aimark Digital Strategy - Development by Intelweb. || ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ || ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ

Welcome Back!

Login to your account below

Forgotten Password?

Retrieve your password

Please enter your username or email address to reset your password.

Log In
No Result
View All Result
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
  • (Α)ΣΧΟΛΙΑΣΤΑ
  • ΑΓΡΟΤΙΚΑ
  • ΤΟΠΙΚΑ&ΑΛΛΑ
  • ΜΟΝΟΣΤΗΛΑ
  • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
  • ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
  • ΑΡΘΡΑ
  • ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ
  • ΥΓΕΙΑ
  • ΑΘΛΗΤΙΚΑ
  • ΚΡΗΤΗ
  • ΕΛΛΑΔΑ
  • ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
  • ΑΓΓΕΛΙΕΣ

© All rights reserved 2014 - 2025 | Incited by Aimark Digital Strategy - Development by Intelweb. || ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ || ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ