Ο Στρατηγός Κράιπε με τους απαγωγείς του, περνώντας την κορυφή του Ψηλορείτη
Γράφει ο Γιώργος Α. Καλογεράκης*
Στις 10.15 τη νύχτα της Τετάρτης 26 Απριλίου 1944, δύο Βρετανοί αξιωματικοί και έντεκα Κρητικοί μέλη της Εθνικής Αντίστασης, απήγαγαν τον Γερμανό Στρατηγό Κράιπε, στη διακλάδωση των Αρχανών προς Καστέλλι Πεδιάδος και Ηράκλειο.
Μετά την επιχείρηση, η ομάδα των απαγωγέων χωρίστηκε σε τέσσερις υποομάδες.
Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ με τον Στάνλεϋ Μος, τον Στρατή Σαβιολή, τον Γιώργη Τυράκη και τον Μανόλη Πατεράκη, επιβίβασαν τον Στρατηγό στο αυτοκίνητό του και περνώντας από την πόλη του Ηρακλείου, έφτασαν στο Γενή Γκαβέ, εγκατέλειψαν το όχημα και οδήγησαν τον Κράιπε στον Ψηλορείτη.
Ο Μιχάλης Ακουμιανάκης με τον Ηλία Αθανασάκη κατευθύνθηκαν στην πόλη του Ηρακλείου για να σκορπίσουν προκηρύξεις. Ο Παύλος Ζωγραφιστός με τον Δημήτρη Τζατζά επέστρεψαν στα σπίτια τους. Δεν ακολούθησαν, γιατί οι επισκέπτες της αγροικίας που φιλοξενούνταν οι απαγωγείς τους είχαν δει. Αν διέρρεε αυτή η είδηση, δεν έπρεπε να υποψιαστούν οι Γερμανοί με την απουσία των δύο αντρών από τις καθημερινές εργασίες τους.
Ο Αντώνης Παπαλεωνίδας, ο Γρηγόρης Χναράκης, ο Αντώνης Ζωιδάκης και ο Νίκος Κόμης με τον οδηγό του Κράιπε, προχώρησαν πεζοί προς το χωριό Άγιος Σύλλας με πορεία προς τον Ψηλορείτη.
Επειδή ο οδηγός τους καθυστερούσε, τον άφησαν στο σπίτι των αδερφών Κωνσταντίνου και Χαράλαμπου Τυμπακιανάκη, οικογένειας που ήταν ενταγμένη από την πρώτη ημέρα κατάληψης της Κρήτης στην Αντίσταση.
Οι οδηγίες τους ήταν να φέρουν τον οδηγό στον Ψηλορείτη, στο λημέρι της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων στα Πετροδολάκια. Τα αδέρφια Κωστής και Χαράλαμπος, τα ξημερώματα της 27ης Απριλίου, πριν ακόμη φωτίσει η ημέρα, ξεκίνησαν.
Το «Ρούσο Σπηλιάρι» στην περιοχή Πετροδολάκια Ψηλορείτη. Φιλοξένησε τον Στρατηγό Κράιπε και τους απαγωγείς, κατά τη διάρκεια της διαφυγής τους από την Κρήτη στη Μέση Ανατολή
Φτάνοντας έξω από το χωριό Άγιος Σύλλας, ο οδηγός συνεχώς διαμαρτύρονταν και δεν ήταν πρόθυμος να τους ακολουθήσει. Εκτιμώντας την κατάσταση, τα δυο αδέρφια αποφάσισαν ότι θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη την επιχείρηση και τον εκτέλεσαν έξω από το χωριό σε μια σπηλιά. Δύσκολή απόφαση αλλά απαραίτητη κατά την κρίση των δύο αδερφών.
Ο Κωνσταντίνος Τυμπακιανάκης τρεις μήνες αργότερα έπεφτε νεκρός από τα πυρά γερμανικής περιπόλου, έξω από το χωριό Άγιος Σύλλας, στις 29 Αυγούστου 1944.
Τις λεπτομέρειες της απαγωγής τη νύχτα της 26ης Απριλίου και την τύχη του οδηγού, περιγράφει ο Μιχάλης Ακουμιανάκης, αρχηγός της Εθνικής Οργάνωσης Δολιοφθοράς Πληροφοριών ΕΟΔΠ Ηρακλείου-Λασιθίου στα απομνημονεύματά του στο βιβλίο της Ειρήνης Ταχατάκη και Γιώργου Καλογεράκη ´Νύχτα Πήχτρα», στις σελίδες 137 ως 144. Συγκεκριμένα, ο Μιχάλης Ακουμιανάκης γράφει:
«…επίσης ο Paddy με τον Μος έδιωξαν προς την περιοχήν της Κασταμονίτσας δύο Ρώσους τον Ιβάν και τον Βασίλη και με την συνοδεία του Κίμωνα Ζωγραφάκη έφυγαν για την περιοχήν αυτήν. Ο Μος είχε σκοπό να τους χρησιμοποιήσει αργότερα, μετά δύο μήνες περίπου, όταν θα επέστρεφε πίσω στην Κρήτην, με τον σκοπό να απελευθερώσει τους υπολοίπους ενενήντα περίπου αιχμαλώτους από την περιοχήν του Αεροδρομίου Καστελλίου.
Το τελικό σχέδιο της απαγωγής είχε γίνει με όλες του τις λεπτομέρειες. Είχα συμφωνήσει εις όλα τα σημεία του σχεδίου. Μόνον εις ένα σημείο δεν συμφωνούσα, το οποίο κατά την γνώμη μου ήτο πολύ σπουδαίο. Είχε αποφασισθεί μετά την σύλληψιν του στρατηγού στο σημείον του σταυροδρομίου Αρχανών-Ηρακλείου Καστέλλι να μεταφερθεί ο Στρατηγός με το αμάξι του και τους Paddy, Μος και συνοδούς Γεώργιο Τυράκη, Μανώλη Πατεράκη και Στρατή Σαβιολάκη, δια μέσου της πόλεως του Ηρακλείου προς τα δυτικά. Ήμουν τελείως αντίθετος με το σχέδιο αυτό.
Είχα πει ότι συλλαμβάνοντας τον Στρατηγόν στο σημείο του σχεδίου που είχαμε αποφασίσει, είχαμε τελειώσει την επιχείρησιν ενενήντα τοις εκατό. Ένα μόνον κίνδυνον δέκα τοις εκατό είχαμε εάν διασχίζαμε την νύκτα την περιοχήν Μαλεβυζίου και φθάναμε προς Ψηλορείτη. Εάν επιχειρούσαμε την διαδρομήν προς Ηράκλειο, δεν θα είχαμε τίποτα απολύτως από την επιχείρησιν. Πολλές δυσκολίες υπήρχαν.
Τα διάφορα γερμανικά στρατιωτικά μπλοκ, υπήρχαν τουλάχιστον δέκα από διακλάδωση Αρχανών μέχρι Ηράκλειο και από Ηράκλειο μέχρι χωρίον Γάζι. Έπειτα υπήρχαν οι διάφορες Γερμανικές στρατιωτικές μονάδες στους δρόμους που περνούσαν. Υπήρχε ο κίνδυνος μηχανικής βλάβης του αυτοκινήτου. Έγινε επιλογή να περάσουν από την πόλιν του Ηρακλείου. Ευτυχώς με την επιλογήν των αυτήν όλα πήγαν καλά.
Την 26ην Απριλίου το απόγευμα αφού ο Paddy και ο Μος ντύθηκαν τις Γερμανικές στρατιωτικές στολές με τον βαθμό του δεκανέα και αφού τους φωτογράφισα τους δύο με τις γερμανικές στολές, ξεκινήσαμε όλη η ομάδα της απαγωγής προς την διακλάδωση των Αρχανών. Εφθάσαμε εκεί περίπου σε είκοσι λεπτά, δηλαδή στις οκτώ.
Άρχισε η τοποθέτησις των ανδρών. Ακριβώς λίγο μετά την γωνία του δρόμου προς Αρχάνες τοποθετήθηκαν δεξιά και αριστερά και ακριβώς στο ανάχωμα του δρόμου, που δεν ήτο υψηλό, οι άνδρες πλαγιασμένοι κάτω για να μη φαίνονται.
Ο Ηλίας Αθανασάκης τοποθετήθηκε προς το δρόμο των Αρχανών περίπου εκατόν πενήντα μέτρα και μετά την στροφήν του δρόμου στο σημείο αυτό. Εγώ ο ίδιος ήμουν περίπου στο μέσο της αποστάσεως μεταξύ αξιωματικών και Ηλία Αθανασάκη και με ορατότητα προς τις δύο πλευρές. Είχαμε εφοδιασθεί όλοι με ηλεκτρικούς φανούς. Τα άλλα σχέδια, δηλαδή ηλεκτρικό κουδούνι και κάρο με άλογα είχαν εγκαταλειφθεί.
Είμαστε έτοιμοι καθ’όλα και περιμέναμε. Η νύχτα ήτο ήσυχη και ζεστή. Η κίνησις των τροχοφόρων είχε σταματήσει. Πέρασαν εκείνη την στιγμήν, δηλαδή σε μια ώρα περίπου, δύο Φολκσβάγκεν φορτηγά αυτοκίνητα και μία μοτοσυκλέτα.
Είχα επισκεφθεί πάλιν το πόστο του Ηλία Αθανασάκη και διεπίστωσα μια μεγάλη ορατότητα από τον δρόμο των Αρχανών, δηλαδή ένα αυτοκίνητο με αναμμένα φώτα εγίνετο ορατό από χίλια περίπου μέτρα, μέχρι τα σπίτια των Κάτω Αρχανών. Ένας βάτραχος, θυμούμαι, διέσχιζε τον δρόμον και εχαίρετο την ανοιξιάτικη νύκτα.
Κατά τις εννέα και τέταρτο περίπου ο Ηλίας μου έδωσε με τον φακόν του το σήμα για πέρασμα του στρατηγού με το αυτοκίνητό του. Δυστυχώς δεν είδα το φως του σήματος από τον φακόν. Είδα το φως που σκορπίστηκε πάνω στην άσφαλτο του δρόμου. Ένα ελαιόδενδρο είχε μεσολαβήσει μεταξύ εμένα και του Ηλία. Ήτο δύσκολο την νύκτα να βρούμε τις μικρές αυτές δυσκολίες.
Μόλις έδωσα το φως του σήματος από τον φακόν μου, έτρεξα όσο μπορούσα προς την κατεύθυνσιν των αξιωματικών. Πάλι ένα εμπόδιο για μένα. Αι χαμηλαί κουρμούλαι του αμπελιού με έρριξαν δύο φορές. Ήτο αδύνατον να δει κανείς τις κουρμούλες.
Επιτέλους έφθασα στο σημείο όπου το αυτοκίνητο το είχαν σταματήσει και είχαν σύρει τον Στρατηγόν προς την άσφαλτο του δρόμου. Τους είπα μόνον γρήγορα όσο μπορούσαν. Ο Paddy με τον Μανώλη Πατεράκη τον έδεναν με χειροπέδες. Υπήρχε κίνδυνος εάν εμφανιζόταν άλλο αυτοκίνητο εκείνην την στιγμήν. Δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο για οποιοδήποτε αυτοκίνητο να μας πλησιάσει.
Ακούαμε μόνον να μιλεί γερμανικά με αυστηρόν τρόπον, αλλά σε λίγα δευτερόλεπτα σταμάτησε τελείως να κραυγάζει. Τον βάλαμε στο ενδιάμεσον μεταξύ μπροστινού καθίσματος και πίσω καθίσματος.
Ο οδηγός του Στρατηγού Κράιπε Άλφρεντ Φένσκε.
Ο Μος είχε καθίσει στην θέση του οδηγού. Τον Γερμανόν οδηγόν τον είχαν εύρει και απομακρύνει από την θέσιν του. Ο Paddy ητοιμάζετο να καθίσει στο μπροστινό κάθισμα και εγώ τους αγκάλιασα και τους φίλησα για την επιτυχίαν μας.
Στράφηκα προς τον Στρατηγόν και τον ρώτησα εις την γερμανικήν τι θέλει στην Κρήτην και ακολούθησε μία ύβρις σ’αυτόν στην Γερμανική. Πράγματι ήμουν εκτός εαυτού.
Ο Στρατηγός με κοίταξε με σταθερό βλέμμα και το αυτοκίνητο εξηφανίσθη ολοταχώς προς την κατεύθυνσιν του Ηρακλείου. Ζητούσα τον οδηγόν, αλλά κανείς δεν απαντούσε και με μεγάλη έξαψη είπα στον Ηλία να πάμε προς Καταλαγάρι, το χωριό του, διότι ο οδηγός διέφυγε. Αλλά όταν είχαμε απομακρυνθεί περίπλου είκοσι μέτρα άκουσα μια χονδρή φωνή να λέει ότι τον είχε μαζί του.
Επιστρέψαμε και με την υπόλοιπη ομάδα με τον οδηγόν τραβήξαμε προς δυσμάς. Περάσαμε αμπέλια και έπειτα μπήκαμε σε ένα ελαιόφυτο. Ο οδηγός του Κράιπε με γνώριζε προσωπικά και απέφευγα να με δει. Είπα στον Ηλία να τον ρωτήσει εάν το αυτοκίνητο είχε αρκετή βενζίνη.
Απήντησε ότι η δεξαμενή ήτο γεμάτη με βενζίνη. Προχωρώντας στην πλαγιά του ελαιοφύτου προς τον ποταμόν είπε ο Albert να μη τον σκοτώσουν και θα πάει όπου θέλομεν και πλησιάζοντας προς τον ποταμόν η μύτη του έτρεχε αίμα. Πλυθήκαμε στον ποταμόν και πήραμε το μονοπάτι προς το χωριό Σύλαμο. Πριν φθάσομε στο χωριό, είχα αποφασίσει να πάρω τον δρόμον προς το Ηράκλειον με τον Ηλία.
Στο μονοπάτι που τραβούσε προς το Ηράκλειο σταμάτησα και κάλεσα από την υπόλοιπη παρέα το Γρηγόρη Χναράκη και του είπα ότι να αποφύγουν οπωσδήποτε τον φόνον του οδηγού διότι αυτός μας βοήθησε στην απαγωγήν του Στρατηγού.
Να τον σκοτώσουν εάν βέβαια πέσουν σε απόσπασμα Γερμανών ή κινδυνέψουν απ’αυτούς. Η παρέα αυτή από τους Αντώνη Ζωιδάκη, Γρηγόρη Χναράκη, Νίκο Κόμη, Αντώνη Παπαλεωνίδα, Δημήτρη Τζατζά και Π. Ζωγραφιστό τράβηξαν προς τα χωριά Σύλαμο, Άγιο Βλάσση, Άγιον Σύλλα.
Εκεί στο χωριό Άγιος Σύλλας εξετελέσθη ο οδηγός του Κράιπε (με πολύ άγριο τρόπο). Η ομάδα αυτή μετά από δύο μέρες συναντήθηκε με τον Κράιπε και την υπόλοιπη ομάδα της απαγωγής στον Ψηλορείτη. Οι υπόλοιποι που συνόδευαν τον Κράιπε ήσαν οι δύο Άγγλοι Αξιωματικοί, Πάτρικ Λη Φέρμορ και Στάνλευ Μος και Γ. Τυράκης, Εμ. Πατεράκης και ο χωροφύλακας Στρατής Σαβιολάκης.
Η ομάδα της απαγωγής ακολούθησε την αμαξιτήν οδόν από διακλάδοσιν Αρχανών. Συνήντησαν μετά ένα λεπτό μία μεγάλη κομβόη φορτηγών αυτοκινήτων με στρατιώτες. Μπορεί να σκεφθεί κανείς τι θα συνέβαινε εάν έφθαναν στο σημείο τη στιγμή της απαγωγής.
Ο Θεός μας βοήθησε πολύ. Σκέφθηκα επίσης τι μπορούσε να προσφέρει η ομάδα Μπουτζαλή ως εμπόδιο της κομβόης αυτής. Θα την αναχαίτιζε οπωσδήποτε αλλά ποιαι θα ήσαν αι συνέπειαι στην περίπτωσιν αυτήν για την απαγωγήν. Πέρασε το αυτοκίνητο χωρίς εμπόδιο από την κομβόη προς την είσοδον της Βίλλας Αριάδνης.
Οι φρουροί της εισόδου δεν εμπόδισαν το αυτοκίνητο να σταματήσει στην πορεία του προς το Ηράκλειο. Με ανησυχούσε πολύ η διέλευσις του αυτοκινήτου από τους ελέγχους των Γερμανών. Ήταν πολύ επικίνδυνο αυτό. Έπρεπε να έχουν καλή τύχη στα εμπόδια αυτά. Είχα μελετήσει τις λεπτομέρειες. Υπήρχαν μπάρες, ξύλινοι δοκοί που έφραζαν τους δρόμους προς Ηράκλειον και από Ηράκλειον προς Ρέθυμνον.
Υπήρχαν τέτοια εμπόδια περί τα εξ και σε κάθε εμπόδιο υπήρχε φρουρά προς έλεγχον των διερχομένων αυτοκινήτων. Για τα εμπόδια αυτά είχα μιλήσει με τον Paddy κατά την κατάρτισιν του σχεδίου απαγωγής. Δεν εγνώριζα τις απόψεις των πώς μπορούσαν να τα περάσουν. Και όμως η καλή τύχη εφάνη πολύ ευνοϊκή στις περιπτώσεις αυτές. Πλησίαζαν το πόστο σιγά και ο σκοπός διέκρινε τα διακριτικά του Στρατηγού στο αυτοκίνητο. Άνοιγαν το πόστο, χαιρετούσαν το Στρατηγό και οι απαγωγείς περνούσαν το πόστο.
Ευτυχώς δεν υπήρξαν σοβαραί δυσκολίαι στο πέρασμα των πόστων. Ένα άλλο σοβαρό εμπόδιο κατά την διαδρομήν μέσα από τον κεντρικόν δρόμον του Ηρακλείου ήτο ότι κατά την ώραν εκείνην ο κινηματογράφος Απόλλων τελείωσε την προβολήν και η αίθουσα άδειαζε από τους Γερμανούς (δεν υπήρχαν πολίται), που πλημμύρισαν τον δρόμον. Το αυτοκίνητο με δυσκολία πέρασε τους Γερμανούς. Η διαδρομή προς την Πλατιά Στράτα (κεντρικός δρόμος προς Χανίων Πόρτα) δεν υπήρχε εμπόδιο. Εκτός Χανίων Πόρτα προς τον δρόμο Ρεθύμνου υπήρχαν τρία πόστα τα οποία πέρασαν χωρίς δυσκολία.
Το αυτοκίνητο με τον Στρατηγό και τους απαγωγείς πέρασε από τον ορεινόν δρόμο βόρεια του Ψηλορείτη. Πέρασαν το χωριό Δαμάστα και σταμάτησαν περίπου χίλια μέτρα πιο κάτω. Εκεί έβγαλαν τον Στρατηγό και ο Μος με τον Πατεράκη και Σαβιολάκη βάδισαν προς το χωριό Ανώγεια. Πέρασαν μία νύκτα όχι μακριά από τα Ανώγεια. Πολλά αεροπλάνα την επόμενη ημέρα Fiescler Storeh πετούσαν κυρίως προς ολόκληρο το συγκρότημα του Ψηλορείτη και σε χαμηλό ύψος ρίχνοντας προκηρύξεις στα Ελληνικά. Έγραφαν οι προκηρύξεις:
Την τελευταία νύκτα ο Γερμανός Στρατηγός Κράιπε απήχθη από αντάρτες. Βρίσκεται τώρα εις τα Κρητικά βουνά και το μέρος αποκρύψεως δεν είναι άγνωστο στο πληθυσμό! Εάν ο Στρατηγός δεν επανέλθη μέσα σε τρεις ημέρες, όλα τα χωριά των ανταρτών εις την περιοχήν Ηρακλείου θα ισοπεδωθούν και σκληρά μέτρα αντιποίνων θα ληφθούν εναντίον του πληθυσμού.
Φαίνεται εκ της ανωτέρω προκηρύξεως ότι δεν είχε ανακαλυφθεί το γράμμα των Paddy και Μος στο εμπρόσθιον κάθισμα του οδηγού.
Είχε κανονισθεί ευθύς με την πρώτην νύκτα θα ερίπτοντο προκηρύξεις από αγγλικά αεροπλάνα. Δυστυχώς προκηρύξεις δεν ερίφθησαν. Δεν εγνώριζε το Στρατηγείον την απαγωγήν.
Την επομένην της απαγωγής ή την μεθεπομένην έλαβα στο Ηράκλειον ένα γράμμα από ταχυδρόμο των Ανωγείων γραμμένο από τον Paddy, με την παράκλησιν να το στείλω αμέσως στον Sandy Rendel στα Λασιθιώτικα βουνά. Το γράμμα αυτό ανέφερε την απαγωγήν του Γερμανού Στρατηγού και έπρεπε να γνωστοποιηθεί επειγόντως προς το Στρατηγείο στο Κάιρο από τον ασύρματον του Rendel. Δυστυχώς οι ασύρματοι του Ψηλορείτη (Τομ Ταμπάμπιν, Ραλφ Στόγκπριτζ, Ντικ Μπαρνς) είχαν κρυφθεί λόγω της κινητοποιήσεως των Γερμανών.
Με το τηλεγράφημα του Rendel έγινε γνωστή η απαγωγή και την τρίτην ημέραν το Κάιρο την ανήγγειλε. Η καθυστέρησις για τρεις μέρες έφερε ανησυχία στον πληθυσμό της Κρήτης.
Εν τω μεταξύ ο Στρατηγός και η παρέα του εβάδιζαν την νύκτα. Ο Στρατηγός καβαλίκευε ένα μουλάρι. Ήτο αδύνατον γι’αυτόν να βαδίζει το σκληρό και όλο βράχους μονοπάτι. Εξάλλου θα υπήρχε μεγάλη καθυστέρηση κατά την διαδρομήν. Πήγαν προς την έδραν του Μιχάλη Ξυλούρη στην Μύθια του Ψηλορείτη.
Εκεί ήλθαν και οι Α. Ζωιδάκης. Α. Παπαλεωνίδας, Ν. Κόμης, Γ. Χναράκης. Από εκεί μέσα από σκληρή προσπάθεια ανέβηκαν προς το λημέρι του Πετρακογιώργη. Έκαμε άριστη εντύπωση εις όλους μηδέ του Κράιπε εξαιρουμένου η εμφάνισις και ο χαρακτήρας του Πετρακογιώργη.
Τους έδωσε οδηγούς και τους μετέφεραν στην «Βορινή Τρύπα» πάνω από τη Νίθαυρη σε ένα μεγάλο σπήλιο με δύο μεγάλες αίθουσες και με δύο εξόδους. Ήτο ασφάλεια καλή. Η σπηλιά είναι απομονωμένη και εκεί έμειναν τέσσερις μέρες. Ο βοσκός της περιοχής τους περιποιήθηκε πολύ (Καρούζος). Τον Ηλία Αθανασάκη έστειλα προς συνάντηση των απαγωγέων.
Έδωσα σ’αυτόν ένα γράμμα μου με πληροφορίες που είχα συγκεντρώσει με τις κινητοποιήσεις των Γερμανών. Επίσης έγραφα για την σύλληψιν του υπασπιστού του ο οποίος δεν συνόδευε τον Στρατηγόν κατά την σύλληψίν του. Επίσης έγραφα για την θλιβερά κατάστασιν που επικρατούσε στην Βίλλα Αριάδνη. Μου είχε πει η αδελφή μου Φιλία ότι το προσωπικό της Βίλλας εφοβείτο πολύ για την εξαφάνισιν του Στρατηγού.
Δεν γνώριζαν λεπτομέρειες τι ακριβώς συνέβη με τον Στρατηγόν των. Γνώριζαν ότι ο Στρατηγός τηλεφώνησε από τις Αρχάνες για καθυστέρηση του δείπνου του κατά μία περίπου ώραν. Επίσης έγραφα να λάβουν αυστηρά μέτρα από όπου περνούσαν και προπαντός εάν είναι δυνατόν να είναι απομονωμένοι με λίγους ανθρώπους διότι η περιέργειά μας και η φλυαρία μας θα φέρει κίνδυνον και στην ομάδα και τα χωριά. Τα είπα προφορικώς και στον Ηλία….».
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος
Πηγή: patris.gr