“….Πήρα τον ανήφορο μοναχός, ν᾿ ανέβω στ᾿ άγρια ησυχαστήρια, ανάμεσα στους βράχους αψηλά απάνω από τη θάλασσα
Τρυπωμένοι μέσα σε σπηλιές ,ζουν εκεί και προσεύχουνται για τις αμαρτίες του κόσμου, καθένας μακριά από τον άλλο, για να μην έχουν και την παρηγοριά να βλέπουν ανθρώπους, οι πιο άγριοι, οι πιο άγιοι ασκητές του Αγίου Όρους..”
Δεν πήγαμε στο Άγιο Όρος αλλά στο Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου στα νότια της Κρήτης, στο φαράγγι της Άρβης..
Εκεί συναντήσαμε το Μοναχό Κύριλλο. Μορφή ασκητική. Συνάντησε το Θεό; αναρωτιόμαστε… Δεν ξέρω…Ξέρουμε όμως ότι την ευτυχία την έχει βρει μακριά από τον πολιτισμό μας, από τα περιττά … από τα υλικά αγαθά. Ξυπόλητος λοιπόν μαζεύει ολομόναχος τις ελιές του….
Κάναμε μια σύντομη κουβέντα…ηρεμήσαμε.
Αναθεωρήσαμε πολλά…σκεφτήκαμε…
“Παλεύεις ακόμα με το Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τον ρώτησα.
– Όχι πια, παιδί μου. Τώρα γέρασα, γέρασε κι αυτός μαζί μου. Δεν έχει δύναμη. Παλεύω με το Θεό.
– Με το Θεό! έκαμα ξαφνιασμένος κι ελπίζεις να νικήσεις;
– Ελπίζω να νικηθώ, παιδί μου. Μου απόμειναν ακόμα τα κόκαλα. Αυτά αντιστέκουνται.
– Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου. Θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
– Πιο βολικός; έκαμε ο ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.
– Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.
– Ένας μονάχα δρόμος.
– Πώς τον λεν;
– Ανήφορο. Ν’ ανεβαίνεις ένα σκαλί. Από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από τη χαρά στον πόνο. Στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος διάλεξε.
– Είμαι ακόμα νέος. Καλή ναι η γης, έχω καιρό να διαλέξω.
Άπλωσε ο ασκητής τα πέντε, κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:
– Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει o Χάρος.
Ανατρίχιασα.
– Είμαι νέος, ξανάπα για να κάμω κουράγιο.
– Ο Χάρος αγαπάει τους νέους. Η Κόλαση αγαπάει τους νέους. Η ζωή ναι ένα μικρό κεράκι αναμμένο, εύκολα σβήνει, έχε το νου σου, ξύπνα!
Σώπασε μια στιγμή, και σε λίγο:
– Είσαι έτοιμος; μου κάνει.
Αγανάχτηση με κυρίεψε και πείσμα.
– Όχι! φώναξα.
– Αυθάδεια της νιότης! Το λες και καυχιέσαι, μη φωνάζεις. Δε φοβάσαι;
– Ποιος δε φοβάται; Φοβούμαι. Κι ελόγου σου, πάτερ άγιε, δε φοβάσαι; Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει να φτάσεις στην κορφή της σκάλας, φάνηκε ! Πόρτα της Παράδεισος. Μα θ’ ανοίξει η πόρτα αυτή να μπεις; Θ’ ανοίξει; είσαι σίγουρος;
Δύο δάκρυα κύλησαν από τις κόχες των ματιών του. Αναστέναξε. Και σε λίγο:
– Είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή νικάει και συχωρνάει τις αμαρτίες του ανθρώπου.
– Κι εγώ είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή λοιπόν μπορεί να συχωρέσει και την αυθάδεια της νιότης.
– Αλίμονο να κρεμόμαστε μονάχα από την καλοσύνη του Θεού. Η κακία τότε κι η αρετή θα μπαίναν αγκαλιασμένες στην Παράδεισο.
– Δεν είναι, θαρρείς, γέροντά μου, ! καλοσύνη του Θεού τόσο μεγάλη;
“…Σηκώθηκα. Άσκωσε ο γέροντας το κεφάλι.
— Φεύγεις; Έκαμε ·άε στο καλό· ο Θεὸς μαζί σου.
Και σε λίγο, περιπαιχτικά:
— Χαιρετίσματα στον κόσμο….”
Αποσπάσματα από : Αναφορά στὸν Γκρέκο-Ν.Καζαντζάκης
Επιμέλεια: Παπουτσάκη Βασιλική
Πηγή: iscreta.gr
Εκοιμήθη ο π. Κύριλλος
Τα ξημερώματα της Δευτέρας 15 Ιουλίου εξεδήμησε προς Κύριον ο μοναχός της Ιεράς Μονής Αγίου Αντωνίου Άρβης μακαριστός π. Κύριλλος.
Η εξόδιος ακολουθία εψάλη στο καθολικό της Ιεράς Μονής χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτη μας κ. Ανδρέα, με τη συμμετοχή συνόλου των Ιερέων της Επαρχίας Βιάννου και του Αντιπροέδρου του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών της Ιεράς Μητροπόλεώς μας Πρωτοπρ. κ. Σπυρίδωνος Φουκαράκη, ο οποίος μετέφερε στους οικείους του π. Κυρίλλου τις συλλυπητήριες ευχές του Δ.Σ. του Συνδέσμου.
Ο Σεβασμιώτατος στον επικήδειό του αναφέρθηκε με σαφήνεια στο ατελεύτητο μυστήριο του θανάτου, ενώ ομίλησε με λόγους αγάπης για τον μακαριστό π. Κύριλλο εξαίροντας παράλληλα τα χαρίσματα που είχε.
Σύντομο βιογραφικό
Ο π. Κύριλλος γεννήθηκε το 1946 στον Άγιο Βασίλειο της επαρχίας Βιάννου.
Ήταν έγγαμος και πατέρας τεσσάρων παιδιών όμως η χάρις του Θεού τον οδήγησε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο.
Αρχικά μετέβη στην Ιερά Μονή του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, απ’ όπου έμαθε και ακολούθησε πιστά, μέχρι το τέλος του, το μοναχικό τυπικό.
Στη συνέχεια επέστρεψε στην Κρήτη και εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου στην Άρβη και εκάρη μοναχός, μετά από διετή δοκιμασία, από τον μακαριστό Μητροπολίτη Πέτρας κυρό Νεκτάριο, στον οποίο ανήκε τότε, διοικητικά, η Επαρχία της Βιάννου.
Ο π. Κύριλλος διακρινόταν για το ταπεινό φρόνιμα, ήταν φιλακόλουθος, φιλάγιος και εργατικός.
Πηγή: ekklisiaonline.gr
Φωτογραφίες: Foto.Kik