Κείμενο – φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης
Αλήθεια, και τι δεν κάνει ακόμα η κρητικιά μάνα, μαυροφορεμένη πλέον, με τα ροζιασμένα χέρια της…
Μεσονήστικη όλη μέρα, με παλιόρουχα ξεφτισμένα, αγλακά ακόμα να βοηθήσει, όπου έχουν ανάγκη τα κοπέλια της στις δουλειές.
Πάνω από 85 χρονών και σήμερα, πολλές μανάδες βοηθούν τα κοπέλια τους να ξεπεράσουν τη κρίση, και με τη σύνταξή τους, αλλά και με προσωπική βοήθεια στα χωράφια.
Με μεγάλο κίνδυνο να πάθουν εγκεφαλικά από τον καύσωνα το καλοκαίρι, η κρυοπαγήματα τον χειμώνα, τρέχουν στα χωράφια και πολλές φορές το παρακάνουν!
Αποξεχνιούνται, και νομίζουν πως είναι ακόμη κοπελιές!
Στο τέλος το σώμα τους ανίσχυρο να ανταποκριθεί στο ψυχικό σθένος, υποκύπτει με πόνους αβάσταχτους στη μέση, στα χέρια και στα πλευρά!.
Οι κίνδυνοι για τις ηλιοκαμένες μάνες μετά τα 80 είναι πολλοί.
Μπορεί να γλιστρήσουν, μπορεί να καρφωθεί κανένα ξύλο στα μάτια τους, στο κορμί τους, μπορεί να πέσουν σε μεγάλη μπόρα η χαλάζι με κίνδυνο τη ζωή τους.
Πολλά μπορούν να συμβούν, μια και η αντίληψη στις μεγάλες ηλικίες, είναι ήδη μειωμένη.
Κι ο πατέρας όταν ζούσε, αναγκαστικά τότε κι αυτός δουλευτής τhς γης έσπερνε από τα πρωτοβρόχια, έβαζε πατάτες κουκιά ρεβίθια, αρακάδες φακές, φασόλια.
Φύτευε ελιές να βγάζουν τα παιδιά τους λάδι.
Πρώτα ξεχερίσευε τα χωράφια από τα κλαδιά και τις πέτρες και μετά τα φύτευε.
Έκανε ο πατέρας, όσο ζούσε, τα ωραία του λιόφυτα, και σήμερα η μάνα, πως να τα θωρεί ακαλλιέργητα, και να μην πονεί η ψυχή της;
Ή μάνα από ανέκαθεν έκανε όλες τις δουλειές του σπιτιού αγόγγυχτα.
Όταν ακόμα πάντρεψε τα παιδιά της, αγωνιά για αυτά και για τα χωράφια τους, που πολλές φορές μέναν εγκαταλελειμμένα.
Με την αρχική λαχτάρα η μάνα να ξαναβγεί στη φύση, όχι μόνον να βοηθήσει, αλλά να δει από κοντά τα άλλα της ”κοπέλια”, που είναι οι ελιές, να δει τις ανάγκες τους και να μεριμνήσει για τη φροντίδα τους.
Κι όταν είναι το λιομάζωμα, δεν θέλει να μείνει σπίτι.
Κι αν εσύ την πάρεις να σου βρει κανένα χόρτο να το βράσεις αργά, εκείνη θα κάνει το πάν, να πιάσει τη βέργα και να ρίχνει κι αυτή ελιές, να γλυτώσει το παιδί της το μεροκάματο του εργάτη.
Παράλληλα έχει και την ικανοποίηση πως ακόμα είναι μάχιμη! Ακόμα προσφέρει στην οικογένεια μα και στο ίδιο το κράτος!
Γιατί, και με τη σύνταξή της, μα και με την προσωπική της εργασία, κινεί τα νήματα της οικονομίας!
Πήρε μια σύνταξη για να κάτσει και να τη φάει.
Και πως να τη φάει και ”να της κάνει καλό” , όταν βλέπει τις χίλιες διό ελλείψεις, παραλείψεις στις δουλειές που είναι να γίνουν;
Θέλει η γηραιά πλέον μάνα, να πιστεύει πως ”το χαρτί στη τράπουλα” που κρατάει, είναι ακόμα ισχυρό!
Και πως να μην είναι ισχυρό, που το κράτος και οι πολιτικοί μας, φρόντισαν προ πολλού για αυτό;