Κείμενο: Γεώργιος Χουστουλάκης
Και ενώ είπαμε και μείς να αποδράσουμε από την Αθήνα για λίγες μέρες, να απαλλαγούμε από το θόρυβο τα πόλης, τις φωνές των αλλοδαπών, και τους τσακωμούς τους στο δρόμο, να πάμε επιτέλους στην ησυχία μας, με μοναδικούς ήχους των πουλιών, ωστόσο….
Από το πρώτο βράδυ κιόλας στην εξοχική κατοικία, επάνω από την ξύλινη ψευδοροφή, ακουγόταν ένα συνεχόμενο «κράτσα κρούτσα, κράτσα κρούτσα».
-Ωχ, λέω στη συμβία μου, ποντίκι ροκανίζει τα ξύλα της ψευδοροφής!
Άντε να κοιμηθείς…
Είχαμε βάλει και μερικά έργα στο στικάκι να τα δούμε, πού…;
Μετά από λίγο και σε άλλο σημείο άλλο «κρούτσα κτάτσα», που συμπλήρωνε το πρώτο, και μουσική πλέον να ακούγεται σε … FM STEREO!
Και καθώς η ψευδοροφή ήταν ξύλινη, αυτομάτως έγινε σαν ηχείο, και πολλαπλασίαζε την ένταση! Λέω:
-Γυναίκα, σταράκι δεν έχουμε, κάτι πρέπει να κάνουμε, αλλά όχι απόψε, αύριο θα τους κάνω μια δοκιμαστική μέθοδο παλιά, να δω αν τελικά ήταν σωστή.
Την από πάνω μέρα, έκοψα δύο πάτους από πλαστικά μπουκάλια, και στο ένα έβαλα νερό, και στο άλλο μισό αλεύρι, και μισό γύψο!
Τα ανακάτεψα αλεύρι και γύψο, άνοιξα το παραθυράκι της ψευδοροφής, και τα τοποθέτησα και τα δύο πλαστικά πιατάκια δίπλα δίπλα, επάνω στη ψευδοροφή.
Έκλεισα και το παραθυράκι, και περίμενα να έρθει το βράδυ!
Αγωνιώδης η αναμονή.
Όλως περιέργως, την επομένη δεν ακούστηκε απολύτως τίποτα! Σιγή ιχθύος! Σαν να λέμε … νεκρική σιγή!
Λέω τη μεθεπόμενη μέρα, ας ρίξω μια ματιά, να δω τι γίνεται τελικά εκεί πάνω…
Με το φακό στα χέρια, ανοίγω τη καταπακτή κοιτάω, και βλέπω άδεια τα δοχεία!
Κοιτάω πιο πέρα, και βλέπω τη μια ποντικάλα να κοιμάται ανάσκελα και τούμπανο τον… ύπνο του δικαίου!
Λέω της συμβίας:
Είδες, τι κάνει το αλευράκι με τον γύψο; Εμ και το νεράκι; Δε ήταν ότι νάναι, αυτό από της βρύσης, ήταν εμφιαλωμένο παρακαλώ! και μάλιστα καλή μάρκα!
Και εκείνη μου λέει:
Μπα, δεν χρειαζόταν όλα αυτά, και μόνο το αλεύρι μου να έβαζες, την ίδια δουλειά θα έκανε!
Να γιατί εγώ παίρνω πάντα το αλεύρι φαρίνα που φουσκώνει από μόνο του, και όχι το απλό που παίρνεις εσύ!
Να γιατί σου λέω να προτιμάς και συ αυτό το αλεύρι!
Τώρα τα ποντίκια σου θα είναι φουσκωτά φουσκωτά, σαν τσουρέκια!
-Μπα, ο γύψος έκανε τη δουλειά, της λέω.
-Μωρέ ας μην ήταν το αλεύρι μου που από μόνο του φουσκώνει….και να δω αν είχες τέτοια επιτυχία!