Στην πόλη του Ηρακλείου 24/05/1941 ο ουρανός είναι σκοτεινιασμένος από τα κύματα των Γερμανικών “στούκας” που βομβαρδίζουν συνεχώς και οργανωμένα ανά τετράγωνα το Ηράκλειο και έξω στα προάστια της πόλης γίνονται συνεχής ρίψεις αλεξιπτωτιστών.
H οργανωμένη στρατιωτική αντίσταση είναι ελάχιστη και με λιγοστά μέσα καθώς δεν υπάρχει βαρύς οπλισμός για την άμυνα της πόλης, όμως σαν άλλοι ημίθεοι αναλαμβάνουν την υπεράσπιση αψηφώντας το θάνατο ο απλός Κρητικός λαός που καταφθάνει από τα χωριά με τα λίγα όπλα που διαθέτει και με κάθε άλλο πρόχειρο μέσο άμυνας πέτρες, ξύλα, κατσούνες κ.ά.
Μέσα σε ένα τρομακτικό αγκάλιασμα θανάτου παλεύουν χωρίς να λυγίσουν ούτε στιγμή στην άνιση μάχη ενάντια στην αριθμητική και στρατιωτική υπεροχή των Γερμανών αλλά με την πίστη στην Ελευθερία που αρμίνεψαν σε όλα τα Έθνη και τους λαούς της γης για το μέγεθος της ανθρώπινης ψυχικής και σωματικής αντοχής στο ιδανικό αυτό της Ελευθερίας.
Ένας από αυτούς τους παράτολμους ήρωες, υπερασπιστές και ο εικονιζόμενος ήρωας ΦΟΥΝΤΟΥΛΑΚΗΣ Μανόλης, παππούς της γυναίκας μου από την Γέργερη, που έξω από την Χανιόπορτα στο ύψωμα της Θερίσσου υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια μαζί με άλλους συγχωριανούς του την Ελευθερία της Κρητικής γης.
Στο κάλεσμα δε αυτό της ψυχής και της πατρίδος άφησε στο χωριό την γυναίκα του με τα 4 παιδιά, το ένα δε ήταν νεογέννητο 5 ημερών (πήρε το όνομα του όταν το βάπτισαν) που η μοίρα και το χρέος θέλησε να μην το δει και να μην το αγκαλιάσει ποτέ καθώς μια ριπή από σφαίρες Γερμανού αλεξιπτωτιστή θα τον τραυματίσει βαριά πισώπλατα σύμφωνα με τις μαρτυρίες από τους συναγωνιστές του εκεί πάνω στα υψώματα της Θερίσου.
Κανείς ποτέ μετά δεν έμαθε για εκείνον μετά τον βαρύ τραυματισμό που είχε και μάταια μέρες μετά τον αναζητούσαν παντού χωρίς ελπίδα. Δεν βρέθηκε ποτέ ούτε ζωντανός αλλά ούτε νεκρός.
Το δράμα στην οικογένεια στα επόμενα κατοχικά χρόνια συνεχίζεται καθώς οι Γερμανοί εκτελούν τα δυο αδέρφια της χήρας γυναίκας του τον Γιάννη και τον Αλέξανδρο στις 14/08/1944 στην Κερά στην Γέργερη και τον άλλο αδερφό της τον Γιώργη (Πεπονογιώργη) τον παίρνουν αιχμάλωτο στην Λιβύη χωρίς να γνωρίζει κανείς για την τύχη του. Εκείνος επέστρεψε μετά από χρόνια ενώ όλοι τον είχαν θεωρήσει νεκρό και του είχαν κάνει και τα μνημόσυνα.
Τιμή και δόξα σε όλους αυτούς που έδωσαν το αίμα τους με πίστη στην πατρίδα και στα ιδανικά των αξιών της Ελευθερίας και ας παραδειγματιζόμαστε εμείς οι νεότεροι.
Κείμενο – Φωτογραφία:
Nikolaos Foukarakis